Tuesday, February 17, 2015

Ἡ Μεγάλη Παραπλάνησή μας

Παντιᾶς Πέτρου Σκαραμαγκᾶς
© Copyright: 2015
Ἐπιτρέπεται κι’ ἐπιβάλλεται ἡ ἀναπαραγωγή καὶ ἀναδημοσίευση τοῦ παρόντος κειμένου, στὸ σύνολό του καὶ τμηματικά, μὲ ὅσο γίνεται πιὸ πολλά ἐκδοτικά μέσα, καθῶς καί ἡ κριτική του.

Π. Σκαραμαγκᾶς
Χοϊδὰ 13-15
Αθήνα, 106 76





Και πάλι
Στή Λίλα.

Πίνακας Περιεχομένων

Εἰσαγωγὴ
Ι. Ἡ Μεγάλη Παραπλάνηση
ΙΙ. Οἱ Διαφορὲς
ΙΙΙ. Ἡ Πρόοδος
ΙV. Τὰ Δεινὰ
V. Οἱ Ἕλληνες
VI. Λέξεις νοήματα, ἔννοιες
VII. Συμπτώσεις
VIII. Ἐξήγηση

Εἰσαγωγὴ

Καὶ στὸ γραφτὸ αὐτό, ὅπως καὶ στὸ “Ἀρχές” μου, προσπαθῶ νὰ προ­βάλλω ὅτι: Ὑπέρτατο ΟΝ, γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ἀνθρώπους (ταυτολογικὰ) εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι: Ἡ Ἀνθρωπότητα.
Μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ ὅλων τῶν ἄλλων δῆθεν “Ὑπέρτατων ὄντων”.
Καὶ ὅτι συνεπῶς ἡ ἐπιβίωσή μας, ἢ τουλά­χιστον ἡ μακροημέρευσή μας καὶ ἡ ἐπιβολή μας καὶ ἡ εὐτυχία μας καὶ εὐημερία μας ἠμῶν τῶν Ἀνθρώ­πων καὶ τῶν ἀγαπητῶν ἀπὸ ἐμᾶς καὶ χρή­σιμων γιὰ τὴν ὕπαρξή μας καὶ τὴν εὐτυχία μας, ἄλλων ζώ­ντων καὶ μὴ ὄντων τουλάχιστον τώρα, πρέπει νὰ εἶναι ὁ Κύριος Στόχος μας.
Μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ -ἐν ἀνάγκη-, ἢ τὸν ὑποβιβασμό, ὅλων τῶν ἄλλων -ὑποδεέστερων- στόχων μας.
Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Ἡ γνώση-μνήμη, ἢ ἡ μνήμη-γνώση, τῶν κινδύνων καὶ τῆς πραγματικότη­τας, ὅπως καὶ γιὰ ὅλα τὰ ἄλλα ζῶντα ὄντα, εἶναι τὸ κύριο ὄργανο καὶ ὅπλο μας γιὰ τὴ ἐπίτευξη τοῦ παραπάνω Κύριου Στόχου μας.
=Τῆς ἐπιβίωσής μας.
Ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων στόχων μας.



Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Οἱ παραπλανήσεις μας πρέπει -κατὰ τὸ δυνατὸν- νὰ ἀποφεύγονται.
Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Οἱ εἰδικές Ἐπιστῆμες μας εἶναι ἡ κύρια -καὶ δυ­στυ­χῶς ἡ μοναδικὴ- πηγὴ κάθε γενικῆς, πραγ­μα­τικῆς καὶ αὐθε­ντικῆς πλη­ροφορίας καὶ Γνώσης.
Μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ ὅλων τῶν ἄλλων -ὅταν τὴν ἀντιστρατεύονται- πηγῶν γνώ­σεων. (Ἐξ ἀποκαλύψεως, διαι­σθη­τικῶν, τυχαίων κλπ., πλὴν ὁρι­σμένων ἐμπειριῶν).
Καὶ ὅτι συνεπῶς:
Ἡ Γνώση τῆς Μεγά­λης Πα­ραπλάνη­σής μας εἶναι προαπαιτού­μενο κι αὐτό γιὰ τὴν ἐπίτευξη τοῦ Κυ­ρίου Στόχου μας.
Ι. Ἡ μεγάλη παραπλάνησή μας

Περιπέτειες καὶ περιπλανήσεις καὶ παραπλανήσεις ἡ Ἀνθρωπότης μέχρι σήμερα, ἔκανε καὶ εἶχε, πολλές.
Ἡ ἱστορία εἶναι γεμάτη ἀπὸ αὐ­τὲς.
Κι ἀρκετὲς τὶς περιγράφει λεπτο­μερῶς.
Ἂν διάλεξα νὰ ἀσχοληθῶ ἐδῶ κυρίως μὲ αὐτὴν ποὺ ὀνομάζω «Μεγάλη Πα­ραπλάνησή μας» εἶναι γιατί:
Νομίζω ὅτι μᾶς παραπλάνησε, καὶ μᾶς παραπλανᾶ ἀκόμη, πολύ.
Καὶ γιατί, διέλαθε τῆς προσοχῆς μας καὶ παραμένει ἄγνωστη, σχεδὸν ἐντελῶς, γιὰ τοὺς περισσότερους τῶν συνανθρώπων μας, ἀκόμη καὶ τοὺς εἰδικοὺς ἐπιστήμονες.
Ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλους λόγους, ποὺ ἐλπίζω ἀργότερα θὰ φανοῦν.
Πάντως: Μεγάλη Παραπλάνησή μας πιστεύω ὅτι ἀποτελεῖ τὸ ὅτι:
Ἀπ’ τὴν ἀρχὴ τῆς ὕπαρξής μας ἐμᾶς τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς Γῆς καὶ μέχρι τώρα:
Δὲν τὰ καταφέραμε, ἐνῶ θὰ τὸ μπο­ρού­σαμε, -εἶναι πανεύκολο- νὰ δια­κρί­νουμε καὶ νὰ ἀντιπαραβάλλουμε ξεκάθαρα:
Τα φαντασιακά από τα πραγματικά όντα.
Καὶ νὰ τ’ ἀντιπαραθέσουμε, ἐξ ἀρχῆς καὶ ἐξ Ἀρχῆς.
Τόσο αὐτὰ, ὅσο καὶ τὴν μεγάλη καὶ σημαντικὴ καὶ ἀνακαθοριστικὴ δια­φο­ρὰ, ποὺ ξεχω­ρίζει τὴν γό­νιμη καὶ πλούσια καὶ συχνὰ τρομακτικὴ καὶ παραπλα­νητικὴ φαντασία μας, ἀπὸ τὴν ἴσως πεζὴ καὶ στυγνὴ, ἀλλὰ ὀρθὰ καθοδη­γητική, πραγ­ματικότητά.
Και ὅτι συνεπῶς ζοῦμε ἔτσι, ἀναγκα­στικὰ καὶ πιστεύουμε καὶ ἀποφασί­ζουμε καὶ κινούμαστε καὶ συγκινούμαστε καὶ δροῦμε κι ἀντί-δροῦμε κι ἐνεργοῦμε ἐμεῖς οἱ Ἄν­θρω­ποι, πιθα­νότατα ἀντίθετα ἀπὸ ὅλα τ’ ἄλλα ζῶντα, τοῦ πλανήτη μας καὶ ἴσως καὶ ἄλλων πλανητῶν ἄλλων ἀστερισμῶν (μὲ τὴν ἐξαίρεση μπορεῖ τῶν φαλαι­νῶν καὶ τῶν δελφινιῶν, ποὺ δὲν ἔχουν μελετηθεῖ ἀρκετά)ὄντα σὲ μία:
Με­γάλη-Σύγχυση φα­ντα­σιακῶν καὶ πραγματικῶν ὑπάρ­ξεων.
Καὶ καταστάσεων καὶ περιστάσεων καὶ γεγονότων.
Ποὺ καλὸ καὶ χρή­σιμο εἶναι:
Νὰ ξεχωρίσουν.
Ἰδίως γιὰ ἐμᾶς τοὺς τωρινοὺς ἀν­θρώ­πους, ὅσους θέλουμε «νὰ ξέρουμε τί μᾶς γί­νεται.»
«Καὶ ποῦ καὶ πῶς νὰ πᾶμε.»
Πάντως, ἀκόμη καὶ τώρα, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια, ζοῦμε σὲ ἕνα μπέρδεμα, ἕνα κομφούζιο ὅπου ἀξεχώριστα στὰ πολυπράγμονα μυαλά μας, συμπλέ­κονται ἰσάξια καὶ συγκυβερνοῦν, ἡ πραγματικότητα μὲ τὴν φαντασία.
Καὶ ἡ Ὕπαρξη μὲ τὴν ἀνυπαρξία (κι ἂς λέει ὁ μὲν Παρμενίδης ὅτι δὲν ὑπάρχει καὶ ὁ Ἀριστοτέλης ὅτι καὶ ἡ ἀνυπαρξία, ὑπάρχει).
Ὅπου οἱ μύθοι καὶ τὰ παραμύθια ἀνακατεύονται μὲ αὐτὰ ποὺ συμβαί­νουν πραγματικά.
Πρόκειται γιὰ μία «Ὕπαρξη» ὅπου συνυπάρχουν κι ἐπιδροῦν καὶ κανο­νίζουν καὶ παρασύρουν καὶ καθο­δηγοῦν τὴ ζωή μας, τὴν δική μας καὶ τῶν παιδιῶν μας:
Τὰ ὄνειρα, τὰ φαντάσματα, τὰ τέρατα, οἱ δαίμονες, οἱ θεοὶ , οἱ ἄγγε­λοι, οἱ διάβολοι, οἱ τρίβολοι, οἱ ἔν­νοιες, οἱ φαντασιώσεις μας, μαζὶ μὲ τὰ πραγματικὰ ὑλικὰ καὶ αἰσθητὰ ὄντα: Τὰ πράγματα, τὰ ζῶα καὶ τὰ φυ­τά.
Μπερδεύοντάς μας ἔτσι, καὶ παραπλανώντας μᾶς πολλαπλά.
Κάποτε μάλιστα καταστρο­φικά.
Καὶ ἀκόμη περισσότερο καὶ πιὸ βαθειὰ καὶ πιο παραπλανητικὰ μᾶς παραπλανᾶ:
Η λανθα­σμένη ἀξιολόγησή μας:
Τὸ ὅτι δηλαδή:
Ἀδόκιμα καὶ ἀστόχαστα τὶς πιο πολ­λές φορές:
Ἀποδίδομε πολὺ μεγαλύτερη ἀξία καὶ ὕπαρξη καὶ δύναμη καὶ οὐσία καὶ ση­μα­σία, σὲ ἀνύπαρκτα, στὴν πραγμα­τικότητα, "ὄντα", καὶ στὰ συμπαρο­μαρτούντα τους, από ότι στα πράγ­ματι υπάρχοντα.
Πιστεύοντας μάλιστα καὶ στηριζόμε­νοι όχι μόνο περισσό­τερο, αλλά πά­μπολλες φορές καὶ ἀποκλειστικά, σ’ αὐτά.
Καὶ τοῦτο γιατί κυρίως ἀπὸ φόβο ἀλλὰ καὶ ἀμέλεια καὶ ἀφέλεια καὶ ἀπροσεξία κι ἔλλειψη κρίσης καὶ στοιχειώδους λογικῆς καὶ προσοχῆς καὶ κακῆς ἐκπαίδευσης καὶ διδαχῆς -παραδοσιακῆς- κ.τ.λ.
Ἀφηνόμαστε, οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐ­μᾶς, νὰ παρασυρθοῦμε ἀπὸ τὴν εὐ­κο­λία καὶ σαγήνη τῆς φαντασίας μας.
Ποὺ τῆς δίνουμε τὴν πρώτη καὶ καλύτερη θέση στὴν ἐκτίμησή μας καὶ τὴν προτίμησή μας.


Βέβαια, ὑπάρχουν καὶ οἱ συνάνθρωποί μας (κι ἐγὼ ὁρισμένες φορὲς) ποὺ παρα­συρόμενοι θεωροῦν ἰσάξια τὰ μὲν μὲ τὰ δέ.
Λάθος, λογικά, εἶναι ἀσφαλῶς κι αὐτό:
Γιατί, ὅπως εἶναι προφανές:
Ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε πιὸ κοντὰ στὴν πραγματικότητα γιὰ νὰ μπο­ροῦ­με περισσότερο νὰ ὑπάρχουμε καὶ καλύτερα νὰ ζοῦμε καὶ πιὸ αὐθεντικὰ μεταξὺ μας νὰ ἐπικοινω­νοῦμε.
Κι ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε πιὸ σίγου­ροι γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας καὶ τὰ γύρω μας καὶ τὶς ἀπόψεις μας καὶ τὶς πί­στεις μας.
Καὶ «πιὸ ἀληθινοὶ» ὅπως ἔλεγαν οἱ παλαιοί.
Πράγμα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἐπιβίωση καὶ τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν εὐμάρεια.
Θὰ πρέπει: Τὸ ἀντίθετο ἀκριβῶς νὰ προσπαθοῦμε:
Καὶ τὴν ἀντίθετη ἀξιολόγηση νὰ κά­νουμε:
Καὶ νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ στηριζόμα­στε πιὸ πολὺ στὰ πραγματικά, ἀπὸ ὅτι στὰ φαντασιακὰ «ὄντα».
Καὶ νὰ ἀποδίδουμε στὰ πραγματικά, ὅπως τοὺς πρέπει, πολὺ μεγαλύτερη ὕπαρξη καὶ ἀξία καὶ δύναμη καὶ ση­μασία.
Τὰ δὲ φαντασιακὰ «ὄντα» καὶ τὰ τέ­ρατα καὶ τὰ φαντάσματα κλπ:
Καλὰ θὰ κάνουμε καὶ πολὺ διδάσκει καὶ ὠφελεῖ καὶ χρησιμεύει: τὸ νὰ τὰ βάζουμε σὲ δεύτερη, ἢ τρίτη σειρά, ἢ μοίρα στὶς προτιμήσεις μας καὶ στὶς ἀξιολογήσεις μας.
Παρ’ ὅλο ποὺ κι αὐτὰ κάποτε κάπως χρησιμεύουν. Ἰδίως ὅταν συμφω­νοῦ­ν μὲ τὰ πραγ­ματικά. Ή καὶ τὰ ἐνισχύουν, ἢ τὰ το­νίζουν, ἢ καλλωπίζουν. Ἢ ὅταν εἶναι, ὅπως κάτω ἀπὸ ὁρισμένες εἰδικὲς συνθῆκες εἶναι: παρηγορητικά, ἢ δια­σκε­δα­στικὰ (ὅ­πως κάποια παραμύθια), ἢ καὶ δι­δακτικά.
Ἀλλὰ σὰν τέτοια: Σὰν βοηθητικὰ καὶ δευτερεύοντα κι ἐξωπραγματικὰ πρέ­πει νὰ τ’ ἀξιολογοῦμε.
Καὶ ὄχι νὰ χανόμαστε καὶ μπερδευόμαστε μὲ τὶς φαντασιώσεις μας.
Καὶ ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλά.
Γιατί: Ἡ Μνήμη-Γνώση, τῆς πραγματικότητάς μας, εἶναι προαπαιτούμενο ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας καὶ Ὕπαρξή μας.
Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν κάλυψη ὅλων τῶν ἀναγκῶν μας.
Καὶ γιὰ τὴν πραγματοποίηση, ὅλων τῶν ἄλλων στόχων μας.
Συνεπῶς: Καλύτερα εἶναι, γιὰ νὰ ξε­χωρίζουν σαφέστερα, νὰ βάζουμε τὰ φαντασιακὰ «ὄντα» καὶ τὶς φαντα­σίες μας καὶ φαντασιώσεις μας ὅταν γράφουμε, σὲ ἀγκύλες.
Σημειώσεις

1) Ἀπό τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ επιστημονικὴ κοινότητα -κυρίως ἡ ἀσχολούμενη μὲ τὴν λεγόμενη "Φυσικὴ Ἐπιστήμη"- θὰ καταλάβει τὴν μεγάλη σημασία ποὺ ἔχει γιὰ τὴν ανθρώπινη Σκέψη γενικὰ καὶ τὶς ἐπιστῆμες εἰδικότερα:
Ἡ διάκριση τῶν ὄντων σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακὰ.
Ὁ τρόπος σκέψης καὶ ἔκφρασης καὶ διδαχῆς τῆς "Φυσικῆς" καὶ τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν κι ὄχι μόνο αὐτῶν, θ’ἀλλάξει ριζικά: πρὸς τὸ πολὺ ἁπλούστερο.


2) Ἀντὶ τῆς τόσο χρήσιμης καὶ πραγμα­τικῆς ἀντιπαράθεσης τῶν ὄντων σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακά, ἀπὸ πολὺ νωρὶς ἐμεῖς οἱ θνητοὶ ἀντιπαραθέσαμε -κακῶς, γιατί δὲν διαφέρουν- τὸ σῶμα μας μὲ τὴν "ψυχή" μας. Μὲ παράλογα καὶ σουρεαλιστικὰ καὶ καταστροφικὰ ἀποτελέσματα. Π.χ. στὴ Ρωσία καὶ ὄχι μόνο, ίδίως τὸν Μεσαίωνα:
Πολλοὶ πιστοί, κατὰ μόνας, ἢ καὶ ὡς ὁμάδες (μαζεύονταν σὲ ξύλινα σπίτια κι ἔβαζαν φωτιά!) αὐτοκαίγονταν σὲ πυρές. Γιὰ νὰ σώσουν γιὰ -πάντα- τὴν ἄδολη ψυχή τους, αὐτοκαταστρέφοντας μαρτυρικὰ τὸ ἁμαρτωλὸ σῶμα τους.
Μαρτυρικὸς θάνατος ποὺ ἔχει τὴ λογική του, ἂν δεχτοῦμε τὴ διάκριση σώματος καὶ ψυχῆς. Καὶ ὅτι, τὸ σῶμα εἶναι δόλιο καὶ ἁμαρτωλὸ ἐνῶ ἡ ψυχὴ ἄδολη1, ἀλλὰ κινδυνεύει νὰ παρασυρθεῖ στὴν ἁμαρτί­α ἀπὸ τὸ σῶμα.
Ἀξίζει συνεπῶς κατ’ αὐτὴν τὴ λογική, ἕνας μαρτυρικὸς προσωρινὸς θάνατος, γιὰ νὰ σωθεῖ γιὰ πάντα ἡ ψυχή.
Ποὺ τὴν πιστεύουν ἀθάνατη.
Ἀπὸ ἄλλα τέτοια παραδείγματα πολλά, εἶναι γεμάτη ἡ Ἱστορία μας καὶ οἱ θρησκεῖες καὶ φιλοσοφίες μας ἀπὸ τὴν λανθασμένη ἀντιπαραβολὴ σώματος καὶ ψυχῆς.
3) Ἀπ’τὸν σαφῆ διαχωρισμὸ καὶ ὑποβιβασμὸ στὶς αξιολογήσεις μας τῶν φαντασιακῶν ἀπ’ τὰ πραγματικὰ ὄντα (καὶ συμβαίνοντα καὶ γεγονότα) προκύπτει καὶ ὄτι:
Συχνὰ ὅπου ὑπάρχει, ἢ ἐμφανίζεται ἀντίθεση μεταξὺ γενικῆς θεωρίας (=φαντασίας) καὶ εἰδικῆς καὶ συγκεκριμένης κατάστασης, πραγματικότητας) καλύτερο (ἠθικότερο καὶ δικαιότερο καὶ πρακτικότερο καὶ ἐπωφελέστερο, κ.λ.π.) εἶναι τὸ νὰ ἐπικρατεῖ τὸ εἰδικὸ καὶ συγκεκριμένο.
Π.χ. στὸν γενικὸ κανόνα (Νόμο, Fictio Juris) "ἀπαγορεύεται ἡ ἄγνοια νόμου":
Θα πρέπει νὰ ἐπιτρέπεται ἐπὶ ἀποδείξει: Ὅτι ἦταν ἀδύνατο στὴν συγκεκριμένη περίπτωση ἀπό τὸ συγκεκριμένο ἄτομο, νὰ γνώριζε τὸν συγκεκριμένο νόμο (π.χ. ἀσθένεια, ἀπουσία κ.α.).
Καὶ γενικὰ, τοῦ γενικοῦ θὰ πρέπει νὰ ἐπικρατεῖ συχνότερα τὸ εἰδικὸ καὶ τὸ συγκεκριμένο.
Ἀλλὰ τὸ πότε; Εἶναι συνάρτηση τῶν συγκεκριμένων συνθηκῶν.

ΙΙ. Οἱ Διαφορὲς

Πολλὲς καὶ διάφορες καὶ μεγάλες καὶ σημαντικὲς καὶ ἀνὰ-κὰθ-ὁριστικὲς εἶναι καὶ οἱ διαφορὲς τῶν πραγμα­τικῶν ἀπὸ τὰ φαντασιακὰ ὄντα.
Ὅμως δυστυχῶς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς ὕπαρξής μας, ἐμᾶς τῶν θνητῶν ἐπὶ τῆς Γὴς καὶ μέχρι τώρα, δὲν τοὺς ἔχει δοθεῖ, οὔτε καὶ σὲ αὐτές, ἡ δέουσα προσοχή.
Καὶ ἡ κανονικὴ ἀξιολόγησή τους.
Καὶ γιὰ αὐτό, ἔστω καὶ ἀργά, χρειάζε­ται (=εἶναι χρήσιμο), ὁρισμένες τουλάχιστον αυτῶν, νὰ ὑπενθυμι­στοῦν, προβληθοῦν καὶ ὑπογραμμιστοῦν.
Και πρῶτα πρῶτα:
Τὰ πραγματικὰ ὄντα εἶναι ἀσταμά­τητα κινητά καὶ κινούμενα καὶ μεταβαλλόμενα καὶ μεταβλητά.
Οἱ δὲ περισσότερες μεταβολές τους, εἶναι μάλιστα οἱ λεγόμενες "φυσι­κές".
Δηλαδή, οἱ προερχόμενες ὄχι ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν φύση.
Ὅμως καὶ οἱ ἀνθρωποδημιούργητες ἀλλαγὲς τῶν ὄντων καὶ τοῦ περιβάλ­λοντός μας, εἶναι κι αὐτὲς γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους σημαντικότατες.
Παρόλο ποὺ ἀποτελοῦν, ἀπειρο­ελά­χιστο μέρος τῶν συνολικῶν.
Καὶ κάποτε (συχνά;) οἰκολογικά, εἶναι καταστροφικές.
Ἀντίθετα, τίποτα τέτοιο δὲν μπορεῖ νὰ συμβεῖ μὲ τὰ φαντασιακὰ «ὄντα». Καὶ τὰ παραφερνάλια τους.
Καὶ τοῦτο γιατί: Οὔτε ἀπὸ τὴ φύση, οὔτε ἀπὸ τὸ Big-Bang, οὔτε ἀπὸ μοναχά τους, οὔτε ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὴν δράση μας, οὔτε ἀπὸ ἄλλα ζῶντα ὄντα, μποροῦν νὰ μεταβληθοῦν, ἢ κινηθοῦν, ἢ ἀλλά­ξουν.
Καθ’ ὅτι: Ἁπλούστατα δὲν ὑπάρχουν στὴν πραγματικότητα.
Οὔτε ἔξω ἀπὸ τὴν φαντασία μας.
Καὶ μόνο ἀπὸ αὐτὴν καὶ μὲ αὐτήν, θὰ μπορούσαμε ἐνδεχομένως καὶ «θεω­ρη­τικὰ» νὰ τὰ φανταστοῦμε μεταβαλλό­μενα.
Ὅμως ὅταν ἡ φαντασία μας μετα­βάλλει τὸν ὁρισμό τους, δὲν εἶναι πιὰ αὐτό ποὺ ἦταν ἀρχικά.
Ἀλλά, ἄλλα διαφορετικά, φαντασιακὰ καὶ ἀμετάβλητα καὶ αὐτά, "ὄντα".

Δεύτερον, ἢ καὶ πρῶτον:
Τὰ πραγματικὰ ὄντα εἶναι αἰσθητά.
Δηλαδή, μὲ τὶς αἰσθήσεις μας καὶ ἀπὸ αὐτὲς ἀντιληπτά.
Ἢ «συλλαμβανόμενα» λένε ἄλλοι.
Ἔτσι, μποροῦμε νὰ τὰ ἀκοῦμε μὲ τὰ αὐτιά μας καὶ νὰ τὰ βλέπουμε μὲ τὰ μάτια μας καὶ νὰ τὰ ἀγγίζουμε μὲ τὰ χέρια μας καὶ νὰ τὰ γευόμαστε μὲ τὸ στόμα μας καὶ νὰ τὰ μυρίζουμε μὲ τὴ μύτη μας.
Καὶ τώρα μὲ τὰ εἰδικὰ ἐπιστημονικὰ ὄργανά μας. Τὰ ἐργαλεῖα μας καὶ μη­χανήματά μας. Τὰ μικροσκόπια καὶ τηλεσκόπια κλπ.
Ὅλα αὐτὰ, ποὺ ἀποτελοῦν συχνά, προ­ε­κτά­σεις ἢ καὶ βελτιώσεις τῶν αἰ­σθη­τηρίων ὀργάνων μας.
Ή καὶ συχνότατα κάτι πολὺ παραπάνω.
Ἐπίσης, μποροῦμε νὰ ἐπιβεβαι­ώνου­με τὴν ὕπαρξή τους καὶ τὴν "φύση" τοὺς (=τὶς ἰδιότητές τους) καὶ τὰ χαρακτηριστικά τους, μὲ τὰ διάφορα ἐπι­στημονικὰ καὶ μὴ πειράματά μας.
Καὶ συνεπῶς μποροῦμε καὶ νὰ τὰ φωτογραφίζουμε.
Καὶ νὰ τὰ τραβᾶμε κινηματογραφικὲς ταινίες, συνήθως διδακτικὲς (=docu­mentaries).
Καὶ νὰ τὰ ξαναπαρουσιάζουμε ὅταν χρειαστεῖ.2
Ἑπομένως, τὰ πραγματικὰ καὶ συγκε­κριμένα ὄντα καὶ οἱ θέσεις τους καὶ τὰ μεγέθη τους καὶ τὰ ἀποτελέσματά τους καὶ οἱ συνδυασμοί τους καὶ οἱ μεταβολὲς τοὺς κλπ, μποροῦν νὰ καταμετρηθοῦν.
Καὶ νὰ ὑπολογιστοῦν, συχνά, μὲ πολὺ με­γάλη, τώρα πιά, ἀκρίβεια, μὲ τὰ νέα μέ­τρα καὶ σταθμά μας.
Ἡ δὲ δυνατότητά μας αὐτὴ εἶναι τώρα τελευταία πολύ της μόδας, καθὼς καὶ οἱ στατιστικοὶ ὑπολογισμοί.
Ἰδίως χάρη στοὺς ἠλεκτρονικοὺς ὑ­πολο­γιστές μας.3
Καὶ βέβαια: Τίποτα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ καὶ πάλι δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε μὲ τὰ φαντασιακὰ μας «ὄντα», ἢ μὲ τὰ συνεπακόλουθά τους «φαινόμενα».
Οὔτε μποροῦμε μὲ τὰ αἰσθητήρια ὄρ­γανά μας, ἀλλὰ οὔτε καὶ μὲ τὰ ἐργα­λεῖα καὶ τὰ μηχανήματά τὰ ἐπι­στη­μονικὰ καὶ τὰ μή, νὰ τὰ συλλάβουμε.
Ἢ νὰ τὰ ἀποτυπώσουμε, ἢ νὰ τὰ δια­κρίνουμε.
Οὔτε ἀσφαλῶς νὰ τὰ κα­ταμετρή­σουμε μὲ τὰ ὑποδεκάμετρά μας.
Ἢ νὰ τὰ μυρίσουμε.
Οὐσιώδης καὶ συστατικὲς καὶ πολὺ πολὺ πραγματικὲς καὶ ἀνακαθο­δη­γητικὲς ἦταν ἐξ ἀρχῆς τῆς ὕπαρξής μας, γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους οἱ δια­φορὲς τῶν πραγματικῶν ἀπ’ τὰ φα­ντα­σι­ακὰ ὄντα.
Καὶ συνεπῶς εὔκολα θὰ μποροῦσαν νὰ διακριθοῦν.
Ἄν, γιὰ ἀνεξήγητους λόγους, ἢ καὶ γιὰ λόγους κάποτε συμφέρο­ντος, δὲν εἶχαν ἀποσιωπηθεῖ.
Ὑπάρχει, ἐν τούτοις, καὶ μία ἄλλη με­γάλη κι αὐτή, καὶ οὐσιαστικὴ καὶ δο­μικὴ καὶ λειτουργικὴ διαφορά, ποὺ ἀπὸ παλιὰ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ διακριθεῖ.
Καὶ τὴν ὁποία χάρις στὴν πρόοδο τῶν ἐπιστημῶν μας καὶ τὶς τελευταῖες μας τεχνικὲς προόδους, ἔγινε δυνατὸν νὰ ἀντιληφθοῦμε.
Πρόκειται γιὰ τὸ ὅτι: εἶναι διαφο­ρε­τικὴ ἡ διαδικασία τῆς λει­τουργίας τῶν ἀνθρώπινων ἐγκεφάλων μας, ὅταν ἀντιλαμβανόμαστε (συλλαμβάνουμε) τὰ πραγματικὰ καὶ αἰσθητὰ ὄντα καὶ διαφορετική, ὅταν φτιά­χνουμε μὲ τὴν φαντα­σία μας τὰ φα­ντασιακά.
Γιατί, τὰ μὲν πραγματικὰ τὰ ἀντιλαμ­βανόμαστε κατευθείαν μὲ τὶς αἰσθή­σεις μας καὶ μὲ αἰσθητήρια ὄργανά μας, ποὺ μᾶς ἐρεθίζουν ὁρισμένα, συγκεκριμένα κέντρα τοῦ ἐγκεφάλου μας, ποὺ βρίσκονται σὲ κα­θορι­σμένα σημεῖα τοὺς (π.χ. Στὸν ὀπτι­κὸ φλοιὸ ποὺ εἶναι σὲ πέντε διαφορετικὲς συγκεκριμένες πίσω περιο­χές).
Ἐνῶ τὰ φαντασιακὰ ὄντα καὶ τὶς ἄλ­λες φαντασίες μας, τὰ φτιάχνουμε σὲ ἄλλα μέρη, ἢ κέντρα τοῦ ἐγκεφάλου μας, διαφορετικά, καὶ σὲ ἀπόσταση ἐγκεφαλικὰ μεγάλη.
Τὰ συνθέτουμε δέ: Προσθαφαιρετικὰ μὲ καὶ ἀπὸ μνῆμες (=ἀναμνήσεις), τῶν πραγματικῶν ὄντων, ἢ καὶ τῶν τμημά­των τους καὶ μάλιστα αὐτῶν ποὺ μᾶς ἔκαναν τὴ μεγαλύτερη ἐντύ­πω­ση, ἢ μᾶς φό­βισαν τὸ περισσότερο.
Δημιουργώντας ἔτσι διάφορα τέ­ρατα, ἢ ἄλλα ὑπὲρ-φυσικά, ἢ ὑπὲρ-ρεαλιστικά, ἢ σοὺρ-ρεαλιστικὰ κατα­σκευάσματα.
Καὶ ὅλα αὐτὰ μποροῦμε τώρα πιὰ νὰ τὰ παρακολουθοῦμε καὶ νὰ τὰ βλέ­πουμε κυριολεκτικὰ, χάρις στὰ καὶ μὲ τὰ νέα ἐπιστημονικὰ μηχανήματά μας καὶ ἐργαλεῖα μας.
Τὰ scan τοῦ ἐγκεφάλου ποὺ παρακο­λουθοῦν καὶ φωτίζουν καὶ χρωματίζουν διαφορετικὰ τὶς διάφο­ρες διεργασίες καὶ λειτουργίες τῶν διαφορε­τικῶν περιοχῶν καὶ κέντρων του.
Ἔτσι, μὲ αὐτὰ καὶ μὲ ἄλλα μηχανή­ματά, κατάφεραν οἱ εἰδικοί νὰ μπο­ροῦν καὶ νὰ διακρίνουν, τὸ πότε κάποιος λέει τὴν ἀλήθεια, ἢ ψέμ­ματα. Τὸ πότε δηλαδὴ ὑποστηρίζει, ἢ προβάλλει μνημονικὲς φαντασιακὲς κατασκευές. Ἢ ἄμεσες πρόσφατες ἐντυπώσεις αἰσθητηρίων ὀργάνων.
Βέβαια, οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοι, δὲν διέθεταν τέτοια ἐξελιγμένα μηχανήματα.
Οὔτε τὶς σημερινὲς ἐπιστημονικές μας γνώσεις.
Ὅμως, αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ ἐπαρκῆ δικαι­ο­λο­γία, γιὰ τὶς παραλείψεις καὶ παραβλέψεις, ἢ καὶ ἄγνοια, σημαντι­κῶν καὶ κάποτε ἀνακαθοριστικῶν διαφορῶν.
Γιατί πολλοὶ ἄλλοι τρόποι ὑπῆρχαν ποὺ τοὺς ἐπέτρεπαν νὰ ξεχωρίσουν τὰ ὄνειρα καὶ τὶς φαντασίες, ἀπὸ τὴν πραγματικότητα καὶ τὰ φαντασιακά, ἀπὸ τὰ πραγματικὰ ὄντα καὶ δὲν τὸ ἔκαναν.
Πάντως τώρα πιὰ εὐτυχῶς εἶναι πολὺ πιὸ εὐδιάκριτο τὸ ὅτι: Ἡ κατασκευὴ ἀπὸ ἐμᾶς τῶν φαντασι­α­κῶν ὄντων καὶ καταστά­σεων, ἀπο­τελεῖ μία μνημονιακή, προ­σθαφαιρε­τική, συνδυαστική, ἀνὰ-σύνθεση, ἐ­ντυ­πω­σιακῶν ἢ ἐκφοβιστικῶν μνη­μῶν.
Καὶ ὄχι μία κατευθείαν, μὲ τὰ αἰσθη­τή­ρια ὄργανά μας: αἰσθητηριακὴ ἀντί­ληψη.
Καὶ ἄλλες πολλὲς δια­φορετικές, μεγάλες ἢ μικρές, σημα­ντικὲς ἢ ἀσή­μαντες, διαφορές, τῶν φαντασιακῶν ἀπὸ τὰ πραγματικὰ ὄντα ὑπάρχουν. Καὶ μποροῦν νὰ βρεθοῦν, ἢ νὰ ἀποκαλυφθοῦν καὶ προταθοῦν.
Ὅμως οἱ παραπάνω χαρακτηριστικὲς εἶναι ἀσφαλῶς ἀρκετὲς γιὰ νὰ δεί­ξουν καὶ ὑπενθυμίσουν καὶ προβά­λουν καὶ τονίσουν τὶς τεράστιες καὶ οὐσιώδεις καὶ καταλυτικὲς ἀποστά­σεις, τῶν δύο αὐτῶν τόσο διαφορε­τικῶν καὶ συχνότατα ἀντίθετων:
Συνόλων, ἢ Κόσμων:
Τοῦ κόσμου τῆς πραγματικότητας καὶ τοῦ κόσμου τῆς φαντασίας μας.
Καὶ συνεπῶς καὶ τὴν δυνατότητα καὶ χρησιμότητα κάποτε, -ὅταν χρεια­στεῖ- τῆς ἀντιπαράθεσής τους.
Γιατὶ συχνὰ, ὁ ἕνας απ’ αυτοὺς καταπολεμά καὶ κάποτε εξαφανίζει, γιὰ τὴ σκέψη μας καὶ ἀπ’ αὐτήν, τὸν ἄλλο.
Πάντως, τὰ πραγματικὰ εἶναι πάντα και συγκεκριμένα (=διακριτά) γιὰ τὴ σκέψη μας ὄντα.
Ἐνῶ τὰ φαντασιακὰ γενικὰ καὶ αφηρημένα (=ἀόριστα) "ὄντα".
Σημειώσεις
1) Δεδομένου ὅτι πρόσφατα -πρὶν ἀπὸ ἑκατὸ περίπου χρόνια- ἡ Ἑλ­ληνικὴ καὶ κατόπιν παγκοσμιοποι­ημένη «φύση» ἔχει ἀπὸ τὶς εἰδικὲς ἐπιστῆμες μας ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα (τὴν αἰσθητὴ καὶ καταμετρήσιμη καὶ πειραματικὰ ἐπιβεβαιωμένη) τοῦ Big-Bang, ἢ τῆς Μεγάλης-Ἔκρηξης ἢ Ἔκτασης, (Μ.Ε.).
Οἱ πρώην "φυσικές" αὐτὲς ἀλλαγὲς μποροῦν καὶ ἴσως πρέπει, νὰ ὀνομαστοῦν -γιὰ νὰ εἴμαστε καὶ ἐπιστημονικὰ ἐπί­καιροι-: Μεγάλο-Ἐκρηκτικὲς ἢ «Μεγάλο-Ἐκτατικὲς - Μεταβολές».
Καὶ τοῦτο γιατί τώρα πιά:
Ἡ Μεγάλη-Ἔκταση, δηλαδή:
Τὸ Big-Bang, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἀρχικὰ μία ἀπίθανη ὑπόθεση (=φαντα­σία) ποὺ χλευαστικὰ ὀνομά­στηκε Big-Bang.
Καὶ πολλοὶ ἐπιστήμονες τὴν κορόι­δευαν, σήμερα ἀποτελεῖ τὴν καθιερωμένη καὶ αἰσθητὰ (γιατί μποροῦμε νὰ τὴν ἀκοῦ­με μὲ τὰ μηχανήματά μας καὶ νὰ τὴν βλέπουμε: ὡς “χιονάκια” στὶς ὀθόνες μας καὶ μὲ ἄλλους τρόπους) καὶ θεωρητικὰ καὶ μὲ κάθε ἄλλον τρόπο ἐξήγηση τῆς ὕπαρξης, τοῦ γνωστοῦ μας ἐπιστημονικὰ Συνόλου, ἢ Κόσμου.
Ἐπιπλέον ἡ Μεγάλη-Ἔκρηξη εἶναι καὶ καταμετρήσιμη γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχει καμιὰ ἀμφιβολία γιὰ τὴν “οὐσία-παρου­σία” της, δηλαδὴ γιὰ τὴν ὕπαρξή της) κι ἔχει ὑπολογιστεῖ ὅτι ἄρχισε πρὶν ἀπὸ 13700 περίπου δισεκατομμύρια χρόνια καὶ θὰ ἐξακολουθήσει ἐκτεινόμενη ἐπ’ ἄπειρον. Εἶναι συνεπῶς γεγονός.
Ὅπως μᾶς ἐπιβεβαιώνουν οἱ εἰδικοὶ τωρινοὶ ἐπιστήμονές μας.
Τὸ δὲ γεγονὸς ὅτι οἱ ἐπιστημονικὲς ἀπόψεις ἀλλάζουν=προοδεύουν, δεν πρέπει νὰ μᾶς κάνει νὰ περιφρονοῦμε τὶς παροῦσες.
Ἀλλὰ μόνο να προχωροῦμε προσεκτικὰ κι ἐπιφυλακτικά.

ΙΙΙ. Η πρόοδος

Στὴν ἀρχὴ τῆς Ἀνθρώπινης καὶ τῆς Εὐρωπαϊκῆς καὶ τῆς Ἑλληνικῆς Ἱστορίας μας: Τὰ φαντασιακὰ ὄντα ποὺ ἐπικρά­τησαν καὶ τρομοκράτησάν τους τότε θνητοὺς καὶ λατρεύτηκαν ἀπὸ αὐ­τούς, ἦταν κυρίως τὰ τέρατα.
Τέρατα, φοβερὰ καὶ τρομερά, σχεδὸν πάντα στὴν φαντασία μας ἀπάν­θρωπα, ἐχθρικὰ καὶ αἱμοβόρα. Καταβροχθιστικὰ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἄλλων, πιὸ ἀδύνατων ζώων.
Ἄγρια θηρία, ἀρσενικὰ καὶ θηλυκὰ καὶ ἀρσενικὸ-θήλυκα, τεράστια καὶ ὑπερφυσικά.
Φτιαγμένα ὅλα ἀπὸ τὴν γόνιμη καὶ πλούσια καὶ κατατρομοκρατημένη ἀνθρώπινη φαντασία μας, ἐκείνων τῶν παλαιῶν ἐποχῶν.
Τέρατα, συχνὰ μὲ κέρατα καὶ πύρινες γλῶσσες καὶ ἄγρια θηρία τρομακτικὰ καὶ τρομοκρατικὰ ποὺ ἐφτίαχναν μὲ τὴν τότε τρομοκρατημένη φαντασία τοὺς οἱ τότε τρομοκρατημένοι πρῶ­τοι πρόγονοί μας, ἀπὸ καὶ μὲ πα­ρατηρήσεις τους καὶ τὶς μνῆμες τους καὶ ἀναμνήσεις τους, καὶ τοὺς συν­δυασμούς τους, πραγματικὰ ὑπαρ­κτῶν ζώων καὶ τμημάτων τους.
(Ἰδίως κεράτων τους καὶ αἰχμηρῶν δοντιῶν καὶ νυχιῶν τους.)
Κάποτε μάλιστα αὐξάνοντας πολὺ τὸ μέγεθός τους (Γίγαντες, Τιτάνες) ἢ προσθέτοντας καὶ ἀφαιρώντας ὄργανα (Μονοφθαλμία Πολύφημου), ἢ κάποτε μὲ ἄλλους προσθαφαι­ρετικοὺς συνδυασμούς.
Στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα, γιὰ τὴν ὁποία ἔχουμε καὶ τὰ περισσότερα στοιχεῖα, τρομοκρατοῦσαν ἀκόμα καὶ Μέδου­σες μὲ φίδια γιὰ μαλλιά.
Καὶ Πάνες καὶ Φαῦνοι, μὲ τεράστια ὀρθωμένα πέη, μισοὶ τράγοι καὶ μισοὶ ἄνθρωποι.
Καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ διάφορα τέτοια ἐκφοβιστικὰ καὶ παράξενα καὶ σουρεαλιστικὰ ὄντα.
Π.χ. Κένταυροι, Ἀμαζόνες, Λερναῖες Ὕδρες, Μινώταυροι, κλπ.
Οἱ ἄλλοι, οἱ διαφορετικοὶ λαοὶ φυ­σικά, ἐκεῖνα τὰ παλαιὰ χρόνια, εἶχαν, ἀνάλογα μὲ τὸ κλίμα τους καὶ τὴν περιοχή τους καὶ τὴν ἰδιοσυγκρασία τους καὶ τὶς εἰδικὲς συνθῆκες τους, διαφορετικὰ ποὺ τοὺς τρομοκρα­τοῦσαν καὶ λάτρευαν τέ­ρατα.
Τὸ δὲ χειρότερο εἶναι ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ “ὄντα” εἶχαν τεράστια ἐπίδραση σὲ ὅ­λες τὶς ἀντιλήψεις καὶ ἐκφράσεις τῆς ζωῆς, τῶν τότε ἀφελῶν καὶ εὐφά­νταστων προγόνων μας.
Κι ἔπαιζαν τρομακτικὸ ρόλο στὴν ὕ­παρ­ξή τους καὶ στὶς ἀποφάσεις τους.
Καὶ στὶς θρησκεῖες τους καὶ τὶς πίστεις τους, τὶς συ­νήθειές τους, τὶς δρά­σεις τους καὶ ἀντι­δράσεις τους.
Εἶναι μάλιστα πιθανό, ἤδη ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἐποχή:
Νὰ ὑπῆρχαν οἱ ἐπιτήδειοι καὶ πονη­ροὶ ὀλίγοι, ποὺ δὲν πίστευαν ἢ πίστευαν ἐλάχιστα, σὲ ὅλα αὐτὰ τὰ παραμύθια καὶ ὑπερβάλλοντας καὶ τρομάζοντας πιὸ πολύ τους πολλοὺς καὶ ἀφελεῖς, προσπορίζονταν διά­φορα ὀφέλη.
Ἀλλὰ, παρ’ ὅλους αὐτοὺς τοὺς ἐκμε­ταλλευτές ποὺ πιθα­νὸν κι ἀπὸ τότε νὰ ὑπῆρχαν, γενικὰ ἡ τερατολατρεία στὰ πρῶτα χρόνια της ἀνθρωπό­τητας, ἦταν γενικευμένη καὶ τὶς περισ­σότερες φο­ρὲς ἄδολη.


"Πρόοδος" συνήθως, τὸ γράφουν καὶ τὰ λεξικά, εἶναι:
Ὄχι μόνο ἡ προσέγγιση πρὸς τὸν ἐπιδιωκόμενο στόχο, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπο­μά­κρυνση, ἡ ἀποστασιοποίηση, ἀπὸ σταθερές, παραπλανητικὲς προκαταλήψεις.
Ἢ ἡ ἀπόρριψή τους.
Ἔτσι, μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου καὶ μὲ τὴν αὔξηση τῶν ἐμπειριῶν καὶ τὴν προσθήκη γνώσεων καὶ Σκέψης καὶ Τόλμης, ἄρχισαν, σιγὰ σιγὰ πιθανὸν στὴν ἀρχὴ καὶ μὲ ἐπιταχυνόμενο ρυθμὸ ἀργότερα, νὰ χάνουν ἀπὸ τὴν αἴγλη τους καὶ τὴν ἐπιρροὴ τοὺς τὰ τέρατα.
Καὶ νὰ φοβίζουν ὁλοένα καὶ λιγότερο.
Καὶ τελικὰ νὰ παραμερίζονται καὶ νὰ περιθωριοποιοῦνται.
Ἀφήνοντας μόνο τὴν ἀνάμνησή τους στοὺς μύ­θους ποὺ ἐμπνέουν τὶς τέχνες καὶ τὴν λογοτεχνία.
Καὶ στὰ παραμύθια, μὲ τὰ ὁποῖα οἱ μεγάλοι -κακῶς- τρο­μάζουν τὰ παιδιά: «Γιὰ νὰ κάθονται φρόνιμα».
Πάντως, ὁ ὑποβιβασμός, ἢ ἡ κατάρ­γηση τῶν τεράτων, ἀποτέλεσε καὶ ἀποτελεῖ προφανῶς, πρόοδο σημα­ντική.
Ὅμως ἡ πρόοδος αὐτὴ δὲν μείωσε καὶ πολὺ τὴν ἐπίδραση στὴν ἀνθρω­πό­τητα τῶν φαντασιακῶν «ὄντων» καὶ τῶν συνακολούθων τους.
Καὶ αὐτὸ γιατί, ἤδη ἀπὸ πρίν, εἶχαν ἀντικατασταθεῖ «προοδευτικὰ» τὰ τέρατα ἀπὸ ἄλλες ἐκφράσεις καὶ μορφὲς καὶ δημιουργίες τῆς φαντα­σίας μας.
Καὶ ἀπὸ ἄλλα “ὄντα”, ἐπίσης φαντασι­ακά, ἂν καὶ λιγότερο τρομακτικά.
Ἔτσι, τὰ τέρατα ἐπικάλυψαν -πάντα στὴν Ἑλλάδα- διάφορες πανίσχυρες θηλυκὲς θεότητες.
Καθότι λέγεται ὅτι ἐπικράτησε στὰ παλιὰ ἐκεῖνα χρόνια, μία περίοδος γυναικοκρατίας, ἢ μητριαρχίας.
Πάντως, εἴτε ἐπικράτησε ἡ περίοδος αὐτή, εἴτε ὄχι.
Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι:
Ἐμφανίστηκαν στὸ προσκήνιο τῆς ἀρ­χαίας Ἑλληνικῆς θρησκείας καὶ πί­στης, ἤδη ἀπὸ τὴν παλαιότατη ἀρχαι­ότητα: Ἡ Γαία (ἡ Μητέρα τῆς μητριαρχίας), ἡ Δίκη, ἡ Τύχη, ἡ Μοίρα, ἡ Εἱμαρμένη, καὶ βέβαια καὶ ἡ Ἀνάγκα (στὴν ὁποία καὶ οἱ Θεοὶ πεί­θονται) καὶ οἱ ἐκδικητικὲς Ἐρινύες.
Καθὼς καὶ ἄλλες θηλυκὲς ἱερὲς ὑπάρξεις.
Ὅλες αὐτές, ποὺ ὄντας Δυνάμεις -Θεὲς θηλυκές, ἦταν πιὸ ἀνθρώπινες καὶ λιγότερο τερατώδεις.
Ἀποτελώντας συνεπῶς κάποια πρό­οδο στὶς πίστεις καὶ θρησκεῖες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς.
Ἡ ἀντικατάσταση αὐτή, τῆς Βασι­λείας τῶν Τεράτων, ἀπὸ τὶς Ὑπερθέες θηλυκὲς δυνάμεις καὶ Θεότητες κρά­τησε πιθανὸν (γιατί οἱ πληροφορίες γιὰ τὶς ἀπόμακρες αὐτὲς ἐποχὲς εἶναι λίγες καὶ σκοτεινὲς) ἀρκετὰ χρόνια.
Καὶ ἄφησε μπόλικα γυναικεῖα ἀγαλ­ματίδια καὶ ἄλλα σημάδια καὶ παραδόσεις.
Ἦρθε ὅμως ἡ ἡμέρα πού, γιὰ τοὺς ἴδιους περίπου λόγους, μὲ τὰ τέρατα, πέρασαν καὶ οἱ "Κυρίες" αὐτὲς στὸ παρασκήνιο.
Καὶ ἀντικαταστάθηκαν καὶ πάλι προ­ο­δευτικὰ ἀπὸ τὸ λαμπρὸ Ἑλληνικὸ Δωδεκάθεο.
Τὸ Δωδεκάθεο, ποὺ χάρις στὸν Μέγα Ἀλέξανδρο καὶ τοὺς Ρωμαίους κυ­ρι­άρ­χησε σὲ ὅλη τὴν πολιτισμένη ἀνθρω­πότητα γιὰ αἰῶνες.
Καὶ εἶχε καὶ ἔχει (γιατί ἀκόμη ὑπάρ­χουν δωδεκαθεϊστές, μεταξὺ τῶν ὁποίων κάποιες φορὲς νομίζω καὶ ἡ ἀγαπητή μου Νάτα Μελᾶ) τεράστια καὶ καταλυτικὴ ἐπίδραση στὶς πίστεις καὶ τὶς τέχνες καὶ τὶς παραδόσεις τοῦ πο­λιτισμένου Κόσμου.
Πρόοδος ἦταν ἀσφαλῶς, συγκρινό­μενο μὲ τὰ πρίν, τὸ δωδεκάθεο γιατί εἶναι μία πολὺ πιὸ ἀνθρώπινη καὶ λογικὴ θρησκεία.
Ὅπου ὁ φόβος καὶ ἡ τρομοκρατία καὶ ἡ παράλογη καὶ ξέφρενη φαντασία, παίζει λιγότερο ρόλο.
Καθ’ ὅτι, οἱ διάφοροι θεοὶ τοῦ δωδεκαθέου, εἶχαν ὅλα τὰ ἀνθρώπινα χαρακτηρι­στικά μας.
Καὶ τὰ προτερήματά μας κι ἐλατ­τώματά μας:
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι ἦταν ἀθάνατοι καὶ ὅταν κάποτε τὸ ἐπιθυμοῦσαν ἀόρα­τοι. Καὶ βέβαια ὑποτίθεται ὅτι ἦταν πο­λὺ πιὸ δυνατοί, καὶ ποῦ καὶ ποῦ πιὸ ἔξυπνοι, ὄχι ὅμως πάντα, ἀπὸ ἐ­μᾶς τοὺς θνητούς, ποὺ κάποτε καταφέρναμε νὰ τοὺς ξεγελᾶμε (Ὅμηρος). Ἀλλὰ καθ’ ὅλα τὰ ἄλλα ἦταν ἄνθρω­ποι -σχεδὸν- κα­νονικοί.
Ἴσως μάλιστα ὁρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς νὰ ἔζησαν πραγματικὰ καὶ τὸ δωδε­κάθεο νὰ περιέχει μεγάλη δόση προ­γονολατρείας.
Τὴν πρόοδο τοῦ δωδεκαθέου, ἦρθε μὲ τὸν καιρὸ καὶ μὲ τὴν πρόοδο, νὰ τὴν ἀντικαταστήσει μία ἄλλη τεράστια, κατὰ κοινή ὁμολογία, πρόοδος.
Ἡ πρόοδος τοῦ μονοθεϊσμοῦ.
Μία μορφὴ θρησκείας ποὺ ἐπι­κράτησε, ἀλλὰ καὶ ἐπικρατεῖ ἀκόμη. Καὶ κυβερνᾶ καὶ καθορίζει τὴ ζωὴ δισεκατομμυρίων ἀνθρωπίνων ἀφελῶν ἢ πονηρῶν ὑπάρ­ξεων.
Ἀποτελεῖ δὲ πρόοδο ὁ μονο­θεϊσμὸς γιὰ πολλοὺς λόγους (ποὺ δὲν εἶναι ὅλοι της στιγμῆς) ἀλλὰ καὶ γιατί εἶναι πολὺ πιὸ ἁπλὸς καὶ συγκεντρωτικὸς καὶ σύμφωνος μὲ τὴν τότε ἐπικρα-τοῦσα ὀργάνωση τῶν κοινωνιῶν.
Καὶ γιατί περιορίζει τοὺς πολλοὺς θεοὺς μὲ τὶς διάφορες καὶ πολλὲς φαντασιακὲς ἰδιότητές τους καὶ τὶς παραξενιές καὶ προτιμήσεις τους καὶ ἀνωμαλίες τους, τὶς σεξουαλικὲς καὶ ἄλλες.
Καὶ τοὺς ἀντικαθιστᾶ μὲ ἕναν πολὺ πιὸ λογικό, Πανάγαθο καὶ Φιλάνθρωπο, Σοφὸ καὶ Παντοδύ­ναμο Θεό.
Κυβερνήτη τῶν Πάντων.
Ἀντιγράφοντας ἔτσι τὸν τρόπο ὀργάνωσης καὶ διακυβέρνησης, τῶν τότε κοινωνιῶν.
Ποὺ μὲ τὶς μοναρχίες τους καὶ τὰ διά­φορα βασίλειά τους ποὺ εἶχαν Ὑπουρ­γοὺς καὶ Κυβερνῆτες καὶ στρα­τηγοὺς καὶ ἄλλους ὑποτα­κτικούς.
Οἱ ὁποῖοι μεταφέρθηκαν στὸν Οὐ­ρανό, ὡς Ἅγιοι καὶ Ἄγγελοι, καὶ Ὅσιοι καὶ Ἀρχάγγελοι - Στρατηλάτες κλπ. Γιὰ νὰ ὑπηρετοῦν τὸ βασίλειο τοῦ μοναδικοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι ἡ θρησκεία ἐνίσχυε τὴ μοναρχία καὶ ἡ μοναρχία τὸν μονοθεϊσμό.

Ἔφτασε ὅμως ἡ ὥρα ποὺ προοδευ­τικὰ ἄλλαξαν τὰ πράγματα.
Ὄχι μόνο στὸν τρόπο διακυβέρνησης τῶν πολιτῶν μὲ τὴν ἀντικατάσταση τῆς Μοναρχίας μὲ διαφόρων εἰδῶν καὶ ποιοτήτων δημοκρατίες.
Ἀλλὰ καὶ οἱ πολλοὶ καὶ διαφορετικοὶ μονοθεϊσμοὶ ἄρχισαν νὰ ξεφτᾶνε.
Καὶ νὰ χάνουν ἀπὸ τὴν δύναμη καὶ τὴν πειστικότητά τους καὶ τὴν ἀκρο­αμα­τικότητά τους.
Ἰδίως γιὰ τοὺς σκεπτόμενους ποὺ μποροῦν νὰ διακρίνουν τὶς πολλὲς ἀντιθέσεις καὶ ἀσυνέπειές τους.
Τοὺς παραλογι­σμούς τους καὶ τὶς φαντα­σιακὲς ὑπὲρ-φυσικὲς ἰδιότητές τους.
Καὶ οἱ διάφοροι μονοθεϊσμοὶ ἀντικα­θίστανται προοδευτικὰ ἀπὸ τὶς γνώσεις καὶ τὶς πίστεις καὶ τὶς θεω­ρίες τὶς φιλοσοφικές.
Καὶ ἰδίως τὶς ἐπιστημονικές.
Καὶ σαφῶς ἀνθρωποκεντρικὲς.
Καὶ πάντως λιγότερο φαντασιακὲς καὶ σουρεαλιστικές.
Τελικά, τὸ προοδευτικὸ συμπέρασμα ὅλης αὐτῆς τῆς ἱστορίας τῆς προόδου τῶν Ἑλληνικῶν, καὶ ὄχι μόνο, θρησκειῶν, εἶναι ὅτι:
Πρόοδο ἀποτελεῖ, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ ποὺ γράφουν τὰ λεξικά: Καὶ ἡ ἀπομάκρυνση κατὰ τὸ δυνατὸν ἀπὸ τὰ κάθε εἴδους φαντασιακᾶ ὄντα.
Καὶ ὁ ὑποβιβασμός τους στὶς ἀξιολο­γήσεις μας.
Ή καὶ ἡ κατάργησή τους.
Καὶ ὅτι συνεπῶς μποροῦμε νὰ ἀναμένουμε ὅτι:
Κάποτε στὸ μέλλον: Μὲ τὴν βοήθεια τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν μας (Η/Υ) ἢ καὶ χωρὶς αὐτήν:
Θὰ προκύψει μία μείωση τῆς ἀξίας, τῆς δύναμης καὶ τῆς σημασίας ποὺ ἔχουν ἀκόμη γιὰ τὴν γενικότερη Σκέψη μας καὶ δράση μας οἱ ἔννοιες.
Ἰδίως οἱ πανπεριληπτικές.
Ποὺ ἴσως νὰ ἀντικατασταθοῦν, ἀπὸ πιὸ πολλὲς συγκεκριμένες πληροφο­ρίες καὶ γνώσεις περιπτωσιολογικές, καὶ πραγματικές.
Καὶ ἀπὸ περιγραφὲς καὶ ἐπιση­μάνσεις, πιθανὸ-λογικὲς.

Σημειώσεις

Ἡ ἰδέα τοῦ ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ θεοῦ εἶναι πολὺ πιὸ ἀπλὴ καὶ ἑλκυστικὴ γιὰ τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ καὶ τὴν πίστη μας.
Ἔτσι ἀπὸ πολὺ παλιὰ ὑπῆρξαν πολλοὶ καὶ διάφοροι μονοθεϊσμοὶ ποὺ ὁρισμέ­νοι ἀξίζουν μνείας:
α) Μονοθεϊσμὸς ἦταν -καὶ εἶναι- ὁ Ζαρατουστρικὸς μὲ τὸν Ἀχούρα-Μας­ντα. Ὅμως πολλὰ περὶ αὐτοῦ δὲν εἶναι γνωστά.
β) Μονοθεϊσμὸς ἦταν κι αὐτὸς τοῦ Ἀκε­νά­τον, ὁ Αἰγυπτιακός, ποὺ καὶ γι’ αὐτὸν δὲν γνωρίζουμε πολλά.
γ) Μονοθεϊσμὸς ἦταν πιθανότατα καὶ ὁ Ἑλληνικός τοῦ Ξενοφάνους.
δ) Μονοθεϊσμός ἦταν καὶ εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ πατέρας ἄλλων πολλῶν κα­το­πινῶν, ὁ Ἰουδαϊκός.
Ποὺ εἶναι ἀμιγὴς καὶ σκληρότατος καὶ ἐπίμονος καὶ ἐγωιστικὸς καὶ ἐκδικητι­κὸς καὶ ἄλλα πολλὰ δυσάρεστα.
ε) Μονοθεϊσμὸς σύνθετος (ἀπὸ πολλὲς ἄλλες πίστεις καὶ φιλοσοφίες) καὶ περίπλοκος καὶ παράλογος (μὲ πλήρη περιφρόνηση γιὰ τὴ λογικὴ) καὶ εὐέλικτος εἶναι ὁ Τριαδικός.
Τὸν ὁποῖο ἀσπάζονται οἱ Ὀρθόδοξοι καὶ οἱ Καθολικοὶ καὶ οἱ Προτεστάντες καὶ ἄλλοι πολλοί.
Ὁ ὁποῖος ὑποστηρίζει ὅτι:
Ἕνας εἶναι μὲν ὁ Θεός, ἀλλὰ ἔχει τρεῖς ὑποστάσεις καὶ ἐκφάνσεις καὶ ἐκφρά­σεις. Ἐμφανιζόμενος καὶ ἐνεργώντας πότε ὡς «ὁ Πατὴρ» (γέρος μὲ ἄσπρα γένια).
Πότε ὡς ὁ «Υἱὸς» (νέος μὲ ξανθὰ γένια καὶ μακριὰ μαλλιά). Γεννημένος μὲ σάρκα καὶ ὀστᾶ Ἑβραῖος τῆς ἐποχῆς τῶν Ρωμαίων καὶ τοῦ Ἡρώδη, ποὺ ὑπήρξε πρὶν ἀπὸ 2014 χρόνια.
Καὶ πότε ὡς τὸ «Πνεῦμα» (εἶδος περιστεριοῦ ποὺ πετάει μὲ φτερὰ καὶ λάμπει).
Ὁ Μονοθεϊσμὸς αὐτὸς (πράγματι τριαδικὸς πολυθεϊσμός), ὁ Χριστιανικός, πιστεύει ἀκόμη καὶ λατρεύει μία Παρθένο Μαρία. Ποὺ γέννησε ἀπὸ μὴ ἀνθρώπινη, θεία σύλληψη ἕναν ἄνθρωπο, τὸν Χριστό.
Ποὺ σταυρώθηκε, πέθανε καὶ ἀνεστήθη. Πιστεύουν ἀκόμα οἱ Χριστιανοὶ καὶ ἕνα σωρὸ ἄλλα παράλογα καὶ ἀδύνατα καὶ ἀντίθετα μὲ τὴν ἀνθρώπινη λογικὴ «θαύματα», π.χ. ὅτι τὸ κρασὶ γίνεται αἷμα. Τὸ ψωμὶ γίνεται σάρκα τοῦ Χρι­στοῦ, ὄταν προσευχόμαστε κατάλληλα.
Καὶ ἄλλα ὑπερρεαλιστικὰ παράδοξα θαύματα.
στ) Ὁ Μουσουλμανικὸς Μονοθεϊσμός:
Εἶναι πιὸ ἁπλὸς καὶ ἁπλοϊκὸς καὶ πρακτικός. Ὅμως τελευταία ἔγινε πολὺ πιὸ φανατικὸς καὶ ἐπίμονος καὶ δολοφο­νικὸς «τῶν ἀπίστων».
ζ) Ὑπῆρχαν καὶ ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι μονοθεϊσμοὶ (καὶ βέβαια καὶ πολυθεϊσμοί).
Ὅμως τὰ παραπάνω παραδείγματα ἀρκοῦν γιὰ νὰ δείξουν ὅτι ὅλα αὐτὰ πηγὴ ἔχουν τὴν ἀχαλίνωτη, παράλογη ἀνθρώπινη φαντασία μας.
Καὶ ὅτι μόλις τῆς μπεῖ (λογικὸς) χαλινός, θὰ μποῦν στὸ χρονοντούλαπο τῆς Ἱστορίας.

IV. Τὰ Δεινὰ

Πάμπολλα εἶναι τὰ δεινὰ ποὺ ὑφί­στανται τὰ ζῶντα ὄντα ἀπὸ τὴν γέννησή τους (τὴν σύλληψή τους) μέχρι τὸν θάνατό τους.
Τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ ὁποία εἶναι τὰ ἐκ τῆς φύσεως προερχόμενα, ἢ τὰ “Φυσικά”.
(Ἀλλὰ, τώρα ποὺ ἡ φύση ἀντικατα-στάθηκε ἀπὸ τὴν εἰδικὴ ἐπιστή­μη τῆς Φυσικῆς, μὲ τὴν Με­γάλη - Ἔκταση, ἴσως συνεπέστερο εἶναι νὰ τὰ ἀποκα­λοῦ­με: «Μεγαλοε­κτατικά».)
Πάντως ἀπὸ τὰ λιγότερα: Τὰ ἀνθρω­πο­δημιούργητα δεινά, αὐτὰ ποὺ εἶναι ὄχι μόνο τὰ πιὸ πολλὰ ἀλλὰ καὶ τὰ πιὸ παράλογα καὶ φοβερὰ καὶ τὰ χειρότερα καὶ κυρίως ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἔχουν πραγματικὸ λόγο ὕπαρξης καὶ θὰ μποροῦσαν εὔκολα νὰ ἀποφευ­χθοῦν, εἶναι νομίζω τὰ προ­ερχόμενα καὶ δημιουργημένα ἀπὸ τὴν Μεγάλη Παρανόησή μας.
Καὶ τοῦτο γιατί:
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἂν καὶ ἀπὸ τὴν "Φύση" μας4 (ὅπως καὶ πολλὰ άλλα εἴδη σαρκοβόρων) εἴμαστε ἀναγκα­σμένοι γιὰ νὰ τραφοῦμε καὶ νὰ ἐπιζήσουμε, νὰ εἴμαστε αἱμοβόροι κι αἱμοσταγεῖς κρεατοφάγοι.
"Ἐν τούτοις": Ἔχουμε χάρις στὸ ἐπιπλέον ἐγκεφαλικὸ ἐπίστρωμά μας (τὸ 7ο;) τὴν δυνατότητα καὶ τὴν ἱκανότητα τῆς δημιουργίας ἠθικῆς θεωρίας καὶ συμπεριφορᾶς.
Κι ἐπιλογῶν.
Ὁ δὲ κύριος ἠθικὸς κανόνας μπορεῖ νὰ εἶναι: «Μὴν βλάπτεις ἄλλα ζῶντα ὄντα καὶ το περιβάλλον πε­ρισσότερο ἀπ’ ὅ,τι εἶναι ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ἐπιβίωσή σου. Τὴν δική σου καὶ ἄλλων ἀπαραί­τητων, κατὰ τὴν κρίση σου καὶ ἴσως ὄχι μόνο τῆν δική σου, κι ἐπίλεκτων καὶ ἀγαπητῶν ζώντων ὄντων».
(Καὶ ὄχι τὸ «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» ποὺ περιορίζει τοὺς ἀνθρώπους καὶ μόνον.)
Ἔχει μάλιστα παρατηρηθεῖ ὅτι τὰ περισσότερα ζῶα, ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ αἱμοβόρα, ἀποφεύγουν νὰ σκοτώνουν καὶ νὰ ὑποβάλλουν σὲ μαρτύρια καὶ νὰ καταβροχθίζουν ἄλλα τοῦ γένους τους ἢ τοῦ εἴδους τους.
Ἐξαίρεση σὲ αὐτὸν τὸν σχεδὸν
"ἠθικό" κανόνα ἀποτελεῖ τὸ ἀν­θρώ­πινο γένος.
Γιατί ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ὄντας σαδομαζοχιστές, παρόλο ποὺ πολὺ σπάνια τρῶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, συχνότατα ἀλληλοσκοτωνόμαστε καὶ ὑποβάλ-λουμε τοὺς συνανθρώπους μας σὲ φρικτὰ μαρτύρια.
Εἶναι δὲ γνωστό, ἰδίως σὲ ὅσους μελετοῦν τὴν ἀνθρώπινη ἱστο­ρία μας, ὅτι τὶς περισσότερες φορὲς γιὰ τὰ φρικτὰ αὐτὰ μαρτύρια καὶ τοὺς ἀλληλοσκοτωμούς μας:
Αἰτία, ἢ ἀφορμὴ μᾶς δίνουν:
Ἡ συμμόρφωση σὲ "ἐπιθυμίες" κι "ἐντολὲς" φαντα­σιακῶν -ἀνύπαρ­κτων πραγμα­τικὰ- "ἱερῶν" δῆθεν "ὄντων".
Γι’ αὐτὸ καὶ μποροῦμε νὰ ἰσχυρι­στοῦ­με, χωρὶς τὸν φόβο "νὰ πέσουμε πολὺ ἔξω" ὅτι:
Ἡ Μεγάλη Παραπλάνηση μᾶς εἶναι ἡ κυριότερη πηγὴ τῶν ἀνθρωποδημι-ούργητων δεινῶν μας.

Βέβαια, σήμερα πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς, ἰδίως οἱ λεγόμενοι "προοδευτικοί", νομίζουν ὅτι:
Τὰ μαρτύρια καὶ οἱ σκοτωμοί, οἱ ὀφειλόμενοι σὲ φαντασιακὰ "ὄντα" καὶ σὲ φαντασιακὲς ἰδεολογίες ἔχουν ποσοτικὰ καὶ ποσοστιαία μειωθεῖ.
Φαίνεται ὅτι οἱ "προοδευτικοὶ" αὐτοὶ περιορίζουν τὶς γνώσεις τους σὲ ἐλά­χιστες περιοχὲς τῆς Κεντρικῆς Εὐρώ­πης καὶ μόνο.
Καὶ σὲ κάποιες χριστια­νικὲς θρη-σκεῖες ποὺ τώρα πιὰ "ἔχουν βάλει νερὸ στὸ κρασί τους".
Ὅμως, ὁ Μουσουλμανικός, (καὶ ὄχι μό­νο;) Μεσαίωνας ἐξακολουθεῖ νὰ σκοτώνει καὶ νὰ κατατυραννεῖ.
Ἴσως δὲ ἀρι­θμητικὰ νὰ ὑπάρχουν περισσότερα θύματα προκαταλήψεων, λόγω καὶ τῆς γεωμετρικῆς αὔξησης τῶν ἀμόρφωτων καὶ ἀσυμμόρφωτων πλη­θυ­σμῶν.
Σημειώσεις

1) Από τὰ ἀναρίθμητα ἀνθρωπο-δημι­ούρ­γητα δεινά της ἀνθρωπότητας, καὶ ὁρισμένων ζώων, ποὺ ὀφείλονται σὲ φαντασιακὰ ἀνύπαρκτα ὄντα, καὶ σὲ δῆθεν «ἐπιθυμίες» τους ἢ "ἐντολές" τους:
θὰ βάλω ἐδῶ ὁρισμένα παραδείγματα χαρακτηριστικά: Ἀπ’ τὰ βιβλία τοῦ Γ. Παμπούκη.
α) Ὅταν κάποιος τὸν Μεσαίωνα κατη­γο­ροῦ­σε ἕνα ὂν (ἰδίως: γριὰ γυναίκα, Ἑβραῖο, ἢ γάτα κ.α.) ὅτι κάνει μαγικά, ἢ εἶναι Μάγισσα, ἢ Μάγος. Σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες τῆς Ἱερᾶς Ἐξέτασης, τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐκπροσω­ποῦσε τὴν "Βούληση" καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Παντοδύναμου Μοναδικοῦ Θεοῦ καὶ Πλάστη τῶν Πάντων καὶ ἠμῶν τῶν ἀνθρώπων.
Καὶ τῆς Καθολικῆς ἐκκλησίας Του:
Ἔδεναν τὸ θύμα πισθάγκωνα καὶ τὸ ἔριχναν σὲ βαθὺ νερό, λίμνη, ἢ θάλασσα. Καὶ ἐὰν πνιγόταν ἦταν ἀθῶο.
Καὶ θὰ πήγαινε στὸν ἄλλο κόσμο μὲ ἐλπίδες αἰώνιας σωτηρίας.
Ἀν δὲν πνιγόταν, ἐπρόκειτο ἀσφαλῶς κὶ ἀποδεδειγμένα γιὰ Μάγο, ἢ Μάγισσα.
Καὶ συνεπῶς, τὸν ἔβγαζαν καὶ τὸν ἔκαι­γαν ζωντανό. Ὅπως ἦταν ἡ εἰκαζόμενη (ἢ ἡ μαγικὰ ἐκδηλωμένη στὸν Πάπα) ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου.
Ὁ δὲ καιγόμενος Μάγος εἶχε τὸ πλεονέκτημα, λόγω τῆς πυρᾶς, νὰ ἔχει ἡ ψυχή του περισσότερες πιθανότητες νὰ πάει στὸ Καθαρτήριο μὲ τὴν ἐλπίδα κάποτε νὰ σωθεῖ.
Πράγμα ποὺ ἔδειχνε τὴν "μεγαλοψυχία, καλοσύνη καὶ φιλανθρωπία" τῶν Ἱερο­εξεταστῶν.

β) Πολλὰ χρόνια μετὰ τὸν Μεσαίωνα:
Ὁ Γάλλος Βασιλεὺς Λουδοβίκος ὁ 14ος.
Ἄνθρωπος μορφωμένος καὶ συνετός.
Καὶ ὑπόδειγμα, γιὰ ὅλους τους μέχρι τότε καὶ τώρα Βασιλεῖς.
Στὰ στερνά του βίου του, (ἀπὸ φόβο τῆς Κόλασης;), πείσθηκε ἀπὸ τὴν γυναίκα του, τὴν Mme de Maintenon (La Veuve Scarron) καὶ ἀπὸ τὸν Ἰησουΐτη ἐξομολο­γητή του, Lachaise, ὅτι:
"Ἦταν ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου".
Νὰ ἀνακαλέσει τὸ "Ἔδικτο τῆς Νάντης" (τοῦ Ἐρρίκου τοῦ Δ΄) ποὺ ἐξασφάλιζε τὴν ἐλευθερία τῆς πίστης τῶν διαφορε­τικῶν θρησκειῶν.
Πράγμα ποὺ ἔκανε:
Μὲ ἀποτέλεσμα αὐτὸς ποὺ τόσο τὴν ἀγαποῦσε καὶ φρόντιζε τὴν Γαλλία, νὰ τὴν καταστρέψει οἰκονομικὰ καὶ ὄχι μόνο.
Γιατί, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν σφαγὴ ἑνὸς μεγάλου μέρους τοῦ πληθυσμοῦ της.
Ἡ ἀναχώρηση τῶν προτεσταντῶν καὶ τῶν Ἑβραίων, τῶν πιὸ ἐργατικῶν καὶ προο­δευ­τικῶν κατοίκων της, ἐξασφάλι-σε στὶς Κάτω Χῶρες, ἀλλὰ ἰδίως στὴν Ἀγγλία, τὴν εὐμάρεια καὶ τὴν παγκό­σμια κυριαρχία.

2) Ἡ μέχρι τώρα Ἰστορία μας (καὶ τα βιβλία τοῦ Γιώργου Παμπούκη) ἔχει τόσα πολλὰ παραδείγματα εγκληματικῶν θρησκευτικῶν, καὶ ὄχι μόνο πολέμων.
Καὶ τῶν ἀπάνθρωπων συνεπειῶν τους ποὺ ἔγιναν -καὶ γίνονται- μὲ ἐντολές "ἀνύπαρκτων" φαντασιακῶν "ὄντων".
Ἢ γιὰ τὴν ὑπεράσπιση φανατικῶν, καταστροφικῶν ἰδεολογιῶν καὶ -ισμῶν. Ποὺ περισσεύουν ἄλλα παραδείγματα.

3) Ἀξίζει ἐδὼ νὰ παρατηρηθεῖ ὅτι:
Ὅσο σὲ πιὸ ἀνύπαρκτα καὶ φαντασιακὰ "ὄντα" βασίζεται μιὰ θεωρία ἢ πίστη, τόσο πιὸ πολλοὺς φανατικοὺς ὀπαδοὺς ἀποκτᾶ καὶ ἔχει.
Ἡ φαντασία μας εἶναι συχνότατα (πάντα;) πιὸ ἐπίμονη καὶ δυνατὴ ἀπὸ τὴν σκληρὴ πραγματικότητα.
Καὶ κάποτε μᾶς καταστρέφει.
V. Οι Ἕλληνες

Ἡ εὐθύνη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων γιὰ πολλὲς ἀπὸ τὶς παραπλανήσεις μας καὶ γιὰ τὴ Μεγάλη Παραπλάνησή μας, καὶ συνεπῶς καὶ γιὰ πολλὰ ἀπὸ τὰ παλαιὰ καὶ τωρινὰ ἀνθρωποδη­μι­ούργητα δεινά μας εἶναι πιστεύω μεγάλη.
Καὶ τοῦτο γιατί:
ἐνῶ ἦταν σχεδὸν οἱ μόνοι ποὺ εἶχαν καὶ τὸ ἀπαραίτητο μυαλὸ καὶ τὴν διαθεσιμότητα, λόγῳ τῶν δούλων καὶ τῶν γυναικῶν ποὺ εἶχαν ἀναλάβει τὴν φροντίδα "τῶν πρὸς το ζεῖν", καὶ τὴν ἀνάλογη ἐκπαίδευση καὶ τὸ σχετικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὰ θέματα αὐτά, γιὰ τὰ ὁποία ἐξ ἀρχῆς καὶ ἐξ Ἀρχῆς εἶχαν κάνει τὴν καλὴ Ἀρχὴ μὲ τοὺς φυσικοὺς καὶ ὑλιστὲς = τοὺς προ­σωκρατικούς, ἢ προπλα­τωνικοὺς στοχαστὲς. Kαὶ μποροῦσαν νὰ ἀπο­φύγουν τὶς περισ­σό­τερες ἀπὸ τὶς σημαντικότε­ρες προκαταλήψεις μας:
Τελικὰ δὲν τὸ ἔκαναν.
Πράγμα, ποὺ ἂν τὸ εἶχαν κάνει, πολλὰ ἀπὸ τὰ περιττά δεινά της ἀνθρωπότητας θὰ εἶχαν ἀποφευχθεῖ.
Στὴν περίπτωση δὲ τῆς Μεγάλης - Παραπλάνησής μας, ὄχι μόνο παρέ­λειψαν τὴν διάκριση τῶν ὄντων σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακά, ἀλλὰ χειροτέρεψαν τὴν κατάσταση, δίνο­ντας μεγαλύτερη ἀξία, ὕπαρξη καὶ σημασία στὰ ἀνύπαρκτα "ὄντα".
Καὶ στὶς φαντασιακὲς "ὑπάρξεις" καὶ "καταστάσεις" καὶ "περιστάσεις" καὶ στὰ φαντασιακὰ "πράγματα" καὶ "γεγονότα".
Μάλιστα: ἡ αἴγλη καὶ ἡ ἐπιβολὴ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων στὰ ζητήματα αὐ­τὰ τὰ στοχαστικὰ καὶ φιλοσοφικὰ
-δικαίως- ἦταν τέτοια ποὺ οἱ κατοπινοί τους -δυστυ­χῶς- δὲν μπόρεσαν (γιὰ λόγους ποὺ δὲν εἶναι τοῦ παρόντος) καὶ κυρίως δὲν τόλ­μησαν νὰ τοὺς ἀντιταχθοῦν.
Ή καὶ νὰ τοὺς διαψεύσουν.
Κι ἔτσι πολλὲς ἀπὸ τὶς παλαιὲς προ­λήψεις τῆς ἀνθρωπότητας, προ­καταλήψεις καὶ παραπλανήσεις καὶ ἡ Μεγάλη-Παραπλάνησή μας, παρέμει­ναν νά μᾶς, στραβά, καθοδηγοῦν.
Καὶ συχνὰ ταλαιπωροῦν.
Ἡ δὲ εὐθύνη τοῦ Πλάτωνα γιὰ τὴν Μεγάλη-Παραπλάνησή μας, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλες προκαταλήψεις μας, ὑπῆ­ρξε, νομίζω καταλυτική.
Γιατί ἡ προσωπικότητά του καὶ ἡ ἐπιβολὴ τοῦ ἦταν τέτοια ποὺ οὔτε ὁ Ἀριστοτέλης, παρόλο ποὺ κόντεψε δὲν μπόρεσε νὰ τοῦ ἀντιταχθεῖ ἢ νὰ τὸν διαψεύσει ξεκάθαρα στὸ θέμα αὐτὸ ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλα.
Ὅσο δὲ γιὰ τοὺς κατοπινούς του φι­λοσόφους, ἢ καὶ εἰδικοὺς στοχαστές, καλύτερα νὰ μὴν μιλᾶμε.
Αὐτὸ μάλι­στα ποὺ ἔκανε ὁ Πλάτων, τὸ Μέγα-Λάθος, ἦταν νὰ γράψει καὶ νὰ ὑποστηρίξει μὲ τρανταχτὰ ἐπιχει­ρήματα ὅτι τὰ πραγματικὰ ὄντα καὶ πράγματα καὶ ἀντικείμενα καὶ οἱ πραγματικὲς, κα­ταστάσεις εἶναι κακὰ ἀντίτυπα καὶ ἀντίγραφα τῶν φαντα­σιακῶν. Δηλαδὴ τῶν Ἰδεῶν.
Ποὺ εἶναι οἱ μόνες ποὺ ἔχουν πραγ­μα­τικὴ ἀξία, δύναμη καὶ σημα­σία καὶ ὕπαρξη αἰώνια.
Ἐνῶ τὰ πραγματικὰ εἶναι προσωρινὰ καὶ μετα­βλητὰ καὶ μεταβαλλόμενα. Δη­λα­δὴ πολὺ μικρότερης ἀξίας, ὑ­πάρ­ξεως καὶ σημασίας καὶ διάρκειας.
Καὶ βέβαια οἱ διαφόρων βαθμῶν καὶ ἐποχῶν καὶ θρησκειῶν ἱερωμένοι δὲν εἶχαν κανένα συμφέρον νὰ ὑποβιβά­σουν, ἢ καὶ νὰ ὑποτιμήσουν τὰ φα­ντα­σιακὰ ὄντα. Kαὶ να μην ὑποστη­ρίξουν τὶς ἀπόψεις τοῦ Πλάτωνα.
Ἀντίθετα μάλιστα, εἶχαν κάθε συμ­φέρον νὰ ὑπερτιμήσουν τὰ φαντα­σιακὰ ὄντα καὶ νὰ τὰ προβάλ­λουν καὶ μεγαλοποιοῦν.
Ὅσο γιὰ τοὺς πιστούς; Αὐτοὶ τρομο­κρατημένοι ἀπὸ τὰ φοβερὰ παραμύ­θια τῶν προπατορικῶν ἁμαρτημάτων καὶ τῶν κολάσεων μὲ τὰ βράζοντα καζάνια καὶ τὶς φωτιὲς καὶ τοὺς δια­βόλους μὲ τὶς τρίαινες καὶ τὰ πηρού­νια καὶ τὰ κέρατα καὶ τὶς οὐρές.
Καὶ ἐλπίζοντας στὴν συγχώρεση καὶ τὸν παράδεισο μὲ ὅλα τὰ καλά:
Ἀνέβαζαν τὰ φαντασιακὰ ἱερὰ ὄντα "στὰ οὐράνια".
Καὶ ὑπάκουαν τὶς ἐντολὲς τῶν δῆθεν ἐντολοδόχων τοὺς τυφλὰ:
"Πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα".
Ἔτσι, ὅσο περνοῦσαν τὰ χρόνια μετὰ τὸ δωδεκάθεο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ τῶν Ρωμαίων καὶ τοῦ Μεγάλου Ἀλέξανδρου καὶ τῶν Ἑλληνιστικῶν χρόνων, καὶ ἀφοῦ ἐπεκράτησε ὁ Μονο­θε­ϊσμὸς, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς βάρβαρες φυλὲς τῶν ἔξω-Μεσο­γειακῶν λαῶν.
Κάθε πραγματικὴ πρόοδος ἀνετράπη.
Κι ἐπεκρά­τησε ὁ σκληρὸς καὶ ἀπάν­θρω­πος καὶ καταστρεπτικός του κλα­σικοῦ κάλ­λους καὶ τῆς φιλαν­θρωπίας καὶ τοῦ ἀνθρωπισμοῦ: Δυτικὸς Με­σαί­ωνας.
Ἀποδεικνύοντας ὅτι ὁ Μονοθεϊσμὸς ποὺ ἀρχικὰ ἀποτελοῦσε κάποια πρό­οδο, μποροῦσε σὲ συνδυασμὸ μὲ τὰ βαρβαρικὰ φύλα ποὺ ἐπικράτησαν καὶ ἄλλες εἰδικές, οἰκονομικὲς καὶ ἄλλες, συνθῆκες νὰ μεταπέσει στὸν πιὸ παράφρονα, φαντασιακὸ, ξέφρενο σκοταδι­σμό.
Καταδικάζοντας τὴν σάρκα καὶ κάθε ἐλευθερία σκέψης καὶ χαρά.
Ἐν ὀνόματι ἐντολῶν τοῦ ἀνύπαρ­κτου, φαντασιακοῦ, μοναδικοῦ Θεοῦ.

Βέβαια, πολλὲς ἀπὸ τὶς παραπάνω ἐξελίξεις δὲν μποροῦν καὶ δὲν πρέπει νὰ καταλογιστοῦν στὸ παθητικὸ μόνο τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων.
Ὅμως αὐτὸ δὲν ἀλλάζει τὸ γεγονὸς ὅτι ἂν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐνῶ τὸ μπο­ροῦ­σαν καὶ εἶχαν κάνει τὴν ἀρχὴ -καὶ τὴν Ἀρχὴ- μὲ τοὺς προσωκρατι­κούς, δὲν ἄλλαζαν πορεία (=Σκέψη) μὲ τὸν Παρμενίδη, τὸν Πλάτωνα καὶ τοὺς κατοπινούς τους.
Καὶ εἶχαν κρατήσει τὴν ἀρχικὴ σωστὴ κα­τεύθυνση, τότε πολλὰ ἀπὸ τὰ δεινά της, τότε καὶ τῆς κατοπινῆς ἀνθρω­πό­τητας θὰ εἶχαν ἀποφευχθεῖ.
Πλὴν ὅμως, οἱ παραλείψεις αὐτὲς τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων (ἴσως οἱ ἠθελη­μέ­νες) καὶ ἡ εὐθύνη τους γιὰ πολλὲς ἀπὸ τὶς προκαταλήψεις μας καὶ γιὰ τὴν Μεγάλη-Παραπλάνησή μας καὶ τὶς ἄλλες, δὲν μπορεῖ καὶ δὲν πρέπει νὰ συσκοτίσει τὸ καταπλη­κτικὸ μο­να­δικὸ Ἑλληνικὸ Θαῦμα.
Τὸ ὅτι δηλαδή:
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐφτίαξαν γιὰ λόγους ποὺ ἀπαιτοῦν πολλὰ βιβλία, ἕναν καταπληκτικὸ καὶ ἀνεπανά­ληπτο (δυστυχῶς μέχρι σή­μερα) πολιτισμό.
Καὶ ἄνοιξαν δρόμους καὶ τρόπους σκέψης σημαντικοὺς καὶ κριτικούς, ἀποκαλυπτικούς.
Προκαλώντας μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν
-δίκαια- τὸν θαυμασμὸ καὶ τὴν εὐ­γνω­μο­σύνη τῶν ἄλλων ἐποχῶν καὶ λαῶν.
Πράγμα ποὺ συνέβαλλε καὶ συμβάλ­λει στὴν σωτηρία αὐτῶν ποὺ ἐξακο­λουθοῦν μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια νὰ μιλοῦν καὶ νὰ γράφουν (Ζήτω!) μὲ τὰ ἴδια γράμματα, μία γλώσσα ποὺ εἶναι πολὺ συγγενὴς -περισσότερο ἀπὸ ὅτι γενικὰ νομίζεται- μὲ τὴν ἀρχαία Ἑλληνική.

Σημειώσεις
1) Τὸ ἁμάρτημα τοῦ Πλάτωνα τῆς ὑποτίμησης τῆς πραγματικότητας καὶ τῶν πραγματικῶν ὄντων, γιὰ χάρη τῆς φαντασίας καὶ τῆς προβολῆς ἀνύπαρ­κτων πραγματικὰ "ὄντων". Στὸ ὁποῖο ἴσως τὸν παρέσυρε ὁ θαυμασμός του καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν μέγα καὶ κατ’ αὐτὸν, Παρμενίδη:
Δὲν εἶναι τὸ μοναδικό.
Ὑπέπεσε καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα (βλέπε καὶ 7η ἐπιστολή του). Ἀπὸ τὰ ὁποία γιὰ τὸ ἐδῶ γραπτὸ θὰ ἀναφέρω μόνον ἕνα σχετικὸ μὲ τὰ ἐδῶ καὶ χαρακτηριστικό:
Τὸ ὅτι ἔβαλε ὅλες τὶς ἀρχὲς κι Ἀρετὲς ἀπὸ τὴ μια, τὴν καλὴ μεριά, συνδυαστικὰ καὶ γιὰ πάντα.
Καὶ ὅλες τὶς κακίες συλλήβδην ἀπὸ τὴν ἄλλη, στὴν ἀπέναντί τους περιοχή.
Ἔτσι: Μὲ τὰ γραφτὰ τοῦ ἔδωσε τὴν ἐντύπωση, ἢ μᾶλλον πρόβαλλε ὅτι:
Ἐφόσον ὅλες οἱ Ἀρετὲς εἶναι καλὲς = Συγκεκριμένα προϊόντα της Ὑπέρτατης ἰδέας τοῦ Καλοῦ.
Στὴ γενικὴ κατηγορία καὶ ἔννοια τοῦ ὁποίου ὑπάγονται. Καὶ μὲ τὴν ὁποία συγγενεύουν καὶ ὁμοιάζουν.
(Καὶ ὅλες οἱ κακίες τοῦ Κακοῦ.)
Συνεπῶς -καὶ λογικὰ- κατὰ κάποιο τρόπο θὰ ταυτίζονται καὶ θὰ συνάδουν καὶ θὰ συνεργάζονται καὶ θὰ συμπίπτουν.
Γιὰ αὐτὸ καὶ στοὺς διαλόγους τοῦ βρίσκουμε συχνὰ τὸν Σωκράτη νὰ λέει:
«Ἐφόσον εἶναι Καλὸς δὲν θὰ εἶναι καὶ Δίκαιος;».
Κι «Ἐφόσον εἶναι Δίκαιος δὲν θὰ εἶναι καί Μεγαλόψυχος; κ.λ.π.»
Καὶ τὸ ἴδιο κάνει -ἂν καὶ λιγότερο ρητὰ- μὲ τὶς κακίες. Π.χ. Εφ’ ὅσον εἶναι δειλὸς, δὲν θὰ εἶναι καὶ χαιρέκακος;
Ὅμως ἐνῶ αὐτὰ στέκουν καὶ εἶναι ἀπὸ μία ἄποψη -φαινομενικά;- λογικά.
Δὲν εἶναι πραγματικά. Δὲν παρουσιάζονται ἔτσι στὴν πραγματικότητα.
Γιατί πολλὲς εἶναι οἱ φορὲς -οἱ περισσότερες;- ποὺ ἡ μία κατηγορία καὶ ἔννοια καὶ Ἀρετὴ ἀντιτίθεται καὶ καταπολεμᾶ τὴν ἄλλη.
Καὶ ἂς προσπαθοῦν οἱ ὄψιμοι ὀπαδοὶ τοῦ Πλάτωνα καὶ οἱ πολιτικοὶ καὶ πολλοὶ δημοσιογράφοι νὰ μᾶς πείσουν γιὰ τὸ ἀντίθετο.
Φτιάχνοντας ἀδόκιμες συνθέσεις.
Εἶναι ἑπομένως φανερὸ ὅτι:
Συχνότατα ἡ μία Ἀρετὴ (ἡ Ἰδέα, ἡ ἔννοια, ἰδίως ἡ πανπεριληπτικὴ) ὄχι μόνο δὲν συνάδει ἀναγκαστικὰ καὶ λογικὰ πρὸς τὴν ἄλλη ἀλλὰ καὶ κάποτε τὴν καταπολεμᾶ.
Καὶ ὅτι ἡ Πλατωνικὴ λογικὴ δὲν συμπίπτει μὲ τὴν πραγματικότητα.
Ἢ, ἡ πραγματικότητα δὲν εἶναι πάντα λογική.
Ὅπως ἔγραψε καὶ ὁ Χέγκελ.
Ἀλλὰ, ἐνῶ ἐκεῖνος εἶπε:
«…στὴν περίπτωση αὐτὴ τόσο τὸ χειρότερο γιὰ τὴν πραγματικότητα.»
Ἀλήθεια, εἶναι καὶ πιὸ πραγματικό καὶ ταυτολογικὸ τὸ:
«…τόσο τὸ χειρότερο γιὰ τὴν λογική.»
(ποὺ πιστεύω κι εγώ).
Βέβαια τὸ πότε εἶναι καλύτερο κάποιος νὰ εἶναι περισσότερο Καλός, ἢ Δίκαιος, ἢ Φιλελεύθερος, ἢ Παραγωγικός, ἢ Σπάταλος, ἢ Οἰκονόμος (=τσιγκούνης), ἢ γενναῖος καὶ παράτολμος, ἢ συνετὸς καὶ προσεκτικός, κλπ.
Εἶναι πρόβλημα πρακτικὸ καὶ συγκεκριμένο.
Ποὺ πρέπει νὰ ἀντιμετωπιστεῖ ἀνάλογα μὲ τὶς ἐπικρατοῦσες κάθε φορᾶ εἰδικὲς συνθῆκες καὶ τὸ περιβάλλον.
Πάντως τὰ μεγάλα λάθη τοῦ Πλάτωνος, δὲν μποροῦν -γιὰ νὰ εἴμαστε δίκαιοι- νὰ μειώσουν τὸ μεγαλεῖο του, ποὺ γιὰ πολλὰ ἀκόμη χρόνια θὰ μᾶς καθοδηγεῖ.
Οὔτε πρέπει νὰ μᾶς κάνουν νὰ ξεχνᾶμε τοὺς πάμπολλους δρόμους ποὺ ἄνοιξε καὶ ἔστρωσε γιὰ τὴν Σημαντικὴ Σκέψη.

2) Γιὰ νὰ ἐξηγηθεῖ τὸ Ἑλληνικὸ θαῦμα πολλὲς θεωρίες καὶ πολλὰ βιβλία ἔχουν γραφεῖ.
Ἄλλα, ὑποστηρίζουν περισσότερο τὸ περιβάλλον μας καὶ ἄλλα τὸ DNA καὶ ὅλα τὸν συνδυασμό τους καὶ ἄλλα, ἄλλα. (Τὸ κλίμα, τὴν ἐποχή, τὴν θάλασσα, τὸ ἐμπόριο κλπ.)
Ἐδῶ θὰ προσθέσω μία τμηματικὴ ἐξήγηση = ὑπόθεση, ποὺ θεωρῶ ἐν­διαφέρουσα καὶ ἄξια περαιτέρω διερεύνησης.
Μία προσπάθεια νὰ ἐξηγηθεῖ ἡ φιλοσο­φικὴ καὶ ὄχι μόνο, κριτικὴ παράδοση:
Τὸν γιὰ ἔξι μῆνες καθηγητή μου, Κὰρλ Πόππερ, δὲν σεβόμουν πολύ.
Ἔτυχε νὰ τὸν γνωρίσω τὴν ἐποχὴ πού, ὄντας νεοαφιχθεῖς, τὸν εἶχαν στριμώξει σὲ μία ὑπόγεια αἴθουσα τοῦ L.S.E. (London School of Economics) καὶ δὲν τὸν θεωροῦσαν, ὅπως ἀργότερα, σημαντικό.
Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ τὰ Ἀγγλικά μου ἦταν πολὺ ἐλλιπῆ. Καὶ δυστυχῶς τοῦ Πόππερ τὰ Γερμανοαγγλικὰ χειρότερα.
Ἔτσι μετὰ ἔξι μῆνες (κακῶς) τὸν ἐγκατέ­λειψα, επιλέγοντας ἄλλο προαιρετικὸ μάθημα.
Ἐπίσης, ἡ γνώμη μου γιὰ τὸν Θαλὴ (ἴσως καὶ πάλι κακῶς) ἦταν κακή.
Γνώριζα ὅτι τὰ μόνα σωζόμενα ἀποσπά­σματά του ἦταν τὸ “Πάντα γέμει θεών”.
Καὶ ἕνα ἄλλο ποὺ ὑποστήριζε ὅτι: Ἡ Γῆ κολυμπάει σὰν κούτσουρο στὸ νερό.
Δὲν τοῦ εἶχα μεγάλο θαυμασμό, παρόλο ποὺ οἱ εἰδικοὶ λένε ὅτι ἀπὸ αὐτὸν ξεκίνη­σε ἡ Ἑλληνικὴ καὶ ὄχι μόνο φιλοσοφία.
Ὅμως πρόσφατα διάβασα ἕνα κείμενο τοῦ Πόππερ καὶ μία ὑπόθεσή του γιὰ τὸν Θαλὴ ποὺ μὲ ἔκανε νὰ ἀλλάξω γνώμη καὶ γιὰ τοὺς δύο τους.
Ὑποστηρίζει δὲ ὁ Πόππερ ὅτι: ὁ Θαλὴς ὄντας δάσκαλος τοῦ Ἀναξίμανδρου:
Ἀντὶ νὰ κάνει ὅπως ἄλλοι ἀρχηγοὶ θρησκειῶν καὶ φιλοσοφιῶν (τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Βούδα, τοῦ Μωάμεθ καὶ ὅλων τῶν ἄλλων περιλαμβανομένων) καὶ κομμάτων καὶ σχολῶν κλπ, ποὺ προέτρεπαν τοὺς ὀπαδοὺς τους νὰ τοὺς ακολουθούν και νὰ τοὺς μιμοῦνται:
Αυτὸς τὸν ἔπεισε νὰ τοῦ ἀντιταχθεῖ καὶ νὰ τὸν διορθώνει καὶ νὰ τοῦ ἀντιλέγει.
Καὶ νὰ προσπαθήσει νὰ διορθώνει τὸν δάσκαλο καὶ καθοδηγητή του.
Ἐγκαινιάζοντας μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο: τὴν κριτικὴ Ἑλληνικὴ -καὶ ὄχι μόνο- φιλοσοφία.
Καὶ τὴν κριτικὴ Σκέψη γενικά.
Καὶ συμβάλλοντας ἔτσι οὐσιαστικὰ στὸ Ἑλληνικὸ Θαῦμα.
Ἡ ἀξιολόγησή μου τῆς ὑπόθεσης αὐτῆς τοῦ Πόππερ, ἐξηγεῖ τὰ “κακώς” ποὺ ἔγραψα παραπάνω.


VI. Λέξεις νοήματα, ἔννοιες

Κραυγὲς (γαυγίσματα, νιαουρίσματα) καὶ φθόγγους πολλὰ ζῶα ἐκβάλλουν, πότε γιὰ νὰ ἐκφράσουν συναισθήματα –πόνο, χαρά, δίψα, πείνα κ.α.
(Ἡ γάτα μας ὅταν πεινάει ἔρχεται καὶ μᾶς τὸ λέει = νιαουρίζει χαρακτηριστικά.)
Καὶ πότε γιὰ νὰ εἰδοποιήσουν γιὰ κίνδυνο.
Ἔχουν δηλαδὴ καὶ τὰ ἄλλα ζῶα, ἐκτὸς ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους, τὴν ἀνάγκη καὶ τὴν ἱκανότητα ἔκφρασης καὶ ἐπικοινωνίας.
Ἰδίως ὅσα ζοῦν σὲ ἀγέλες. Τὸ κακὸ εἶναι ὅτι οἱ ἐγκέφα­λοι καὶ ἡ λειτουργία τους, πολλῶν πλούσιων ἐγκεφαλικὰ ζώων (πιθήκων, ἐλεφάντων, φαλαινῶν, δελφι-νιῶν) δὲν ἔχουν ἐπαρκῶς μελετηθεῖ. Ἀλλὰ καὶ τοὺς τῶν ἀνθρώπων τώρα ἀρχίσαμε κάπως περισσότερο καὶ καλύτερα νὰ τοὺς μελετᾶμε.
Πάντως ἐμεῖς οἱ θνητοί, ἐκ κατά­σκευῆς, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια προσπαθειῶν καταφέραμε νὰ φτιάξουμε καλύτερα καὶ πολυπλοκότερα συστήματα ἐπικοινωνίας καὶ διατήρησης τῆς μνήμης καὶ φτιάξαμε τὶς λέξεις.
Οἱ λέξεις εἶναι ἐπιλογὲς καὶ συνδυ-ασμοὶ φθόγγων ποὺ χαρακτηρίζουν (=ἐπαναλαμβάνουν) ὁρισμένες συγκεκριμένες καταστάσεις καὶ πρόσωπα καὶ ἀντὶ-κείμενα.
Οἱ παλαιοὶ πρόγονοί μας ἦταν, φαίνεται, τόσο ἐνθουσιασμένοι ἀπὸ τὸ ἐπίτευγμά τους αὐτό, ὥστε ὄντας Μάγοι τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ἔδωσαν στὶς λέξεις καὶ κυρίως στὶς ὀνομασίες μεγάλη μαγικὴ δύναμη.
Καὶ τελικὰ πίστεψαν -κακῶς- ὅτι:
Ὅποιος γνωρίζει τὴν λέξη, ἢ τὸ ὄνομα ἑνὸς προσώπου ἢ ἀντικει-μένου, τὸ κυριαρχεῖ.
Καὶ ὅτι ἀκόμη καὶ μία κατάσταση μπορεῖ νὰ ἐλεγχθεῖ, ἂν μπορέσουμε νὰ τὴν ὁρίσουμε = χαρακτηρίσουμε μὲ ἕνα ὄνομα. Ἢ μὲ ἕναν ὁρισμό.
Ἀκόμη πίστευαν ὅτι τὰ ὀνόματα εἶναι μέρος τῆς ὑπόστασης τῶν ὄντων, δηλαδὴ τῆς οὐσίας τους.
(Πράγμα ποὺ νομίζω ὅτι:
Καὶ σήμερα πολλοὶ πολιτικοὶ καὶ δημοσιογράφοι τὸ πιστεύουν.)
Ἀργότερα, πολὺ ἀργότερα, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι καταφέραμε κι ἕνα ἄλλο σημαντικότατο μνημονιακὸ – τεχνικὸ ἐπίτευγμα:
Φτιάξαμε τὶς γραφές.
Χάρη στὶς ὁποῖες καὶ μὲ τὶς ὀποίες, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι μποροῦμε νὰ ἐπικοινωνοῦμε καλύτερα καὶ περισσότερο, διατηροῦμε τὶς γνώσεις μας γιὰ πολλὰ πολλὰ χρόνια.
Καὶ τὶς ἐπεκτείνουμε καὶ προεκτείνουμε πολλαπλὰ καὶ οὐσιαστικά.
Ἐδῶ ἀξίζει νὰ παρατηρηθεῖ ὅτι:
Οἱ λέξεις ἀλλάζουν -νοήματα- μὲ τὸν καιρὸ καὶ ἀνάλογα μὲ τὶς ἐποχὲς καὶ τὶς καταστάσεις καὶ συνθῆκες.
Ἐνῶ οἱ ἔννοιες, ἰδίως οἱ πανπεριληπτικές ὄχι, μένοντας πιστὲς στὸν ὁρισμό τους.
Τὸ “καλός” γιὰ τὸν ἀρχαῖο Ἕλληνα σήμαινε ὡραῖος.
Καὶ τὸ “ἀγαθός”, ποὺ τότε ἦταν τὸ σημερινὸ “καλός”, μᾶς εἰδοποιεῖ ὅτι πρόκειται γιὰ διανοητικὰ καθυστερημένο.
Ἀντίθετα οἱ ἔννοιες Σὺν-Πᾶν καὶ Ὕπαρξη (ὅπως ὑποστηρίζει καὶ ὁ Παρμενίδης) πάντοτε θὰ σημαίνουν γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους, αὐτὸ ποὺ ἀρχικὰ ὁρίσαμε νὰ σημαίνουν (=θὰ παραμένουν αμετάβλητες).
Αὐτὰ τὰ ἔγραψα γιὰ νὰ καταλήξω στὸ ὅτι:
Ἡ λέξη “χρόνος” (ἢ χῶρος κλπ) μπορεῖ πότε -ἀνάλογα μὲ τὰ συμφραζόμενα- καὶ τὶς περιστάσεις- νὰ σημαίνει (νὰ θέλει νὰ ἐκφράσει = ὑπενθυμίσει) ἕνα συγκεκριμένο = ὁρισμένο, (ἔστω καὶ στὸ περίπου) χρονικὸ διάστημα ἢ μέγεθος.
Π.χ. μέρα, ἢ ἔτος = "χρόνος".
Καὶ πότε νὰ προβάλει τὴν γενικὴ καὶ ἀόριστη ἔννοια τοῦ χρόνου.
Καὶ ὅτι: Τὸ πότε πρόκειται γιὰ τὸ ἕνα, ἢ τὸ ἄλλο κάποτε -συχνὰ- παίζει μεγάλο ρόλο γιὰ τὴν κατανόησή μας.
Δυστυχὼς, οἱ περισσότεροι φυσικοὶ δὲν φαίνεται νὰ ἔχουν μπορέσει νὰ διακρίνουν = ξεχωρίσουν τὸ πότε αὐτὸ ποὺ ἀναφέρουν, ἢ γράφουν εἶναι ἔννοια (=μὴ μεταβαλλόμενη, φαντασιακή).
Καὶ πότε πρόκειται γιὰ συγκεκριμένο ὑπαρκτό, καταμετρήσιμο μέγεθος, ἢ γεγονός.
Μπερδευόμενοι & μπερδεύοντάς μας.
Σημειώσεις
1) Ἡ ἴδια λέξη (π.χ. «μάζα», «χῶρος», «χρόνος», κ.α.) μπορεῖ, ὅταν δὲν καθορίζεται σαφέστερα νὰ σημαίνει:
Κάποια ἔννοια, ἢ ἔννοιες, γενικὰ καὶ ἀόριστα. Δηλαδὴ «δημιουργήματα» τῆς φαντασίας μας, ἀπὸ μνῆμες, παρατηρήσεων συγκεκριμένων, ὄντων, ἢ καταστάσεων, ἢ γεγονότων.
Καὶ ἡ ἴδια, νὰ ἐκφράζει συγκεκριμένα, πραγματικὰ ὄντα, ἢ γεγονότα καὶ τὰ μεγέθη τους.
Π.χ. ὁ χῶρος τοῦ δωματίου μου.
Ἢ ὁ χῶρος ὡς ἔννοια γενικά.
Τὸ πότε μία λέξη σημαίνει τὸ ἕνα ἢ τὸ ἄλλο συχνὰ ἐννοεῖται ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα καὶ κάποτε δὲν παίζει ρόλο (δὲν ἔχει σημασία).
Ἢ μπορεῖ νὰ συμπίπτουν.
Ὑπάρχουν ὅμως περιπτώσεις ποὺ τὸ τί ἀπὸ τὰ δύο σημαίνει μία λέξη ἔχει σημασία. Καὶ κάποτε σημαντική.

2) Πολλὲς ἀπὸ τὶς παραπλανήσεις, διαφωνίες καὶ .ἄσκοπες καὶ ἄχρηστες συζητήσεις, ὀφείλονται στὸ ὅτι ἡ ἴδια λέξη, για διαφορετικοὺς ἀνθρώπους, ἢ καὶ γιὰ τοὺς ἴδιους, ὑπὸ διαφορετικὲς συνθῆκες, ὀνομάζουν διαφορετικὰ ὄντα ἢ διαφορετικὲς καταστάσεις. Ἢ ἔχουν διαφορετικὸ περιεχόμενο.
Ἢ ὁρίζονται καὶ προσδιορίζονται διαφορετικά.
Καὶ πολὺ συχνὰ ἡ διαφορὰ αὐτὴ δὲν εἶναι συνειδητή. Γι’ αὐτὸ πρὶν ἀπὸ κάθε ἔρευνα , ἀναζήτηση, ἢ συζήτηση, ἢ γραφή, ἢ ἀπόφαση. Ἀν θέλουμε νὰ γνωρίζουμε τὸ ἀντικείμενό της, ἢ το περιεχόμενο της, ἢ τὸν στόχο της, θὰ πρέπει νὰ ὁρίζουμε καὶ νὰ καθορίζουμε σαφῶς τοὺς ὅρους της.
Καὶ τότε μόνο μπορεῖ νὰ βγει κάποιο εποικοδομητικὸ συμπέρασμα.
Διαφορετικὰ πρόκειται γιὰ φλυαρίες καὶ ἀερολογίες καὶ ἄστοχες καὶ ἀστόχαστες διαφωνίες.
Ἀς τὸ ἔχουν αὐτὸ ὑπόψιν οἱ Φυσικοῖ - Κοσμολόγοι.
VIΙ. Συμπτώσεις

Ὁ Μέγιστος τῶν Σοφιστῶν Πρωταγό­ρας, ὁ ἱδρυτὴς τοῦ Ἀνθρωποκεντρι­σμοῦ:
Δίδαξε καὶ ἔγραψε κάτι μὲ τὸ ὁποῖο τώρα πιά, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια καὶ τόσες ἐπιστημονικὲς καὶ τεχνικὲς (καὶ ὄχι μόνο) προόδους, καὶ λόγω αὐτῶν, εἴμαστε σχεδὸν ὑποχρεωμένοι νὰ συμφωνήσουμε ὅλοι:
Ὅτι δηλαδή:
"Πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρω­πον εἶναι. Τῶν μὲν ὄντων ὡς ἐστίν, τῶν δὲ μὴ ὄντων ὡς οὐκ ἐστίν".
Ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ Πλάτων στὸν Θεαίτητό του.
Τὸ «χρημάτων» ἐδῶ δὲν σημαίνει βέβαια: Εὐρὼ, ἢ Δολλάρια. Αλλὰ πραγ­μάτων, καταστάσεων, γεγονότων, ὄντων, φαινομένων κλπ.
Τὸ δὲ «μέτρον» σημαίνει: κριτής, ἐκτιμητής, γνώστης, ἀποδέκτης κ.α.
Αὐτὰ μεταφερόμενα στὸ σήμερα, ποὺ ἀποκτήσαμε «ἐν τῷ μεταξύ», τόσες πολλὲς πληροφορίες καὶ ἐμπει­ρίες καὶ γνώσεις: ἀνατομικὲς κι ἠλεκ­τρο­νικὲς καὶ ἄλλες, μᾶς δηλοῦν ὅτι:
Ὁ ἀνθρώπινος ἐγκέφαλός μας, μὲ τὴν ἀσταμάτητη λειτουρ­γία του, εἶναι αὐτὸς ποὺ σὺν-θέτει καὶ ἀνὰσυν-θέτει καὶ παράγει καὶ ἀνὰ-παράγει μνημονιακά, τὴν κάθε γνώση μας.
Καὶ ὅτι συνεπῶς ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι μὲ τὴν λειτουργία τῶν ἐγκεφάλων μας, ποὺ εἶναι αὐτὸ ποὺ κυρίως μᾶς διακρίνει ἀπὸ τὰ ἄλλα ζῶα, ἀποφα­σίζουμε καὶ διακρίνουμε τὰ ὄντα καὶ τὰ γεγονότα σὲ κατηγορίες.
Καὶ τὰ κατατάσσουμε σὲ διάφορες ποὺ φτιάχνουμε μὲ τὸ μυαλὸ μας δι­ακρίσεις. Ἀπὸ τὶς ὁμοιότητές τους καὶ τὶς κατ’ ἐμᾶς διαφορές τους.
Ὅπως καὶ διαλέγουμε τὸ ποιὰ ἀπὸ αὐτὰ ἀνήκουν στὴν μία ἢ στὴν ἄλλη, μεγάλη ἢ μικρή, σημαντικὴ ἢ ἀσή­μαντη, χρήσιμη ἢ ἄχρηστη, ποὺ νομί­ζουμε κατηγορία.
Πράγμα -πραγματικότητα, γεγονὸς- ποὺ ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν διάκριση τῶν ὄντων, τῶν γεγονότων καὶ τῶν καταστάσεων σὲ πραγ­μα­τικὰ καὶ φαντασιακά.
Πρόκειται γιὰ μία διάκριση ποὺ ὅταν γίνεται καὶ χρησιμοποιεῖται, βοηθάει ἀσφαλῶς τὴν κατηγορηματοποίηση καὶ συστηματοποίηση τῆς γνώσης μας καὶ εἶναι χρήσιμη πολὺ.
Kά­ποτε ἀπαραίτητη, ἢ καὶ σωτήρια.
Ὅμως καὶ αὐτὴ καὶ τὸ πότε καὶ τὸ πῶς θὰ γίνει καὶ τὸ ποῦ θὰ χρησι­μοποιηθεῖ, ἐξαρτᾶται ἀπὸ ἐμᾶς.
Γιατί, ἐμεῖς οἱ θνητοί, ὅπως προέ­βλεψε καὶ ὁ Πρωταγόρας, εἴμαστε ἐκεῖνοι ποὺ ἀποφασίζουμε τὸ πότε οἱ διάφορες ποὺ κάνουμε διακρίσεις χρειάζονται καὶ πρέπει νὰ γίνουν.
Καὶ πῶς νὰ χρησιμοποιηθοῦν.
Αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ ποὺ δὲν εἶναι τῆς στιγμῆς, μᾶς διδάσκει μεταφερό­μενη ἔστω καὶ πρόχειρα καὶ ἀποσπα­σματικὰ στὸ σήμερα, ἡ πα­ραπάνω ἀνακαθοριστική, ἀνθρωποκεντρικὴ σκέ­ψη καὶ φράση, τοῦ σοφότατου τῶν Σοφιστῶν.
Συνεπῶς, μπορεῖ ἡ πραγματικότητα νὰ διαφέρει οὐσιωδῶς καὶ συχνὰ προφανῶς ἀπὸ τὴν φαντασία μας.
Καὶ ἀπὸ τὰ ὄνειρά μας καὶ τὰ παρα­μύθια.
Καὶ τὰ πραγματικὰ ὄντα, νὰ εἶναι πο-λὺ -γιὰ ἐμᾶς- διαφορετικὰ καὶ σημαντικά κι ἀντί­θετα συχνὰ ἀπὸ τὰ τέρατα καὶ τὰ εἴδωλα τὰ τρομακτικά.
Καὶ μπορεῖ ἡ συνειδητοποίηση καὶ γνώση τῶν διαφορῶν αὐτῶν νὰ βο­ηθᾶ τὴν γνώση γενικά.
Καὶ τὴν ἀποφυγὴ λαθῶν.
Δηλαδὴ τὴν γνώση τῆς Πραγματικότητάς μας
Κι ἑπομένως νὰ προάγει τὴν ἐπιβί­ωσή μας καὶ τὴν Ὕπαρξή μας καὶ τὴν ἐπιβολή μας καὶ τὴν εὐημερία μας.
Τὴν δική μας καὶ πολλῶν ἄλλων φιλικῶν καὶ χρήσιμων καὶ ἀγαπητῶν, ζώντων καὶ μή, ὄντων.
Καὶ μπορεῖ καὶ ἔτσι εἶναι:
Ἡ οὐσιαστικὴ αὐτὴ διαφορὰ νὰ δείχνει τὴ Μεγάλη-Παραπλά­νησή μας.
Ὅμως τελικὰ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώ­πους καὶ ἀπὸ τὴν θέλησή μας, καὶ τὶς ἀνάγκες μας, ἐξαρτᾶται τὸ ἐὰν καὶ πότε καὶ πῶς χρειάζεται νὰ γίνει καὶ νὰ προβληθεῖ καὶ νὰ χρησιμεύσει.
Ἀπόδειξη τὸ ὅτι: ἐπὶ τόσους αἰῶνες ἡ διάκριση αὐτὴ ἔχει συχνότατα, κά­ποτε μάλιστα συνειδητὰ (γιὰ λόγους συμφέροντος;), ἀποσιωπηθεῖ.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι, νομίζω, ἀπαραίτητο νὰ τονιστεῖ: Πὼς πιθα­νὸν, ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους ἄργησε τόσο πολὺ νὰ γίνει ξεκάθαρη καὶ νὰ προβληθεῖ ἡ διά­κριση τῶν ὄντων καὶ τῶν συμπαρα­μαρ­τουμένων τους, σὲ πραγματικὰ καὶ φαντασιακὰ εἶναι καὶ τὸ ὅτι:
Πάμπολλες φορὲς ἡ φαντασία μας συ­μπίπτει μὲ τὴν πραγματικό­τητά μας. Ἢ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ αὐτήν.
Καὶ ὅτι συνεπῶς, στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ διάκριση ἀτονεῖ καὶ μπορεῖ ἀτιμωρητὶ νὰ παραβλέπεται.
Καὶ γί­νεται καὶ εἶναι ἄχρηστη καὶ περιττὴ καὶ ἀνενεργή.
Καὶ πρόβλημα δὲν ὑπάρχει.
Καὶ ὅλα πᾶνε καλά.
Συμβαίνει ὅμως καὶ τὸ ἀντίθετο, ὅπως προβλήθηκε στὸ «Τὰ Δεινά».
Καὶ τότε προβλήματα παρουσιάζο­νται πολλά.
Καὶ κάποτε καὶ δραματικά.
Ἰδίως ὅταν ὄχι μόνο δὲν συμπίπτει ἡ φαντασία μας μὲ τὴν πραγματικό­τητά μας, ἀλλὰ εἶναι κι ἀντίθετες.
Ἤ καὶ καταπολεμοῦν ἡ μία τὴν ἄλλη. Καὶ τότε εἶναι ποὺ ἡ διάκριση αὐτὴ γίνεται καὶ εἶναι χρήσιμη πολύ.
Καὶ μάλιστα -κάποτε- καταλυτική.
Εὐτυχῶς στὴν περίπτωση αὐτή:
Τὸ πότε ἕνα ὂν εἶναι πραγματικὸ ἢ φαντασιακό:
Καὶ τὸ πότε ἕνα γεγονὸς ἢ μία κατά­σταση εἶναι ἔργο τῆς ἀνθρώπινης φαντασίας μας ἢ ὄχι.
Μᾶς βοηθοῦν καὶ μᾶς ἐπιτρέπουν ἢ καὶ μᾶς ἀναγκάζουν κάποτε, νὰ τὸ διακρίνουμε, τὰ παραπάνω κριτήρια ποὺ καταγράφηκαν στὸ κεφάλαιο «Διαφορὲς» καὶ οἱ συνδυασμοί τους.
Καθὼς καὶ ἡ στοιχειώδης λογικὴ ποὺ συχνὰ ἀποφεύγεται κι αὐτή.
Δυστυχῶς ὅμως καὶ τὰ κριτήρια αὐτὰ στὸ παρελθόν, ὅπως ἐγράφη, εἶχαν σχεδὸν ἐπίτηδες ἀγνοηθεῖ.
Ἢ παραλείπονταν συμφεροντολογικά.
Ἐλπίζεται ὅμως ὅτι ἀπὸ ἐδῶ καὶ μπρὸς -ὑπάρχουν περὶ αὐτοῦ ἀρκετὰ θε­τικὰ σημάδια, ἴσως λόγω καὶ τῶν Ἠλεκτρονικῶν-Ὑπολογιστῶν (Η/Υ);- τουλάχιστον οἱ σημαντικότε­ροι τῶν ἐπιστημόνων ἢ καὶ τῶν ἄλλων στο­χαστῶν (ποὺ καὶ γι’ αὐτὸ θὰ θεω­ρηθοῦν ὡς “οἱ σημαντικότε­ροι”;), θὰ κάνουν κατάλληλη χρήση τῶν παραπάνω ἀλλὰ καὶ ἄλλων διακρίσεων ὥστε νὰ ἀποφευχθοῦν πολλὲς ἀπὸ τὶς προκαταλήψεις μας.
Καὶ ὅτι ὅλες αὐτὲς οἱ πρόοδοι καὶ οἱ γνώσεις μας καὶ οἱ ἐμπειρίες μας, οἱ τωρινές, θὰ χρησιμοποιηθοῦν καὶ θὰ μᾶς ἐπιτρέψουν σαφέστερη γνώση.
Ὄχι μόνο γιὰ νὰ ἀποφεύγουμε πολ­λὲς ἀπὸ τὶς παραπλανήσεις μας καὶ τὴν Μεγάλη-Παραπλάνησή μας ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ καθοδηγούμαστε κι ἐμεῖς καὶ τὰ παιδιά μας καὶ τὰ ἐγγόνια μας πιὸ σίγουρα.
Ὥστε οἱ ἀπόγονοί μας ἂν θὰ ὑπάρ­ξουν ν’ ἀποφασίσουν πιὸ καλὰ γιὰ τὸ μέλλον τους:
Σημειώσεις
1) Ἰδοὺ τὸ κατ’ ἐμέ, ἁπλούστερο καὶ συνηθέστερο παράδειγμα σύμπτω­σης (ἢ μὴ) τῆς φαντασίας μὲ τὴν πραγματικότητα:
Περιμένω ἕναν φίλο μου στὸ καφενεῖο:
Τὸν διακρίνω νὰ ἔρχεται ἀπὸ μακριὰ: Ἂν πράγματι εἶναι αὐτός, ἡ πραγματικότητα συμπίπτει μὲ τὴν φαντασία μου.
Ἐὰν ἔκανα λάθος καὶ ἦταν κάποιος ποὺ τοῦ μοιάζει: Ἡ πραγματικότητα διαψεύδει τὴν φαντασία μου.

2) Ὅλες οἱ προβλέψεις γιὰ τὸ μέλλον ὅταν ἐπιβεβαιωθοῦν (γιὰ νὰ χαρεῖ καὶ ὁ K. Popper) ἡ σύμπτωση ἐπετεύχθη.
Ἂν ὄχι, πρόκειται γιὰ παραπλάνηση. Οἱ συνέπειες τῆς ὁποίας ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὶς ἑκάστοτε εἰδικὲς συνθῆκες.

3) Μὴ ὄντας οὔτε μαθηματικὸς οὔτε φυσικός, σὲ διάφορα βιβλία φυσικῆς διάβασα ὅτι: ὁ Ἀϊνστάιν διατύπωσε τὴν θεωρία ὅτι:
Η μάζα “τσαλακώνει” τὸν χῶρο καὶ τὸν χρόνο, ή τὸν χωρόχρονο.
Καὶ ἐάν μὲν ὁ Αϊνστάιν διδάσκει ὅτι:
Μία συγκεκριμένη μεγάλη μάζα (μεγέθους ὅπως αὐτὴ τοῦ Ἡλίου) μπορεί νὰ μεταβάλλει τὴν πορεία ἀνάλογα καὶ καταμετρήσιμα καὶ πάλι, συγκεκριμένων (μὲ μάζα, ἢ καὶ ἴσως ὄχι) “πρωταρχικῶν” σωματιδίων ή ἄλλων πράγματι ὑπαρχόντων σωμάτων:
Ὅλα εἶναι καλά!
Ἀλλὰ, ἡ φράση “Mass warps time and space”, ἔτσι ἀόριστα δὲν ταιριάζει.
Και τούτο γιατῖ, στὴν περίπτωση αυτή:
Φαίνεται σὰν ὁ Ἀϊνστάιν νὰ ἐννοεῖ:
Τὴν μάζα, τὸν χρόνο και τὸν χώρο, ὄχι μὲ συγκεκριμένα καταμετρησίμα χαρακτηριστικά, καὶ μεγέθη, ἀλλά ὡς έννοιες. Καὶ οἱ ἔννοιες δὲν τσαλακώνονται, οὔτε, οὔτε μεταβάλλονται, οὔτε μποροῦν να ἀλλάξουν η μία τὴν ἄλλη.
Ἀπλούστατα γιατὶ στὴν πραγματικότητα δὲν υπάρχουν.
Δὲν ὑπάρχουν ἔξω ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φαντασία μας καὶ μόνο σ’αὐτήν.
Μόνο ἡ φαντασία μας θὰ μποροῦσε -ἴσως- νὰ ἀλλάξει τὶς ἔννοιες.
Ὄμως κι αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο ὅπως ἐξηγεῖ ὁ Παρμενίδης (γιὰ τὸ ΟΝ, πρᾶγμα ποὺ ἰσχύει καὶ γιὰ τὶς ἄλλες ἔννοιες). Ὄταν ἡ ἀνθρωπότητα θὰ ἐκλείψει ἀπὸ τὸ Big-Bang καὶ οἱ ἔννοιες θὰ ἐξαφανιστοῦν κι αυτὲς μαζὶ μὲ ἑμᾶς.
Οὔτε ἡ ἀγάπη, οὔτε ἣ ἂρμονια, οὔτε το κάλλος θὰ ὑπάρχουν, γιατὶ εἶναι ἀνθρώπινες ἀξιολογήσεις.
Ὄμως, τα συγκεκριμένα μεγέθη καὶ οἱ ἀποστάσεις τῶν σωματιδίων και τῶν συνδυασμῶν τους θὰ ἐξακολουθήσουν νὰ ὑπάρχουν καὶ νὰ μεταβάλλονται για πολὺ χωρὶς νὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι νὰ τὶς ἀντιληφθοῦν ἢ καταμετρήσουν.
Αὐτἀ μᾶς λέει ἡ ἀπλὴ λογικὴ.
Εἶναι συνεπῶς χρήσιμο τὸ να μπορεῖ κάποιος -ἰδίως ἐπιστήμων- νὰ διακρίνει πότε μία φράση (=μία έκφραση) ἀναφέρεται σὲ πραγματικὰ καὶ συγκεκριμένα μεγέθη καὶ θέσεις καὶ ἀποστάσεις.
Ἢ ἀντίθετα σὲ ἀόριστες καὶ γενικὲς φαντασιακές ἔννοιες.
Ἐὰν ὁρισμένα ρολόγια τῶν μέσων πλοήγησης δορυφόρων, ποὺ βρίσκονται σὲ τροχιὰ πηγαίνουν πιὸ ἀργὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ βρίσκονται στὴν Γη, αὐτὸ δὲν δείχνει ἐπιμήκυνση τοῦ χρόνου ὡς ἔννοια γενικά.
4) Ἕνα ἄλλο λάθος, ποὺ νομίζω ὅτι κάνει ἡ διεθνὴς -καὶ ἡ Ἑλληνικὴ- ἐπιστη­μονικὴ κοινότητα τῆς φυσικῆς, τὸ ὁποῖο καὶ προβάλλω μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι κάποτε θὰ τὸ διορθώσει, εἶναι τὸ ἀκόλουθο:
Τὸ ὅτι ἀκόμη καὶ σημαντικοὶ ἐπιστή­μονες τῆς φυσικῆς βάζουν τὸν ὄρο "Σύμπαν", ἐκεῖ ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ βάλουν τὸν ὄρο Μπὶγκ-Μπάνγκ, ὅταν στὸ ΜΜ, πράγματι ἀναφέ­ρονται
Καὶ αὐτὸ γιατί νομίζουν ὅτι εἶναι ἀδιάφορο τὸ ποιὸν ἀπὸ τοὺς δύο ὅρους θὰ χρησιμοποιήσουν.
Καὶ ὅτι, τὸ Big-Bang ταυτίζεται μὲ τὸ ΣΥΝ-ΠΑΝ. Ὅμως πρόκειται περὶ λάθους.
Καθότι οἱ δύο αὐτοὶ ὄροι δὲν σημαίνουν τὸ ἴδιο πράγμα καὶ δὲν ἔχουν τὸ ἴδιο ἀντικεί­μενο.
Γιατί ἄλλο μᾶς λέει τὸ ΣΥΝ-ΠΑΝ καὶ ἄλλο δηλώνει τὸ Big-Bang.
Πρόκειται γιὰ δύο πολὺ διαφορε­τικὰ ὄντα: Τὸ ἕνα εἶναι πραγματικὸ καὶ τὸ ἄλλο φαντασιακό.
Πρόκειται συνεπῶς γιὰ τὸ ὅτι:
Τὸ μὲν Universe εἶναι μία παλαιὰ κυρίως ἀρχαῖο-ἑλληνικὴ ἔννοια (=δημιούργημα τῆς Ἑλληνικῆς πλούσιας φαντασίας μας, ἢ ποὺ ἴσως μᾶς ἦρθε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο).
Ποὺ μᾶς λέει ὅτι κάποτε καὶ ἀπὸ μίαν ἄποψη: ὅλα τὰ γύρω μας (¨κι ἐμεῖς μαζὶ¨) μποροῦμε καὶ χρησιμεύει κάποτε νὰ θεωρηθοῦμε ὡς ΕΝ.
Ὡς μία τεράστια πᾶν-περιληπτικὴ ΜΟΝΑΔΑ. Αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ γνωστὸ ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ Φιλοσοφία: ΕΝ-ΠΑΝ. Μία ἔννοια ποὺ τὴν παρέλα­βαν οἱ Ρωμαῖοι καὶ τὴν ὀνόμασαν, ἢ τὴν μετέφρασαν: Uni-versus.
Δηλαδή, στὰ Λατινικά: Ὅλα - μαζί.
Ἀπὸ τοὺς δὲ Ρωμαίους, ἡ ἔννοια αὐτὴ με­τα­φέρθηκε σὲ Γαλλία, Ἀγγλία κ.ἀ..
Καὶ πάντα καὶ παντοῦ παραμένει μία πᾶν-περιληπτικὴ ἔννοια.
Ἀντίθετα τὸ Big-Bang δὲν εἶναι πλέον ἔν­νοια (=φαντασία). Ἀλλὰ γεγονός. Δηλα­δὴ μία πολὺ καλὰ καὶ ἐπιστημο­νικὰ καὶ πειραματικὰ καὶ αἰσθητὰ ἀποδεδειγ­μένη καὶ καταμετρημένη πραγμα­τι­κό­τητα.
Ἕνα γεγονὸς ποὺ ἔλαβε χώρα πρὶν ἀπὸ 13700 δισεκατομμύρια -περίπου- χρόνια.
Δὲν πρέπει συνεπῶς, ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ Big-Bang (=τὴν Μεγάλη - Ἔκταση ἢ Ἔκρηξη) δηλαδὴ ἕνα συγκεκριμένο πραγματικὸ γεγονός, μὲ ἡμερομηνία ἔναρξης και συγκεκριμένο μέγεθος, νὰ χρησιμοποιοῦμε τὸν ὄρο Σὺν-Πᾶν, ἢ Universe. Ποὺ μᾶς συν-περι-λαμβάνει.
Ἄλλο τὸ ἕνα (ἔννοια=φαντασία), κι ἄλλο τὸ ἄλλο (=γεγονός).
Ἀπόδειξη αὐτῶν τὸ ὅτι ὁρισμένοι ἄφρο­νες ἐπιστήμονες χρησιμοποιοῦν τὸν ὄρο:
Multi-Verse". Θέλοντας νὰ ποῦν: Πολλὰ Μπίγκ-Μπάνγκ = Multi-Big-Bang.
Ὅμως καταλήγουν νὰ μπερδεύονται καὶ νὰ μπερδεύουν λέγοντας:
«Ὅλα εἶναι Ἕνα: Ἀλλὰ ὅλα εἶναι πολλά».
Πιθανὸν αὺτὸ ποὺ τοὺς μπερδεύει να εἶναι τὸ ὅτι:
Τὸ Μπὶγκ-Μπάνγκ, ἢ Μεγάλη-Ἔκρηξη:
Ἄρχισε στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰώνα ὡς μία πολὺ ἀπίθανη ὑπόθεση, ὡς μία φαντα­σία τόσο περίεργη καὶ πρωτόγνωρη ποὺ ἕνας ἐπιστήμονας τὴν ὀνόμασε σκω­πτικὰ “Big Bang.”
Δηλαδὴ "Μεγάλος Κρότος". (=μεγάλη φασαρία, ἢ μεγάλη ἀρλούμπα, θέλοντας νὰ ὑπονοήσει).
Σιγὰ σιγὰ ὅμως, μὲ τὰ χρόνια καὶ τὰ πειράματα καὶ τὶς συζητήσεις καὶ ἀνα­ζη­τήσεις. Ἀπεδείχθη ὅτι τὸ Big-Bang:
Ἀκούγεται μὲ τὰ ἐπιστημονικὰ μηχανήματά μας, καὶ τὸ βλέπουμε στὴν τηλεόρασή μας (ὡς χιονάκια), καὶ μπο­ροῦ­με καὶ καταμετροῦμε τὴν ἡμερο­μηνία γέννησής του.
Καὶ περνάει εὔκολα ὅλα τὰ τέστ τῆς πραγματικότητας.
Εἶναι συνεπῶς πραγματικὸ γεγονός, πολλαπλὰ καὶ πειραματικὰ ἀποδεδειγ­μένο.
Ἄλλο λοιπὸν τὸ γεγονὸς Big-Bang.
Καὶ ἄλλη ἡ ἔννοια (=ἡ φαντασία)
Uni-versus, =ΣΥΝ-ΠΑΝ.
Μάλιστα μές στὴ φαντασία Σὺν-Πᾶν μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε νὰ λάβουν χώρα περισσότερά τοῦ ἑνὸς Big-Bang.
Δὲν μπορεῖ ὄμως λογικὸς ἄνθρωπος νὰ ἰσχυ­ρι­σθεῖ:
Ὄτι συμβαίνουν πολλὰ "ΕΝ-ΠΑΝ".
Ὅπου, ἀποδεικνύεται ὅτι μία φαντασία μπορεῖ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Καὶ νὰ γίνει γεγονός.
Εἶναι ὅμως καὶ τὸ ἀντίθετο δυνατόν;
Ἡ πραγματικότητα νὰ γίνει φαντασία;

5) Στὴν διάρκεια πολλῶν αἰώνων τοῦ παρελθόντος, τὸ πιὸ ἀναμφισβήτητο (καὶ γιατί διαφορετικὰ σὲ καίγανε στὴν πυρὰ) γεγονὸς ἦταν ἡ ὕπαρξη τοῦ Μο­ναδικοῦ Θεοῦ. Καὶ πλάστη τῶν πάντων.
Ἀποτελοῦσε δὲ τὴν πιὸ ἀληθινὴ Ἀλήθεια.
Καὶ σχεδὸν ὅλοι "οἱ μεγάλοι φιλόσοφοι" (καὶ πάντως ὅλοι οἱ κληρικοί) ὁ καθένας τοὺς ἀσχολιόταν γιὰ νὰ βρεῖ νέες ἀπο-δείξεις γιὰ τὴν Ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ.
Καὶ κατἔληξε συνεπῶς ἡ Ὕπαρξη τοῦ Μοναδικοῦ Θεοῦ μας: Νὰ εἶναι τὸ πιὸ πολὺ καὶ τὸ πιὸ καλὰ ἀποδεδειγμένο γεγονός.
Ἔλα, ὅμως πού: "Ἁπάντων μέτρον ἄνθρωπος".
Καὶ ἔτσι σήμερα ἡ Ὕπαρξη καὶ ἡ Δύναμη τοῦ Θεοῦ ἀμφισβητεῖται.
Καὶ ἔτσι ἀπὸ “γεγονός”, πέρασε στὴν ὑπόθεση: Δηλαδὴ στὴν εὔνοια.
Δηλαδὴ στὴν φαντασία.
Διότι (δυστυχῶς;) ὁ Θεὸς δὲν περνᾶ κανένα ἀπ' τὰ τέστ τῆς πραγματικότητας.
Καὶ οὔτε μπορεῖ νὰ φωτογραφηθεῖ ἢ να καταμετρηθεί, ἢ να αλλάξει κλπ..


VIII. Εξήγηση

Ἡ ἐδὼ «Μεγάλη-Παραπλάνηση» εἶναι ἕνα μέρος ἕνὸς κεφαλαίου ἑνὸς βιβλίου μου, ποὺ ὅμως δὲν ἔχει ὁλοκληρωθεῖ.
Φοβούμενος ὅτι δὲν θὰ μπορέσω, ἢ δὲν θὰ προλάβω νὰ τὸ συμπληρώσω.
Καὶ πιστεύοντας ὅτι ἡ Μεγάλη Παρα­πλάνησή μας εἶναι σημαντικό, τὸ τα­χύτερο, τουλάχιστον ἐν μέρει νὰ προβληθεῖ, θὰ προσπα­θήσω νὰ τὴν δημοσιεύσω -ἔστω- καὶ αὐτοτελῶς.
Κρατῶ ὅμως τὴν ἐλπίδα ὅτι:
Καὶ τὸ ὁλόκληρο κάποτε θὰ μπορέσω νὰ τὸ τυπώσω.
Τὸν τίτλο τὸν ἐμπνεύστηκα ἀπὸ τὴν «Μεγάλη Ἀντιπαράθεση» ἕνα βιβλίο τοῦ Γιώργου Παμπούκη (Ἐκδόσεις Κριτική, 2004). Ὅπου ἀντιπαραθέτει στὶς θρησκεῖες τὶς ἐπιστῆμες.
Ἕνα βιβλίο πού μου ἄρεσε πολύ, ὅπως ὅλα, τὰ μέχρι τώρα, βιβλία του.
Ποὺ πραγματεύονται μὲ περίσσια φροντίδα στὴν βιβλιογραφία καὶ ὄχι μόνο, θέματα πολὺ σημαντικά, τόσο θεωρητικὰ ὅσο καὶ πρακτικά.
Ζητήματα καὶ προβλήματα ποὺ δυστυχῶς δὲν μᾶς ἀπασχολοῦν τώρα πιὰ στὴν Ἑλλάδα, ὅπως θὰ ἔπρεπε. Ἀντίθετα, βέβαια, μὲ ὅ,τι συνέβαινε στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα. Ὅπου σὺν-ζητοῦσαν τὰ οὐσιαστικά.
Τὴν ἄποψη ὅτι ἡ Ἄνθρωπός (=ἡ Ἀνθρωπότητα) μπορεῖ καὶ ἴσως νὰ πρέπει κάποια μέρα νὰ γίνει τὸ ὑπέρτατο ΟΝ μας.
Τὴν εἴχαμε ἤδη συζητήσει μὲ τὸν Κώστα Ἀξελὸ, το 1949.
Σὲ ἕνα φτηνό, φοιτητικό, ρουμάνικο εστιατόριο τοῦ Παρισιοῦ, τὰ μεσημέρια. Ἕνα ἐστιατόριο μὲ μέτριο ἀλλὰ καθαρὸ φαγητό, ποὺ εἶχε χάρτινα τραπεζομάντηλα ἐπάνω στὰ ὁποία ὁ Κώστας κατέγραφε διάφορες σκέψεις καὶ ἀπόψεις δικὲς του καὶ ἀπὸ σχολὲς φιλοσοφικὲς ποὺ μοῦ τὶς δίδασκε.

Erased:
6) Ὅλα τὰ ζῶντα ὄντα ὅταν πεθάνουν, δηλαδὴ ὅταν ἀποσυντεθοῦν:
Ἀπὸ -πρώην- πραγματικότητα μεταβάλλονται σὲ φαντασία.
Καὶ «ὑπάρχουν» μόνο ὡς ἀνάμνησή μας, ἢ στὰ χαρτιά μας καὶ στοὺς ὑπολο­γι­στές μας ὡς καταγραφές.
Ἔτσι παύουν νὰ περνᾶνε = νὰ ἐπιβε­βαι­ώνονται, ἀπὸ τὴ θέση τῆς πραγματικότητας.
Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ πιὸ συχνὴ -καθη­μερινὴ- περίπτωση μετατροπῆς τῆς πραγματικότητας σὲ φαντασία.
Δηλαδὴ σὲ ἀνάμνηση.

Tuesday, July 10, 2012

ΑΡΧΕΣ Original Greek Text of "Principles"

View as PDF file (better for Printing)

Click here for "Principles" the English Text 

Παντιᾶς Πέτρου Σκαραμαγκᾶς

ΑΡΧΕΣ

Σημειώσεις

κ.ἄ.

© Copyright: 2012

Ἐπιτρέπεται κι’ ἐπιβάλλεται ἡ ἀναπαραγωγή καὶ ἀναδημοσίευση τοῦ παρόντος ἔργου, στὸ σύνολό του καὶ τμηματικά, μὲ ὅσο γίνεται πιὸ πολλά ἐκδοτικά μέσα, καθῶς καί ἡ κριτική του.
(Μόνο, παρακαλῶ, πολυτονικό.)


Στή Λίλα.


Περί ἀρχῶν Πρωταρχικά. Κι’ Ἀπαξιωτικά.


Οἱ Ἀρχές -ὅπως καὶ οἱ ἄλλες γενικές (ἀνθρωπό-νεοχιτωνικές) ἔννοιες καὶ οἱ Ἀρετές- μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ εἶναι αὐτοτελεῖς καὶ γενικὰ καὶ ἀπόλυτα ἰσχύουσες, μόνο στὴν καὶ γιὰ τὴν, θεωρία τῶν θεωρητικῶν.


Στὴν πράξη καὶ τὴν πραγματικότητα, ἡ ἰσχύς τούς ἐξαρτᾶται ἀπό τίς συγκεκριμένες ἑκάστοτε εἰδικὲς συνθῆκες.


Τὸν συγκεκριμένο χῶρο, ἢ τὸν χρόνο, ἢ τὸ μέγεθος κ.ἄ. “Ἀνθρωπο-νεοχιτωνικές” εἶναι οἱ προερχόμενες απ’ τὴν λειτουργία τοῦ (7ου;) τελευταῖου, ὑπέρτατου στρώματος τοῦ ἐγκεφάλου μας.


Τοῦ μόνου ποὺ μπορεῖ νὰ φτιάχνει ἔννοιες. Καὶ τοὺς ἑκάστοτε ὁρισμούς τους κ. ἄ.

Πίνακας Περιεχομένων


Πρόλογος.
Ἐισαγωγή – Περίληψη – Προειδοποίηση – Εὐχή.
I. Ἀνθρωποκεντρισμός.
II. Ἐπιβιωτισμός.
III. Ἐπιστημονισμός.
IV. Ἡ Πραγματικότητα μας.
V.Ἡ Μεγάλη Ἔκρηξη (ΜΕ).
VI. Ὁ Ἐγκέφαλός μας.
VII. Τὸ καθῆκον μας.
VIII. Συμπεράσματα.
Ἐπίλογος.

Πρόλογος

Μὲ ἡμερομηνία: Παρασκευὴ 30 Σεπτεμβρίου 2005, στὸ Internet:
Anthropocentrism (English)
Ὑπάρχει ἕνα ἀγγλικὸ κείμενό μου, ποὺ ἔχει γιὰ τίτλο “Principles” δηλαδὴ “Ἀρχές”.
Tὸ γραφτὸ αὐτὸ ποὺ ἔβαλε στὸ διαδίκτυο ὁ ὑιός μου Ἀλέξανδρος Σκαραμαγκᾶς, μεταφράζω ἐδῶ μὲ διορθώσεις καὶ προσθῆκες.

Τ’ ἀκόλουθα εἶναι φράσεις καὶ προτροπὲς τοῦ Διογένη ἐξ Ἀπολλωνίας, ποὺ ἦταν στοχαστὴς τοῦ 5ου π.Χ. αἰώνα ὅπως μεταφέρονται ἀπὸ τὸν συνονόματό του Διογένη Λαέρτιο, ἕναν συγγραφέα τοῦ 3ου μ.Χ. αἰώνα στὶς ὁποῖες θὰ προσπαθήσω νὰ συμμορφωθῶ:

«Ἀρχὴ δὲ αὐτῷ τοῦ συγγράματος ἥδε: Λόγου παντὸς ἀρχόμενον δοκεῖ μοὶ χρεῶν εἶναι: Τὴν Ἀρχὴν ἀναμφισβήτητον παρέχεσθαι, τὴν δὲ ἑρμηνείαν ἁπλὴν καὶ σεμνὴν».

Τὸ ἐὰν τὸ καταφέρνω δὲν θὰ τὸ κρίνω ἐγώ.

Ὅμως, μία ἀπ’ τὶς πιὸ συνήθεις μορφὲς βλακείας πιστεύω ὅτι εἶναι: Ἡ ἄκριτη, ἀπόλυτη καὶ ἀκλόνητη πίστη σὲ γενικὲς καθοριστικὲς Ἀρχές - Νόμους - καὶ ἡ ἀπαρέγκλιτη ἐφαρμογή τους. Τὴν “Βλακεία” ἐπὶ τοῦ προκειμένου, ἐννοῶ ὡς: τὴν σκέψη, ἔκφραση, ἢ ἐνέργεια ποὺ δὲν ὁδηγεῖ στὸν Στόχο της, ἢ στὸ ἐπιθυμητὸ ἀποτέλεσμά της.

Εἰσαγωγὴ - Περίληψη.

Προειδοποίηση – Εὐχή.

Μετὰ ἀπὸ πολλὴ σκέψη καὶ τριβὴ σὲ θέματα ποὺ πιστεύω ζωτικά, κατέληξα σὲ ὁρισμένα γενικὰ συμπεράσματα ποὺ προάγω σὲ Ἀρχές μου καὶ γιὰ τὰ ὁποία προειδοποιῶ:
Ὅτι:
Τὰ πιὸ κοντινά ὑπαρκτὰ καὶ νοητὰ καὶ κατανοητά μας, πρόσωπα καὶ ὄντα, ἐμᾶς τῶν ἀνθρώπων εἴμαστε καὶ πρέπει νὰ εἴμαστε, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι.

Τὰ καταστροφικότερα καὶ δολοφονικότερα καὶ αἰμοσταγέστερα καὶ καταβροχθιστικότερα τῶν ἄλλων, ζώντων καὶ μὴ, ὄντων τοῦ ἡλιακοῦ πλανητικοῦ συστήματος μας, ὄντα. (Τὸ τι γίνεται στ’ ἄλλα πλανητικὰ, ἢ μὴ «συστήματα» τοῦ δικοῦ μας καὶ ἄλλων γαλαξιῶν, δὲ μᾶς εἶναι ἀκόμη;- γνωστό.)

Ὅμως, εἶναι ἀναγκαστικό καὶ φυσικό καὶ συναισθηματικὰ ἐπιβεβλημένο, ἂν καὶ ὄχι ἀπό μιάν ἄλλη ἄποψη δίκαιο ἢ ἠθικό:

Οἱ συνάνθρωποί μας, γιὰ ἐμάς τοὺς ἀνθρώπους, νὰ εἶναι τ’ ἀγαπητότερα καὶ προσφιλέστερα ὄντα. Ἰδίως τὰ συγγενικά. Καὶ τὰ φιλανθρωπικότερα.
Καὶ τὰ σημαντικότερα (ἀκόμη καὶ ὅταν ἴσως κάποτε γίνουν, τὰ μισητότερα).
Ὅλα τὰ ἄλλα ὄντα, μάς εἶναι πιὸ ξένα καὶ πιὸ μακρινὰ καὶ πιὸ φαντασιακὰ καὶ πιὸ παράξενα.(Ἐκτὸς ἴσως ἀπὸ ὁρισμένα κατοικίδια ποὺ κάποτε θεωροῦμε καλύτερα ἀπὸ συγγενείς μας).

Ἀπ’ τὶς διαπίστώσεις αὐτὲς στὸν «ἀνθρωποκεντρισμὸ» ἡ ἀπόσταση εἶναι μικρή.

Ὅμως αὐτὸ τὸ γεγονὸς δὲν εἶναι, παρὰ σπάνια, συνειδητὸ καὶ καταγεγραμμένο καὶ συχνὰ παραβλέπεται.

Πάντως ὁ «ἀνθρωποκεντρισμὸς» (καὶ ὄχι ὁ οὐμανισμός ποὺ ἔχει ἄλλη ἔννοια) μπορεῖ νὰ ὁριστεῖ:
Ὡς: Ἡ πίστη καὶ ἡ προβολή της ὅτι:
Οἱ ἄνθρωποι γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι τὰ σημαντικότερα τῶν ὄντων.
Καὶ ὅτι ἡ «ἀνθρωπότητα» εἶναι -φυσικὰ καὶ σχεδὸν ἀναγκαστικά κι’ ἀξιο-λογικά:
Τὸ «Ὑπέρτατο ΟΝ» μας.

Καὶ τοῦτο μὲ τὸν ἀποκλεισμὸ ὅλων τῶν ἄλλων ὄντων, ἰδίως τῶν φαντασιακῶν.

Ἐπίσης ὅτι:

Ὥς συνέπεια τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ:

Ἡ ὕπαρξή μας καὶ ἡ ἐπιβίωσή μας, ἐμᾶς τῶν Ἀνθρώπων καὶ ἡ εὐημερία μας καὶ ἡ ἐπιβολή μας ἡ δική μας καὶ τῶν δικῶν μας («τῶν καλῶν»), εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι:

Ὁ Ὑπέρτατος – Στόχος μας.

Ἡ πραγμάτωση τοῦ ὁποίου εἶναι καὶ τὸ κύριο προαπαιτούμενο κάθε ἄλλης ὕπαρξης, δικῆς μας.

Καὶ γιὰ μᾶς ὅλων τῶν ἄλλων χρήσιμων, ἢ καὶ ἀγαπητῶν μας ὄντων.

Καὶ ὅτι, ἡ Ἀρχή, ἢ ἡ πίστη, ἢ ἡ θεωρία αὐτὴ, μπορεῖ καὶ ἴσως νὰ πρέπει νὰ ὀνομάζεται: «Ἐπιβιωτισμός».

Ἀκόμη ὅτι:

Οἱ εἰδικὲς ἐπιστῆμες μας εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι γιὰ μάς τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς σημερινούς, ἡ μοναδικὴ πηγὴ κάθε πραγματικῆς πληροφορίας καὶ γνώσης.

Καὶ ὅτι εἶναι μαζὶ μὲ τὴν τεχνική μας (καὶ ὄχι “τεχνο-λογία μας”):

Τὸ κύριο, ἂν μὴ τὸ μοναδικὸ, ὅπλο καὶ ἐργαλεῖο κι’ ἐφόδιο, στὸν ἀγώνα καὶ στὸν πόλεμο γιὰ τὴν ἐπιβίωση καὶ ἐπικράτησή μας.

Καὶ ὅτι:

Ἡ ἀναγνώριση καὶ ἀξιολόγηση αὐτή, ἀξίζει καὶ μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ ὀνομάζεται: «Ἐπιστημονισμός».

Καὶ ὅτι:

Ὁ συνδυασμὸς Ἀνθρωποκεντρισμοῦ – Ἐπιβιωτισμοῦ – Ἐπιστημονισμοῦ (ΑΕΕ)< ἀνατρέπει πολλὲς ἀπὸ τὶς παλαιὲς Ἀξίες μας καὶ Ἀρχές μας, ἰδίως τὶς θεο-λογικές, ἐγκαθιστώντας τὶς δικές του. Ὅποιος συνεπῶς δὲν πιστεύει ὅτι: Ἡ ἀνθρωπότητα εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς Ἀνθρώπους, ἡ Ὑπέρτατη Ἀξία μας καὶ τὸ Ὑπέρτατο-ΟΝ μας. Καὶ ὅτι ἡ ὕπαρξή μας καὶ ἡ ἐπιβίωση μας εἶναι, καὶ πρέπει νὰ εἶναι, ὁ σημαντικότερος τῶν στόχων μας. Καὶ ὅτι: Οἱ εἰδικὲς Ἐπιστῆμες μας εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι ἡ μοναδικὴ πηγὴ κάθε πραγματικῆς πληροφορίας καὶ Γνώσης. Καὶ ὅτι, εἶναι μαζὶ μὲ τὴν τεχνική μας, τὸ κύριο ἂν μὴ τὸ μαναδικὸ ὅπλο καὶ ἐργαλεῖο καὶ ἐφόδιό μας, στὸν ἀγώνα μας καὶ στὸν πόλεμό μας γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας. Καὶ ὅτι: Ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ γνωστικοὶ καὶ συνειδητοὶ καὶ κηδόμενοι Ἄνθρωποι,πρέπει νὰ ξεκαθαρίσουμε τὸ ἔδαφος ἀπὸ ὅλες τὶς μὴ-ἐπιστημονικὲς προλήψεις καὶ προκαταλήψεις. Καὶ θρησκεῖες καὶ  ύθους καὶ μαγεῖες καὶ φιλοσοφίες καὶ φιλοδοξίες καὶ φιλοχρηματίες καὶ φλυαρίες. Καὶ ἀπ’ τὰ παραμύθια ποὺ μᾶς παραμυθιάζουν. Καὶ ὅτι: Θὰ πρέπει νὰ κάνουμε ὅτι μᾶς εἶναι δυνατὸν γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας. Τὴν δική μας καὶ τῶν δικῶν μας. Καὶ ἰδίως τῶν ἀπογόνων μας ὥστε αὐτοὶ ἐλεύθεροι ἀπὸ δεσμὰ ὑλικὰ ἀλλὰ καὶ πνευματικὰ ν’ ἀποφασίσουν γιὰ τὸ μέλλον τους. Ὁ ἀναγνώστης, αὐτὸς, καλὰ θὰ κάνει νὰ παραιτηθεῖ ἀπ’ τὴν περαιτέρω ἀνάγνωση, γιὰ νὰ μὴν στενοχωρηθεῖ καὶ «χάνει ἄδικα τὸν καιρό του» καὶ δοκιμάζει τὶς ἄλλες πίστεις του. Ἀλλὰ καὶ ὅποιος συμφωνεῖ -ἀνεπιφύλακτα- μὲ τὶς τοποθετήσεις καὶ θέσεις καὶ ἀξιολογήσεις αὐτὲς ἴσως νὰ μὴν χρειάζεται νὰ συνεχίση τὸ διάβασμα, γιατί εἶναι μία πιὸ ἐκτεταμένη καὶ σχολαστικὴ ἀλλὰ ἴσως περισσότερο θεμελιωμένη ἐπανάληψη τῶν παραπάνω Ἀρχῶν. Οἱ ἀναποφάσιστοι -ὅπως καὶ γιὰ τὶς ἐκλογὲς- καὶ οἱ ἀμφιταλαντευόμενοι, εἶναι συνεπῶς τὸ κατάλληλο, προσφιλὲς, κοινό μου. Ἐπειδὴ εἶχα παράπονα ἀπὸ φίλους ποὺ τὸ διάβασαν στὸ διαδίκτυο ὅτι δὲν καταλαβαίνουν ὁρισμένα μέρη τοῦ κειμένου μου καὶ ἰδίως τὴν ἀλληλοεξάρτησή τους καὶ τὴν ἀπόρροιά τους, ἀπὸ κυρίως, μία ἀρχικὴ (τριπλῆ;) σκέψη, ἰδέα καὶ πεποίθηση καὶ Ἀρχή, προειδοποιῶ καὶ συμβουλεύω τὸν ἀνθεκτικὸ καὶ καρτερικό καὶ ἐπίμονο, παρ’ ὅλη τὴν προειδοποίηση, ἀναγνώστη μου: Νὰ διαβάση πρῶτα τὸ κυρίως κείμενο (μὲ τὰ μεγάλα γράμματα) καὶ ἂν ἐξακολουθεῖ νὰ ἐνδιαφέρεται, ἂς τὸ ξαναδιαβάση μὲ τὶς σημειώσεις ποὺ τὸ στηρίζουν στηριζόμενες σ’αὐτό. Ἔτσι κι’ ἀλλιῶς δὲν γράφτηκε γιὰ νὰ διαβαστεῖ μονοροῦφι. Ἰδίως ποὺ, αὐτὰ ποὺ ἀκολουθοῦν εἶναι σχετικὰ μὲ καὶ συνέπειες τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ, τοῦ ἐπιβιωτισμοῦ καὶ τοῦ ἐπιστημονισμοῦ: Ἑνὸς ζωτικοῦ στοχαστικοῦ τρίπτυχου καὶ μίας ἀδιαίρετης, ἢ καὶ διαιρετῆς (ὄχι Ἁγίας) Τριάδας. Μίας τριάδας ἰδεῶν καὶ σκέψεων καὶ προτροπῶν ποὺ θέλει -ἐπιζητεῖ- νὰ εἶναι

ἑνιαία καὶ χρήσιμη καὶ ἐπιβιωτική.
Μία γραφὴ, ποὺ φιλοδοξεῖ νὰ ἐκφράση τὴν τωρινὴ πραγματικότητά μας καὶ νὰ
προβάλει ὁρισμένες προσωπικὲς κατευθύνσεις, ἢ καὶ «λύσεις» καὶ προτροπές,
γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν ζωτικῶν μας προβλημάτων.
Εὔχομαι κι’ ἐλπίζω τὸ κακὸ γράψιμό μου καὶ ἡ φτωχὴ παρουσίασὴ τους καὶ οἱ
συχνὲς ταυτολογίες κι’ ἐπαναλήψεις, νὰ μὴν ἐπηρεάσουν πολὺ τὴν κατανόηση
τῆς οὐσίας τῶν γραφτῶν μου.
Τὰ περισσότερα ἀπ’ τὰ παραπάνω καὶ τὰ παρακάτω ἀκούγονται γνωστά.
Ἐκεῖνο ποὺ δὲν εἶναι γνωστὸ ὅμως, εἶναι:
Οἱ στοχαστικὲς συνέπειες, τῆς ἀποδοχῆς τοῦ συνδυασμοῦ τῶν ἀρχῶν αὐτῶν μὲ
τὸν ἀποκλεισμὸ σχεδὸν ὅλων τῶν ἄλλων, ἰδίως τῶν ἀντιθέτων τους.
Ἀλλ’ ὑπάρχουν κι’ αὺτοὶ ποὺ πιστεύουν ὅτι:
Ἐμεῖς τ’ ἀνθρώπινα ὄντα, λόγω γνώσης
θανάτου καὶ φόβου καὶ κακῶν ἐμπειριῶν,
ἔχομε ἀνάγκη ἀσφάλειας, παρηγοριᾶς,
καθοδήγησης κι’ ἐλπίδας.
Καὶ ὅτι: Αὐτὰ μόνον οἱ θρησκεῖες
μποροῦν συνδυαστικά νὰ μᾶς τὰ παρά-
σχουν ἀφειδῶς.
Ἂν ἔτσι εἶναι καὶ γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸ πι-
στεύουν αὐτὸ καὶ μπορεῖ καὶ γι’ ἄλλους,
τίποτα δὲν τοὺς ἐμποδίζει νὰ μετατρέ-
ψουν τὸν ἀνθρωποκεντρισμὸ σὲ
“ἀνθρωπολατρεία”:
Μία ἀνθρώπινη, γιὰ ἀνθρώπους θρησκεί-
α, μὲ τὸν ἀνθρώπινα ἀνεκτικὸ κλῆρο της,
ποὺ τουλάχιστον δὲν θὰ παραπλανᾶ καὶ
ἀποπροσανατολίζει, μὲ “τέρατα καὶ
σημεῖα”.
Μία θρησκεία ποὺ ἴσως θὰ προσεγγίζει,
χωρὶς νὰ ταυτίζεται μ’ αὐτό, τὸ
ἀνθρωποκεντρικὸ καὶ προγονολατρικό,
ἀρχαῖο Ἑλληνικὸ δωδεκάθεο.


ΑΡΧΕΣ

Ὑποβάλλω γιὰ σκέψη καὶ γιὰ σχόλια τὶς
παρακάτω «Ἀρχές», καὶ σκέψεις καὶ ὑπὸ-
θέσεις (ἐργασίας;) καὶ ἰδέες καὶ θεωρίες,
ἡ ἐξέταση, ἀπάντηση καὶ ἀντίδραση στὶς
ὁποῖες, ἢ καὶ ἰδίως ἡ συμφωνία μὲ τὶς
ὁποῖες, πιστεύω ὅτι ἐπείγει γιὰ τὴν πλη-
ροφόρησή μας καὶ γιὰ τὴν ἐπιβίωσή κι’
εὐημερία μας.
Ι. Ἀνθρωποκεντρισμὸς
Ὅτι:
Παρ’ ὅλα τὰ δομικὰ καὶ λειτουργικὰ καὶ τ’
ἄλλα καταστροφικὰ μειονεκτήματα:
Ἡ Ἄνθρωπος (Ἀριστοτέλης κ.ἄ.).
Καὶ ὁ Ἄνθρωπος καὶ ὁ ἀνθρωπισμὸς καὶ
«ἡ φιλανθρωπία»(σὲ ὅλες καὶ μὲ ὅλες τὶς
ἐκφάνσεις της) καὶ οἱ σχετικὲς ἔννοιες
καὶ πραγματικότητες καὶ τὰ ὄντα ποὺ
ἐκφράζουν: εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι γιὰ
μᾶς τοὺς Ἀνθρώπους, παρ-ορμητικά και
σύν-αισθηματικὰ καὶ λογικὰ, οἱ σημαντι-
κότερες ἔννοιές μας καὶ τὰ σπουδαιότερα
ὄντα (μας).
Ὄντα και σύνολα ποὺ χρήζουν τὴν
προσοχὴ καὶ φροντίδα μας (=κηδεία
μας).
Ἔννοιες καὶ ὄντα ποὺ κατὰ πολὺ
ὑπερέχουν καὶ πρέπει καὶ χρειάζεται νὰ
ὑπερέχουν, ὅλων τῶν ἄλλων, στὴν
ἀξιολόγησή μας.
Ἔτσι ποὺ ἡ Ἀνθρωπότητα νὰ προάγεται
στὴν Ὑπέρτατη - Ἀξία, μας καὶ τὴν μόνη
πραγματική μας, ἐλπίδα.

Σημειώσεις:
1) Ἡ ἀξιολόγηση αὐτὴ βάζει στὸ περιθώριο,
ὅλα τὰ φαντασιακὰ «ὄντα» ποὺ ἀπὸ παλιὰ κα‐
θόριζαν τὴν ὕπαρξή μας καὶ τὴ ζωή μας.
Ἔτσι οἱ Θεοὶ καὶ οἱ Θεὲς καὶ ἡ Μεγάλη Θεὰ τῆς
πρωταρχικῆς μητριαρχίας καὶ τὰ διάφορα
ὑποτιθέμενα «ὑπεράνθρωπα» πλάσματα τῆς
φαντασίας μας καὶ τὰ τέρατα τὰ μαγικὰ, ἢ τὰ
μυθικὰ, περιθωριοποιοῦνται.
Καὶ κρατᾶνε μόνο τὴν ἱστορικὴ καὶ καλλιτεχ‐
νικὴ «ὕπαρξη» καὶ ἀξία καὶ σημασία τους.
Ἂν καὶ ὄχι τὴν, τῆς ἐπιστημονικῆς πραγμα‐
τικότητάς μας.
Ἔτσι καὶ οἱ διάφορες, “ἐξ ἀποκαλύψεως”, μέχρι
τώρα γνωστὲς θρησκεῖες, θὰ μποῦν στὸ περι‐
θώριο κι’ ἂς δείχνουν τελευταία μία ἄνθιση κι’
ἕναν «ἀνεξήγητο» πολλαπλασιασμό.

2) Λόγω τοῦ Ἀνθρωποκεντρισμοῦ (καὶ ἴσως,
ὄχι μόνον λόγω αὐτοῦ):
Ἡ ἀνθρώπινη οὐσία, πὰρ‐οὐσία μας καὶ ἡ
ἀξιοπρέπειά μας καὶ ἡ ἐλευθερία μας, ἡ λίγη
ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ἄνθρωποι, γίνονται καὶ
εἶναι οἱ πιὸ ἀνθρώπινες καὶ ἀνθρώπινα
ἀποδεκτὲς ἔννοιες καὶ Ἀρχές μας.
Ἀξίες καὶ προτροπὲς ποὺ διαφέρουν συχνὰ
σημαντικὰ ἀπ’ τὶς θρησκευτικὲς, ἢ τὶς
ἰσχύουσες σὲ ἄλλες χῶρες, ή ἐποχές.
Ἔτσι τώρα πιὰ οἱ παλαιὲς ἠθικὲς καὶ νομικὲς
καὶ θρησκευτικὲς καὶ κοινωνικὲς ἀρχές μας.
Καὶ οἱ φιλοσοφίες καὶ οἱ σοφίες μας οἱ “ἐξ
ἀποκαλύψεως” καὶ παραδοσιακὲς,οἱ δῆθεν
ἀντικειμενικές, χάνουν τὴν ἀξία τους καὶ γίνο‐
νται φλυαρία, ἐφ’ ὅσον δὲν ἐξυπηρετοῦν ἐμᾶς
τοὺς Ἀνθρώπους καί τὴν ἐπιβίωσὴ κι’ εὐημερία
μας κὶ εὐχαρὶστησή μας.

3) Ὅμως ἕνα πρόβλημα, δίλημμα, ποὺ μᾶς πα‐
ρουσιάζεται κάποτε (συχνά;), παραμένει
ἀνοιχτό καὶ ἀτομικὰ καὶ συλλογικά:
Πόση ἀξιοπρέπεια καὶ ἀνθρωπιὰ καὶ
ἀνθρωπισμὸ καὶ τόσα ἄλλα χαρακτηριστικά
μας καὶ ἀρχές μας, μποροῦμε καὶ πρέπει καὶ
ἐπιτρέπεται νὰ θυσιάσουμε γιὰ νὰ ἐπιβιώσουμε;
Ἤ γιὰ χάρη τῆς εὐημερίας μας, ἢ τῆς
ἐπικράτησής μας;
Καὶ ἀπὸ ποιὸ σημεῖο καὶ πέρα, ὅταν πολλὰ ἀπὸ
αὐτὰ θυσιαστοῦν, ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι παύουμε
νὰ εἴμαστε Ἄνθρωποι

4) Ἡ τάση ποὺ ὁδηγεῖ τὰ περισσότερα ζῶα,
ἑρπετά, θηλαστικά, κ.ἄ. ὅταν δὲν παρουσιάζο‐
νται ὁρισμένα ἀρνητικά, ἐχθρικά, προειδοποιη‐
τικά, ἐπιθετικὰ σημάδια, νὰ θεωροῦν ὡς
ἀκίνδυνα καὶ ἀσφαλῆ καὶ ἀποδεκτὰ (στὴν
οἰκογένεια, ἢ ὁμάδα, ἢ φυλὴ) τὰ ὅμοιά τους
ὄντα, εἶναι ἴσως μία ἀπ’ τὶς πιὸ σημαντικὲς
βιολογικὲς ρίζες τοῦ Ἀνθρωποκεντρισμοῦ καὶ
τῆς ἀγάπης μας γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας.
Ἡ μὲ μικρὲς διαφορὲς ὁμοιότητα (ἀκόμη καὶ, ἢ
κυρίως, στὴν ὀσμὴ) δείχνει συγγενεῖς καὶ
προκαλεῖ ἐμπιστοσύνη καὶ ἀγάπη καὶ ἕλξη καὶ
σεξουαλικά, προδιαθέτοντας καὶ σὲ ἀνοχὴ καὶ
ὁδηγῶντας σὲ σὺν‐πάθεια καὶ σύν‐ουσία.
Ἀντίθετα οἱ μεγάλες διαφορὲς (σχημάτων καὶ
μεγεθῶν καὶ χρωμάτων καὶ ὀσμῶν κ.λ.π.) τρο‐
μάζουν καὶ προδιαθέτουν ἐχθρικά.
Ἀρχίζοντας ἀπὸ τὰ ἑρπετὰ καὶ καταλήγοντας
και στοὺς Ἀνθρώπους.
Τὸ ἄγνωστο, τὸ ξένο καὶ τὸ παράξενο φοβίζει.
Ἄσχετα ἀν εἶναι πραγματικὰ ἐπικίνδυνο, ἢ ὄχι.

5) Τὸ γεγονὸς ὅτι: Ἐμεῖς οἱ Ἄνθρωποι εἴμαστε,
τὰ μόνα γνωστὰ σὲ μᾶς ὄντα ποὺ καταφέραμε
νὰ φτιάξουμε καὶ χρησιμοποιοῦμε: εὔχρηστες
γλῶσσες καὶ γραφὲς καὶ πολλοὺς τρόπους συ‐
νεννόησης, ἐπικοινωνίας, συνεργασίας κι’
ἀπόκτησης γνώσεων καὶ καταγραφῶν τους.
Καὶ δημιουργήσαμε ἐπιστῆμες καὶ πολιτισμοὺς
καὶ πολιτισμένες κοινωνίες.
Καὶ ἔννοιες καὶ πίστεις καὶ φιλοσοφίες.
Καὶ ἐργαλεῖα καὶ ὄπλα καὶ Τεχνικὲς.
Καὶ μποροῦμε νὰ ἐπιβάλουμε στὰ γύρω μας
ζῶντα καὶ μὴ ὄντα καὶ τὸ περιβάλλον μας ‐
συχνότατα, (γιατί ὑπάρχουν ἀκόμη καὶ οἱ ἰοὶ)‐
τὴν θέλησή μας, καὶ τὶς ἐπιθυμίες μας καὶ τὰ
καπρίτσια μας καὶ τὴν ἐπιθετικότητά μας:
Εἶναι πιθανότατα ἡ λογικὴ αἰτία καὶ δικαιολο‐
γία καὶ τὸ θεμέλιο, τοῦ Ἀνθρωποκεντρισμοῦ.

6) Ἡ ἱστορία τοῦ Ἀνθρωποκεντρισμοῦ ‐τῆς το‐
ποθέτησης τῶν Ἀνθρώπων καὶ τῆς Ἀνθρώπου
καὶ τῆς Ἀνθρωπότητας στὴν ὑπέρτατη βαθμί‐
δα τῶν ἀνθρώπινων ἀξιῶν εἶναι μακρὰ καὶ πε‐
ριπετειώδης, μὲ πολλὰ σκαμπανεβάσματα καὶ
διακλαδώσεις.
Ἀρχικὰ συνέπιπτε, πιθανὸν μὲ τὴν ἐμφάνιση
τῆς ἰδέας, ἔννοιας καὶ λέξης «Ἄνθρωπος» ἀπ’
τὴν ὁποία καὶ προῆλθε.
Ἀπὸ ἕνα σημεῖο ὅμως, διαφοροποιήθηκε.
Ἔτσι οἱ ἔννοιες «Ἄνθρωπος» καὶ «Ἀνθρωπο‐
κεντρισμὸς» ξεχωρίζουν καὶ τραβοῦν τὸ δικό
της ἡ καθεμία δρόμο.
Δυστυχῶς δὲν ὑπάρχει γνωστή, συστηματικὴ
ἐξιστόρηση τῆς γέννησης καὶ τῆς ἐξέλιξης
αὐτῶν τῶν ἐννοιῶν καὶ εἶναι χρήσιμο τὸ νὰ
προσπαθήσω ἐδῶ νὰ δώσω, συνοπτικὰ τὶς πιὸ
σημαντικὲς ‐κατ’ ἐμὲ‐ στιγμές τους.

(Bench Marks).
Πάντα, ἐλπίζοντας ὅτι κάποτε διεξοδικά ἡ
ἱστορία αὐτὴ θὰ γραφτεῖ:
α) Κατὰ τοὺς προϊστορικοὺς χρόνους ἡ
ἀποκάλυψη καὶ ἀνακάλυψη καὶ χρήση τῆς
φωτιᾶς, τῶν ἐργαλείων, τῶν ὅπλων καὶ τῆς
ὀργάνωσης καὶ συνεργασίας:
Καὶ οἱ νίκες στὶς μᾶχες τους μὲ ἄλλα, συχνὰ
πολὺ μεγαλύτερά τους καὶ δυνατότερα τοὺς
ζῶα καὶ οἱ ἐπιτυχίες τους στὸ νὰ προστα‐
τεύονται μὲ τὶς αἰγίδες, ἢ τὶς ἀσπίδες καὶ τὶς
ἄλλες τεχνικὲς ἐφευρέσεις τους, γέμισε πιθα‐
νότατα μ’ αἰσιοδοξία καὶ αὐτοπεποίθηση τους
τότε “συλλέκτες – κυνηγούς”, καὶ τοὺς ἔκανε
νὰ πιστέψουν ὅτι:
Ἀρκεῖ νὰ γνωρίζει κάποιος τὸν τρόπο, τὴν μέ‐
θοδο, τὴν μαγικὴ συνταγή, τὴν τεχνικὴ, ἢ τὴν
ψαλμωδία, τὴν μαγικὴ ὀνομασία κλπ. γιὰ νὰ
ἐπιτύχη ὅ,τι ἐπιθυμεῖ.
Καὶ ὅτι δὲν ὑπάρχουν ὅρια (παρὰ μόνον
Μαγικὰ καὶ τεχνικά, δηλαδὴ γνώσης) γιὰ τὴν
πραγματοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν τους, τῶν τό‐
τε πρώτων προγόνων μας.
Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ μαγεία τῆς Μαγείας.
Ὅμως τὴν περίοδο ἐκείνη δὲν ὑπῆρχαν ἀκόμη οἱ
συνειδητοὶ καὶ ἐκφρασμένοι ξεκάθαρα
διαχωρισμοὶ τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τ’ ἄλλα
ἐχθρικὰ, ἢ φιλικά τους ὄντα, ἢ ζῶα, οὔτε ἡ
ἔννοιά τους
Ἡ κύρια διαχωριστικὴ ‐ἐπιβιωτικὴ‐ γραμμὴ
ἦταν: ἐπικίνδυνα, ἢ ἀκίνδυνα, φιλικὰ ἢ ἐχθρικά,
βλαβερὰ, ἢ ὠφέλιμα ὄντα, (ζῶα, φυτά, πράγ‐
ματα,) ἀνάκατα καὶ ἀδιάκριτα.
Δὲν μποροῦσε συνεπῶς νὰ ξεχωρίση ξεκάθαρα
τὸ ἀνθρώπινο γένος ἀπ’ τὰ ἄλλα ζῶντα καὶ μὴ
‐κινούμενα, ἢ ἀκίνητα‐ ὠφέλιμα, ἢ βλαβερά,
ὄντα.
Οὔτε νὰ δημιουργηθεῖ, σαφῶς ἡ ἔννοια
“Ἄνθρωπος” καὶ ἀκόμα λιγότερο ἡ ἔννοια
“Ἀνθρωποκεντρισμός”.
β) Κατὰ τοὺς μυθικοὺς χρόνους τῶν μεγάλων
σὲ συγκεκριμένη περιοχὴ ἐγκατεστημένων
γαιοκαλλιεργητικῶν, πολεμικῶν, ἐπεκτατικῶν
μεσανατολικῶν Αὐτοκρατοριῶν ποὺ χρησιμο‐
ποιούσαν τ’ ἄλογα (Αἴγυπτος, Ἀσσυρία, Βαβυ‐
λωνία, Περσία κλπ) ἡ πυραμιδική, ἀξιολογικὴ
ἱεραρχικὴ στρωμάτωση ἦταν τέτοια ποὺ –
κανονικὰ– ἡ ἔννοια Ἄνθρωπος (πόσο μᾶλλον
ἀνθρωποκεντρισμὸς) ὡς ξεχωριστὴ κατηγορία
ὄντων ἦταν σχεδὸν ἀδιανόητη.
Τὰ ὄντα κατατάσσονταν κυρίως σὲ ἀνώτατα,
ἀνώτερα, μέσα, κατώτερα καὶ κατώτατα.

Μία αὐτοκρατορικὴ γάτα, ἢ ἕνας ἱερὸς γύπας,
ἢ ὄφις, ἦταν ἀσύγκριτα ἀνώτερος ἀπ’ τὸν κα‐
τώτατο σκλάβο «ἄνθρωπο» ποὺ δὲν ἔμοιαζε σὲ
τίποτα μὲ τὸν Φαραὼ. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ πολὺ
διαφορετικὲς ἀμφιέσεις. Καὶ τὰ στέμματα καὶ οἱ
ὑπερυψωμένοι θρόνοι κ.ἄ. Γιὰ νὰ τονίζουν τὶς
ἀπροσπέλαστες διαφορὲς καὶ ἀποστάσεις τῶν
ἀνώτατων ἀπὸ τὰ κατώτερα ὄντα.
Ὁ Φαραὼ ἦταν θεὸς (ἡ μετενσάρκωση ὅλων
τῶν προηγουμένων του) καὶ ποταμὸς –ὁ
Νεῖλος‐ καὶ Ἀρχιστράτηγος καὶ Ἀρχιερεὺς καὶ
γῦπας καὶ ὅφις ἱερὸς κ.ἄ.
Μόνον ἄνθρωπος κανονικὸς δὲν μποροῦσε νὰ
λογιστεῖ, τοῦ ἴδιου βιο‐λογικοῦ εἴδους (ὅπως
σήμερα).
Ἂν κατὰ τύχην πείραζε μία ἱερὴ γάτα, τοῦ
Φαραώ, ἢ τοῦ παλατιοῦ, ἢ τοῦ Ναοῦ, ἕνας
σκλάβος, αὐτὸς καὶ ὅλο του τὸ σόι καὶ ἴσως καὶ
ἡ φυλὴ του θανατώνονταν μὲ μαρτύρια.
Τέτοια καὶ ἔτσι ἦταν ἡ κοινωνικὴ, ἢ ἡ ταξικὴ θὰ
λέγαμε σήμερα, κατάταξη καὶ ἀξιολόγηση.
Πῶς ‐λοιπὸν‐ καὶ γιατί νὰ δημιουργηθεῖ εἰδικὴ
κατηγορία ἀνθρώπινων ὄντων, ἴσων μεταξύ
τους μὲ κοινὰ ἀνθρώπινα βιο‐λογικὰ χαρακτη‐
ριστικά;
Κάτι τέτοιο ἦταν ἀδιανόητο.
Ἔτσι ἡ ἔννοια‐κατηγορία «ἄνθρωπος» ἄργησε
ἀκόμη πολὺ νὰ ξεχωρίση στὴν ἀνθρώπινη συ‐
νείδησή μας.
γ) Ἐξαίρεση σημαντικὴ στὴν κατάσταση αὐτὴ
στὴν πολὺ παλαιὰ περίοδο τῆς ἀνθρωπότητας
ἴσως ν’ ἀποτελοῦν οἱ Σουμέριοι (γύρω στὸ 4000
π.Χ.) ποὺ στὰ γραφτά τους, βρίσκουμε
ἀναφορὲς στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὸν ἄνθρωπο.

Μάλιστα ἡ λέξη «Νὰμ‐λοὺ‐λοὺ» σήμαινει κατὰ
τοὺς εἰδικοὺς (Samuel Noah Kramer, “The Sum‐
merians”): «Ἄνθρωπος‐Ἄνθρωπος».
Ἢ ἄνθρωπος ‐ πολὺ‐ἄνθρωπος.
Ἤ καὶ πιθανόν: «Ἀνθρωπότης».
Καὶ αὐτὸ πρὶν ἀπὸ 6000 χρόνια.
Ἐπίσης στὰ ἔπη τῶν Σουμερίων (καὶ ἴσως ὄχι
μόνο) μπορεῖ νὰ διακρίνει κάποιος τὸν ἥρωα (ἢ
ἡμίθεο;), ποὺ ἦταν κάτι μεταξὺ θεοῦ καὶ
ἀνθρώπου, δηλαδή ἔνα παράξενο μίγμα
θνητοῦ ‐ ἀθάνατου.
δ) Ἡ πραγματικὴ πατρίδα της ἔννοιας τοῦ
ἀνθρώπου καὶ τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ ἦταν
καὶ εἶναι, ἡ Ἑλλάδα:
Ἡ πατρίδα καὶ τῶν περισσότερων σημαντικῶν
ἐννοιῶν, ὅπως τῆς Ὕπαρξης, τοῦ Εῖναι, τοῦ
Ὅντος, τῆς οὐσίας κ.ἄ.

Στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ξεκαθάρισαν τὰ πράγ‐
ματα καὶ ἡ διάκριση τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τ’
ἄλλα ζῶντα ὄντα, ἔγινε σαφέστερη.
Αὐτὸ δὲν ἐμπόδιζε τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες, κυ‐
ρίως στὶς ἀρχὲς νὰ πιστεύουν καὶ νὰ πρεσβεύ‐
ουν ὅτι ἡ κύρια διαφορὰ μεταξὺ ἀνθρώπων καὶ
θεῶν ἦταν ὁ θάνατος καὶ ἡ ἀθανασία καὶ
σχεδὸν τίποτ’ ἄλλο.
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ λέξεις «θνητὸς» καὶ «ἀθάνατος»
συναντῶνται συχνότερα ἰδίως στὰ πρῶτα χρό‐
νια, ἀπ’ τὶς λέξεις «ἄνθρωπος» καὶ «θεός».
Κατὰ τὰ’ ἄλλα, οἱ ἄνθρωποι ἔμοιαζαν νὰ συ‐
μπεριφέρονται σὰν τοὺς θεούς, καὶ οἱ θεοὶ σὰν
τοὺς ἀνθρώπους. Πρὸς μεγάλη ἀγανάκτηση
τοῦ Ξενοφάνη καὶ τοῦ μονοθεϊσμοῦ του, ποὺ
ἴσως νὰ ὀφείλεται καὶ σὲ αὐτὸν τὸν παραλογι‐
σμό. 

Πάντως, στὸν Ὅμηρο, ἡ Ὀδύσσεια εἶναι ἤδη
ἀφιερωμένη σ’ ἕναν ξεκάθαρα κοινὸ θνητὸ καὶ
οἱ θεοὶ, ποὺ συν‐ουσιάζονταν μὲ τοὺς
ἀνθρώπους, εἶχαν ἐπικουρικὸ ρόλο.
Ὅμως ἔπρεπε νὰ ἔρθουν οἱ «φυσικοὶ»
(προσωκρατικοὶ) στοχαστές:Θαλής,
Ἀναξίμανδρος, Ξενοφάνης, Ἠράκλειτος, Παρ‐
μενίδης καὶ οἱ Τραγωδοί.
Καὶ ὁ Σωκράτης, ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης,
γιὰ νὰ προαχθεῖ ὁ Ἄνθρωπος σὲ σημαντικὸ πα‐
ράγοντα τῆς σύνθεσης τοῦ Κόσμου, ἢ τῆς Φύ‐
σης, συνειδητά.
Τῆς ὀργάνωσης δηλαδὴ ‐τῆς τακτικῆς καὶ
ὡραίας καὶ φυσικῆς καὶ ἀρμονικῆς‐ τῶν πά‐
ντων.
Ἡ «Φύση», ἡ ἰδέα, ἡ ἔννοια τῆς φύσης καὶ ἡ
φυσικὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ ἐπέτρεψε καὶ ἐπέβαλλε
τὶς φυσικὲς διακρίσεις τῶν ὄντων.

Καὶ «φυσικὰ» τὴν διάκριση καὶ τὸν ὁρισμὸ καὶ
τὸ ξεχώρισμα τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ «φυσική», «ζῶο‐λογικὴ» διάκριση αὐτὴ καὶ ὁ
σχετικὸς ὁρισμὸς τοῦ Ἀριστοτέλη: «δίπουν
ἄπτερον» προέτρεψε, μυθολογεῖται, τὸν
Ἀριστοφάνη νὰ πετάξει σκωπτικὰ μία μαδημέ‐
νη κότα στὴν σκηνὴ τοῦ θεάτρου καὶ νὰ
ἀναφωνήση:
«Ἰδοὺ ὁ ἄνθρωπος τοῦ Ἀριστοτέλη».
Ὅμως αὐτὸς ἦταν ὁ σαφέστερος καθαρὰ
ἐπιστημονικὸς καὶ φυσιο‐λογικὸς καὶ
ἀνατομικὸς ὁρισμὸς τοῦ Ἀνθρώπου.

Ὑποσημείωση 1η :
Ὁ θετικὸς ἐπιστήμων καὶ ἀρχαιοδίφης καὶ
ἀγαπητός φίλος Πυθαγόρας Μπίκος μοῦ ἐπέστησε
τὴν προσοχή:
α) Στὸ ὅτι ἕνα σχετικὸ χωρίο τοῦ Ἀριστοτέλη
εἶναι: “...ἄνθρωπος... καὶ πάλιν ζῶον δίπουν
ἄπτερον·”
Στὸ “Τῶν Μετά τὰ Φυσικά”, Ζ 1037, 30.
β) Ὅτι ὁ Αριστοφάνης εἴχε πεθάνει περίπου 4
χρόνια πρὶν από τὴν γέννηση τοῦ Ἀριστοτέλη.
Γι’ αὐτό, εἰκάζω ὅτι τὸ σχετικό μὲ τὴν κότα, χλευ-
αστικό ἀνέκδοτο, εἶναι ἴσως μύθευμα, ἀδαῶν
χριστιανῶν.
Ὅμως τὸ κρατῶ γιατὶ εἶναι χαρακτηριστικὸ μιᾶς
νοοτροπίας.

Ὁ Σοφιστὴς Πρωταγόρας (σύγχρονος καὶ διά‐
λογος τοῦ Πλάτωνα) ἦταν καὶ εἶναι ὁ
πραγματικὸς πατέρας καὶ ὁ συνεπέστερος
ἐκφραστὴς τοῦ ἀνθρωποκεντρισμοῦ.
Ἀπ’ αὐτὸν καὶ πέρα ὁ ἀνθρωποκεντρισμὸς ξε‐
χωρίζει απ’ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν ἔννοιά του
καὶ ἀποκτᾶ νόημα καὶ ὕπαρξη αὐτοτελή (ἂν καὶ
ὄχι ἀκόμα τὴν ὀνομασία του).
Ὁ Πρωταγόρας ἀπεφάνθη ὅτι:
Οἱ Ἄνθρωποι εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι οἱ κριταὶ
καὶ τιμηταὶ τῶν πάντων.
Καὶ ὅτι μὲ τοὺς θεοὺς, οἱ θνητοὶ δὲν ἔχουν
ἀρκετὸ χρόνο νὰ ἀσχοληθοῦν.
Καθ’ ὅσον ἡ ζωὴ εἶναι σύντομη.
Καὶ τὰ θέματα τὰ σχετικὰ μὲ τοὺς θεοὺς πολύ‐
πλοκα καὶ ἀσαφῆ καὶ θεωρητικὰ καὶ ἀβέβαια.
Ἴσως καὶ βλαβερὰ καὶ ἐπιζήμια, νὰ ὑπονοοῦσε.

Κατόπιν αὐτῶν οἱ θρῆσκοι Ἀθηναῖοι ἔκαψαν τὰ
γραφτά τουκαὶ τὸν κατεδίωξαν, ὅπως προη‐
γούμενα τὸν Ἀναξαγόρα,.
Καὶ τὸν κατεδίκασαν σὲ θάνατο.
Ἔτσι ἀναγκάστηκε (ἀντίθετα ἀπό τὸν Σωκρά‐
τη) νὰ δραπετεύση γιὰ νὰ σωθεῖ ἀπ’ τοὺς ‐
δῆθεν‐ φιλελεύθερους γιὰ τὶς ἰδέες «Δημοκρά‐
τες ‐ Ἀθηναίους».
Ἰδοὺ τὰ λόγια του ὅπως μᾶς μεταφέρθηκαν
ἀπὸ τοὺς κατοπινούς του:
«...Πάντων χρημάτων μέτρον ἐστὶν
ἄνθρωπος,
τῶν μὲν ὄντων ὡς ἔστιν,
τῶν δὲ οὐκ ὄντων ὡς οὐκ ἐστιν.» D.K.1
(Ὅπου φαίνεται ξεκάθαρα, ὅπως καὶ παρακά‐
τω ἡ μεγάλη ἐπίδραση τοῦ Ξενοφάνη καὶ τοῦ
Παρμενίδη)

«Περὶ μὲν θεῶν οὐκ ἔχω εἰδέναι, οὐθ’ ὡς εἰσὶν
οὐθ’ ὡς οὐκ εἰσὶν, οὐθ’ ὁποῖοι τινὲς ἰδέαν∙
Πολλὰ γὰρ τὰ κωλύωντα εἰδέναι
ἢ τ’ ἀδηλότης καὶ βραχὺς ὧν ὁ βίος τοῦ
ἀνθρώπου» D.K. 4
Παρ’ ὅλους τους κατατρεγμοὺς του ὁ Πρωτα‐
γόρας δὲν ἔκανε ὅπως τόσοι ἄλλοι, κυρίως τὸν
Μεσαίωνα καὶ δὲν ἀπέσυρε καὶ δὲν
ἀπαρνήθηκε οὔτε μία ἀπὸ τὶς ἰδέες του γιὰ νὰ
συγχωρηθεῖ.
Οὔτε ἀναφέρεται νὰ τὸ προσπάθησε.
Πράγμα ποὺ θὰ εἶχε γίνει γνωστὸ καὶ
καταγραφεῖ ἂν τὸ εἶχε ἐπιχειρήσει.
Ἔτσι πέθανε ἐξόριστος, ἄν καὶ ὄχι λησμονημέ‐
νος ὅπως ἀποδείχνουν τὰ σωζόμενα
ἀποσπάσματά του καὶ τοῦτο τὸ γραφτό κ.ἄ..

Ὁ Πλάτων, προσεκτικός τώρα πιά, στὰ θέματα
αὐτὰ τὰ θρησκευτικά, μετὰ τὶς περιπέτειες τοῦ
Ἀναξαγόρα, τοῦ Πρωταγόρα καὶ τὴν ἐκτέλεση
τοῦ Σωκράτη, γιὰ ἀσέβεια κλπ.
Παρ’ ὅλη τὴν πίστη του: στὴν ἀθανασία τῆς
Ἀνθρώπινης ψυχῆς ποὺ (σχεδόν;) έξαφανίζει
τὴν διαφορὰ θνητῶν καὶ ἀθανάτων, ἀπέφυγε
τὶς πολλὲς συγκρίσεις καὶ τὰ πολλὰ λόγια γιὰ
τὴν πίστη.
Καὶ δὲν ἔκανε ξεκάθαρη ἀνθρωποκεντρικὴ
ἀξιολόγηση οὔτε ἔδειξε περιφρόνηση γιὰ τὴν
θρησκεία, ὅπως λογικὰ θὰ ἔπρεπε.
Καὶ λόγω τῆς πίστης του στην ἀθανασία τῆς
ἀνθρώπινης ψυχῆς.
Ἄλλαξε συνεπῶς διπλωματικὰ τὴν κουβέντα
καὶ τὴν ἔστρεψε πρὸς τὶς Ἰδέες καὶ τὶς Ἀρετές.
Καὶ τὴν Πολιτεία καὶ τὴν πολιτικὴ κ.ἄ.

Ὁ Ἀριστοτέλης ἀπ’ τὴν μεριά του, πίστευε ὅτι:
Ἡ μέση ‐τὸ μέσον, «μεσότης τὶς»‐ εἶναι μία
προνομιοῦχος θέση (τοποθέτηση) ποὺ εἶναι
πολὺ καλλίτερη ἀπὸ τὰ ἄκρα.
Γιατί οἱ ὑπερβολὲς βλάπτουν καὶ ἐνέχουν τὸν
σπόρο τῆς φθορᾶς καὶ τῆς κατὰ‐στροφῆς.
(Τὰ τέρατα κατ’ αὐτὸν εἶναι: ἀφύσικα. Καὶ
ὅπως κάθε τί ἀφύσικο, ἡ Φύση τὰ ἐξαφανίζει.)
Προσεκτικὸς καὶ αὐτός: Ἔβαλε ἁπλὰ τὴν
Ἄνθρωπο καὶ τὸν ἄνθρωπο στὸ μέσον.
Μεταξὺ τῶν ἀνώτερων θεῶν καὶ ἡμίθεων καὶ
τῶν κατώτερων ζώων.
Ἔτσι ἁπλὰ καὶ διακριτικά, χωρὶς σχόλιο καὶ
σιωπηρὰ ἄφησε τὰ συμπεράσματα νὰ βγοῦν
ἀπὸ μοναχά τους.
Παρ’ ὅλα αὐτά, καὶ αὐτός κινδύνευσε. 

ε) Ὁ μακρὺς καὶ σκοτεινός, Χριστιανικὸς καὶ
Μουσουλμανικὸς (ποὺ ἐν μέρει ἐξακολουθεῖ)
Μεσαίωνας, μὲ τὴν κυριαρχία τῶν θρησκειῶν
καὶ τῶν πανίσχυρων κλήρων, καταπολέμησε
καὶ ἐξαφάνισε τὸν παγανιστικὸ
Ἑλληνορωμαϊκὸ Ἀνθρωπισμό.
Καὶ βέβαια καὶ τὸν Ἀνθρωποκεντρισμό.
Καὶ κατεδίκασε τὴν ἀνθρώπινη ὀντότητα καὶ
ὕπαρξη καὶ ἀξιοπρέπεια καὶ χαρὰ καὶ
ἀπόλαυση καὶ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα, μὲ τὰ πιὸ
σκληρὰ βασανιστήρια μέχρι θανάτου καὶ πέραν
αὐτοῦ.
Ἀκόμη καὶ τὸ νὰ κοιτάζη κάποιος τὸ ἴδιο τὸ
σῶμα του γυμνό, ἔγινε θανάσιμο ἁμάρτημα,
ποὺ ὁδηγοῦσε κατ’ εὐθείαν στὴν κόλαση καὶ
τὴν παντοτινὴ τιμωρία.
Ὁ Μοναδικὸς Θεὸς καὶ Πλάστης τοῦ Παντός
τοπο‐θετήθηκε πολὺ μακρυὰ ἀπ’ τὰ πλάσματά
του, στὸν Οὐρανὸ (καὶ ὄχι σὲ βουνὸ προσεγγί‐
σιμο), καὶ μποροῦσε ἴσως σπάνια νὰ
προσεγγιστεῖ, μόνον μέσω τῆς Ἐκκλησίας καὶ

τοῦ κλήρου κυρίως μὲ τὴν πληρωμὴ πολλῶν
χρημάτων.
Ἀλλὰ, οἱ πιστοὶ (γιατί μόνον πιστοὶ καὶ ἄπιστοι
καὶ ὄχι «ἄνθρωποι» κανονικοὶ, ὑπῆρχαν) ἦταν
ἐξ’ Ἀρχῆς καὶ ἐξαρχῆς, ἀπ’ τὴν γέννησή τους,
καταδικασμένοι λόγω τοῦ προπατορικοῦ
ἁμαρτήματος.
Καὶ μάταια πολλὲς φορὲς προσπαθοῦσαν νὰ
συγχωρηθοῦν καὶ νὰ σωθοῦν.
Ἐκτὸς βέβαια ἂν διέθεταν μεγάλη ἐπιρροὴ στὸν
κλῆρο, ἢ περιουσία γιὰ ξόδεμα.
«Ποῦ, λοιπόν, Ἄνθρωπος καὶ ποῦ Ἀνθρωποκε‐
ντρισμός;» Ποὺ θὰ ἔλεγε καὶ ὁ ποιητής.
στ) Ἡ Ἀναγέννηση ἐπανέφερε τὴν ἀνθρώπινη
ἀξία καὶ ἀξιοπρέπεια καὶ οὐσία καὶ προετοίμασε
τὸν Οὐμανισμό.
ζ) Οἱ Νίτσε καὶ Μὰρξ ἦταν αὐτοὶ ποὺ ἔδωσαν
στὸν Ἀνθρωποκεντρισμό, τὴν πιὸ ἐπιθετική,
ἀντικληρική, ἀνθρωπολατρευτική, ποιητικὸ‐
ἐπιστημονικὴ ἔκφρασή του καὶ πρόβαλαν τὸν
Ὑπεράνθρωπο καὶ τὸν Κομμουνιστὴ.

8) Σήμερα, οἱ εἰδικές ἐπιστῆμες μας, μᾶς
ἐπιτρέπουν (κι ἐπιβάλλουν;) νά συνάγωμε ὅτι:
Ἡ ἀνθρωπότητα ἀρχίζει καὶ ξεχωρίζει καί χα‐
ρακτηρίζεται ἀπὸ καὶ με, τὸ “τελευταῖο”,
(7ο;)“ὑπέρτατο” νεοχιτωνικὸ ‐ ἀνθρώπινο,
ἐπίστρωμα τῶν ἐγκεφάλων μας καί τὴν λει‐
τουργία του, ποὺ φτειάχνει τὶς ἔννοιες καὶ τὸν
ἀνθρωποκεντρισμό.
Ὑποσημείωση 2η:
Ἀπὸ πολὺ παλαιὰ εἶχαν προταθεῖ διάφορες
θρησκευτικὲς καὶ μὴ θεωρίες, ὅτι ἡ Γῆ εἶναι στὸ
κέντρο τοῦ κόσμου, ἢ ὁ ἄνθρωπος στὸ κέντρο τῆς
Πλάσης τοῦ Θεοῦ, ποῦ κι αὐτὲς ὀνομάστηκαν κά-
ποτε «ἀνθρωποκεντρικές».
Ὅμως ξεπεράστηκαν ἀπ’ τὶς προόδους τῶν
ἐπιστημῶν, ἐγκαταλείφθηκαν καὶ ξεχάστηκαν.

ΙΙ. Ἐπιβιωτισμός.
Ὅτι: Σὰν συνέχεια τῆς παραπάνω
ἀξιολόγησης ἀλλὰ καὶ ἀνεξάρτητα ἀπ’
αὐτὴν -αὐτοτελῶς- :
Ἡ ἐπιβίωση μας καὶ ἡ εὐημερία μας (ὅταν
δὲν ἐμποδίζει τὴν ἐπιβίωση) καὶ ἡ
ἐπικράτηση μας ἐμᾶς τῶν Ἀνθρώπων καὶ
ἰδίως τῶν ἀπογόνων μας, καὶ ἡ ὕπαρξη
καὶ πολλῶν ἄλλων ἀπαραίτητων γιὰ τὴν
ὕπαρξή μας καὶ φιλικῶν πρὸς ἐμᾶς καὶ
ἀγαπητῶν ἀπὸ ἐμᾶς, ζώντων καὶ μὴ
ὄντων, εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι -
τουλάχιστον πρὸς τὸ παρόν- :
Ὁ Ὑπέρτατος Στόχος μας.
Ἡ πραγμάτωση τοῦ ὁποίου, εἶναι
καθῆκον μας πρώτιστο.
Καὶ προαπαιτούμενο κάθε γιὰ μᾶς
ὕπαρξης δικῆς μας, ἢ ἄλλων ὄντων.

Σημειώσεις:
1) Τὸν σπάνιο καὶ ἴσως ἄκομψο ὄρο
«Ἐπιβιωτισμὸς» τὸν διάλεξα (ἔφτιαξα;) γιατί
ἤθελα ν’ ἀποφύγω τὸν προσφορότερο καὶ
κομψότερο «Ὑπαρξισμός».
Καὶ τοῦτο γιατί ὁ «Ὑπαρξισμὸς» ἔχει πάρει ἤδη
μία ὁρισμένη διαφορετικὴ σημαντικὰ σημασία,
ἔχοντας μία δική του αὐτοτελῆ ἱστορία.
Ποὺ ξεκινάει ἀπ’ τὸν Παρμενίδη.
Καὶ ἔχει καὶ ταλαιπωρηθεῖ καὶ παραμορφωθεῖ,
ἀπὸ προηγούμενες ὑπάρξεις του.
Κι’ ἀπὸ τὶς ὑπαρξιστικὲς φιλοσοφίες.
(Βλέπε: Κίρκεγκορ, Χαΐντεγκερ, Σαρτρ κ.ἄ.)
Καὶ ἀπ’τὸν «Ὑπαρξισμὸ» καὶ «Χιππισμό», ἰδίως
τὸν μεταπολεμικό.

2) Ὁ συνδυασμὸς Ἀνθρωποκεντρισμοῦ καὶ
Ἐπιβιωτισμοὺ τῶν ἀγαπητών μας ὄντων,
ὁδηγεῖ στὴν σκέψη ὅτι: πιθανὸν τὸ «Γνώθι
σαυτὸν» καὶ τὸ «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους» θὰ πρέ‐
πει νὰ σὺν‐πληρωθοῦν, ρητὰ μὲ τὸ «καὶ ὄχι μό‐
νο» ποὺ ἴσως καὶ νὰ ὑπονοεῖται, ἀλλὰ και δὲν
προκύπτει σαφῶς ἀπ’ τὶς τότε ἀντιλήψεις καὶ
ἀξιολογήσεις.
Πάντως καὶ ὁ Σωκράτης καὶ ὁ Χριστὸς ποὺ
ἀπέφυγαν (φοβήθηκαν; Δὲν ἤξεραν; Δὲν μπό‐
ρεσαν; Δὲν πρόλαβαν;) νὰ γράψουν ἔδωσαν
μεγάλη σημασία στὸν Ἄνθρωπο καὶ στὴν
ἀνθρωπότητα καὶ τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς γι’
ἄυτο νὰ μπορεί νὰ θεωρηθοῦν ἀνθρωποκεντρι‐
κοί, ὅπως ὁ Πρωταγόρας, ὁ Νίτσε, ὁ Μάρξ κ. ἄ.
Ἢ “ἀνθρωποκεντριστές”.

3) Μὲ τὴν εὐκαιρία τῶν παραπάνω καὶ παρα‐
κάτω κυκλικῶν ταυτολογικῶν συλλογισμῶν
χρήσιμο εἶναι νὰ ὑπενθυμιστεῖ τὸ ὅτι:
Ἡ ταυτότητα καὶ ἡ ταυτολογία εἶναι λογικὰ
καὶ μαθηματικὰ καὶ κατὰ πολλοὺς τρόπους : οἱ
μόνες πραγματικότητες γιὰ τὶς ὁποῖες ἐμεῖς οἱ
Ἄνθρωποι (ἄσε τοὺς Θεοὺς) μποροῦμε νὰ
ἰσχυριζόμαστε ὅτι εἴμαστε σίγουροι.
Καὶ στὶς ὁποῖες μποροῦμε πραγματικὰ καὶ
λογικὰ, (σχεδόν;) νὰ βασιζόμαστε.
Καὶ τὶς ὁποῖες μποροῦμε καὶ πρέπει ‐ἀναγκα‐
στικὰ κάπως‐ νὰ τὶς ἐμπιστευόμαστε.
Ἔξω ἀπ’ αὐτὲς «ὅλα παίζονται».
Καὶ ὅλα μποροῦν καὶ συχνὰ πρέπει,
ἐπιστημονικὰ ν’ ἀμφι‐σβητηθοῦν.
Ἐπιβεβαίωση τῆς ἀποδεικτικῆς ἀξίας καὶ δύνα‐
μης καὶ σημασίας τῆς ταυτότητας, ἢ τῆς ταυ‐

τολογίας μᾶς δίνει «Πρῶτος καὶ καλλίτερος» ὁ
Μέγας Σοφὸς Παρμενίδης.
Ὁ ἱδρυτὴς τῆς λογικῆς Φιλοσοφίας καὶ τῆς
φιλοσοφικῆς Λογικῆς.
Ἀπὸ τὸν ὁποῖο, ἂς μὴν τὸ ξεχνᾶμε καὶ αὐτό, ξε‐
κίνησαν καὶ ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης τὶς
θεωρίες καὶ θεωρήσεις τους, τόσο τὶς λογικὲς
ὅσο καὶ τὶς μετὰ‐φυσικές, τὶς ὑπαρκτικές.
Ἀπ’ τὸν Παρμενίδη ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἀποσπα‐
σμάτων του “ἐπιβίωσε” καὶ μία (παραμελημένη
καὶ ξεκρέμαστη καὶ ἀσχολίαστη) ρήση: Ἕνα α‐
πόσπασμα ‐σπάραγμα;‐ ποὺ πιστεύω ὅτι εἶναι
σημαντικότατο καὶ μᾶς λέει:
«Μοῦ εἶναι ἀδιάφορο ἀπὸ ποῦ – ἀπὸ ποιὰν
Ἀρχὴ ἀπὸ ποιὰ μείζονα πρόταση – θ’ἀρχίσω
τὸν συλλογισμό μου (τὸν λογικὸ καὶ σημα‐
ντικό), γιατί σ’ αὐτὸν ἀναγκαστικὰ καὶ λογικὰ
εἶμαι ἀναγκασμένος νὰ ἐπιστρέψω τελικά.»
51
Ἔτσι μᾶς δείχνει σύγχρονα τὴν ἀναγκαστικὴ
κατάληξη καὶ κυκλικότητα καὶ ἀδυναμία κάθε
λογικῆς μετὰ‐φυσικῆς (κι’ ἂς μὴν ὑπῆρχαν
ἀκόμη τὰ «Μετὰ τὰ φυσικὰ») φιλοσοφικῆς
Σκέψης.
Κάθε σκέψης ποὺ στηρίζεται στὴν ἀπαγωγή, ἢ
“παραγωγή”.
Ποὺ βασίζεται, δηλαδή, μοναδικὰ σὲ μία ἐξ’
ἀρχῆς προβαλλόμενη καὶ παραδεγμένη:
Ὑπέρτατη‐Ἀρχὴ (Θεό, Ἄνθρωπο, Φύση, ΟΝ,
ΕΝ‐ΠΑΝ, ΣΥΝ‐ΠΑΝ, Ἀνάγκη, Ὕπαρξη, κ.ἄ.
Τὸ Big Bang δὲν ὑπήρχε ἀκόμη.)
Αὐτὴ ἡ κυκλικότητα μᾶς δείχνει καὶ ἕναν ἀπ’
τοὺς λόγους ‐τὸν κύριο;‐ γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ
Φιλοσοφία, ποὺ στηρίζεται στὴν ἀπαγωγὴ, ἢ
“παραγωγή” δὲν μπορεῖ νὰ σκεφτεῖ καὶ νὰ
προοδεύση προοδευτικὰ (καὶ ἐμπειρικὰ καὶ
52
πειραματικὰ) μὲ τὸν τρόπο ποὺ τὸ κάνουν οἱ
εἰδικὲς ἐπιστῆμες μας:
Ὅποιος ἀρχίζει νὰ συλλογίζεται τοποθετώ‐
ντας ἐξ ἀρχῆς κι’ ἐξ Ἀρχῆς, Ὑπέρτατη‐Ἀρχή,
ὡς μείζονα πρότασή του, εἶναι ἀναγκασμένος,
σ’ αὐτὴν τὴν ἴδια λογικά νὰ καταλήξη.
Κάποτε μάλιστα μετὰ ἀπὸ μακριὰ καὶ περί‐
πλοκη λογικὴ (ἢ παράλογη) διαδρομή.
Σ’ αὐτὴν τὴν ἴδια ἀναγκαστικὰ ἐπιστρέφει κά‐
ποτε μὲ λίγο, ἢ πολὺ διαφορετικὸ ὄνομα, γιὰ νὰ
σωθοῦν καὶ τὰ προσχήματα.
Αὐτὰ μας διδάσκει, εἴτε τὸ γνωρίζει εἴτε ὄχι,
τελικὰ καὶ ἡ περίφημη τυπικὴ λογική.
Ὂλ’ αὐτὰ καὶ ἄλλα, μας τὰ προβάλλει ὁ Μέγας
–καὶ κατὰ τὸν Πλάτωνα‐ Παρμενίδης μὲ τὴν
ἀπομονωμένη σωζόμενη φράση του:
«...ξυνὸν δὲ μοὶ ἐστὶν ὀππόθεν ἄρξομαι.
Τόθι γὰρ πάλιν ἴξομαι αὔθις». (D.K. Fr 5)
53
Μὲ αὐτὴν καὶ ἴσως καὶ μὲ ἄλλες χαμένες ποὺ
τὴν ἐπεξηγοῦσαν. (Ποτέ δὲν κατάλαβα γιατί τὸ
“ξυνόν” σημαίνει “κοινό” ἢ “ἀδιάφορο”.)
Ἔτσι ὁ Παρμενίδης πρῶτος, ἀπό τὴν Ὕπαρξη
ξεκινάει καὶ αὐτήν προτᾶσσει καὶ σ’ αὐτὴν
ἀναγκαστικὰ καταλήγει.
Ὅποιος ἐναγκαλίζεται τὸν ἢ, μὲ τὸν Θεό, σ’
Ἄυτόν καὶ τὴν ἀγκαλιά Του, ἀναγκαστικᾶ
τελικὰ θὰ καταλήξει.

4) Ἡ Φιλοσοφία γεννήθηκε, πιθανόν, κι’ αὐτὴ
ἀπό ἀνασφάλεια(=φόβο) καὶ περιέργεια (ψάξι‐
μο) ὅπως καὶ πολλά ἄλλα καὶ πάντως ὡς
ἀντίδραση καὶ ἀντίπαλος (κρυφὰ;) τῶν
θρησκειῶν.
Ἴσως τώρα μὲ τὴν ἄνθιση τῶν ἐπιστημῶν, μαζὶ
νὰ προσπεραστοῦν, ἢ ἀπορροφηθοῦν.
54
5) Ἄς μὴν ξεχνᾶμε καὶ ὅτι:
Κάθε Ὑπέρτατη – Ἀρχὴ, ἢ ἔννοια, ἢ ἀξία, ἢ
ἀρετή, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ νὰ παραμένει:
«Ὑπέρτατη» πρέπει ἀναγκαστικά, ἢ νὰ διώχνει,
ἢ νὰ καταβροχθίζει, ἢ νὰ ὑποδουλώνει, κάθε
ἄλλην ποὺ ὑποπτεύεται ὅτι μπορεῖ νὰ προβάλει
ἀξιώσεις ὑπερτατισμοῦ.
Πρόκειται γιὰ τὸν πόλεμο πολλῶν ἐννοιῶν,
Ἀρχῶν, Ἀξιῶν καὶ Ἀρετῶν, μεταξύ τους. (Ὁ Δί‐
καιος, σπάνια μπορεί να εἶναι φιλεύσπλαχνος
καὶ ὁ φιλεύσπλαχνος, συνετός. Καὶ ὁ Νόμος
εἶναι πάντα αὐστηρός καὶ σπάνια μεγαλόψυ‐
χος, ἢ Δίκαιος, ἢ Ἠθικός).
Ἕναν πόλεμο σημαντικό, ἐξοντωτικό, ποὺ ὄμως
δεν συνειδητοποιοῦμε καὶ μᾶς ξεφεύγει.
Δυστυχῶς, ὁ Πλάτων καὶ οἱ ἄλλοι “φιλόσοφοι”
ἀκολουθώντας τὸν, συχνότατα τὸν ἀγνοοῦν,
μὲ ζημιὰ ὅλων μὰς, κάποτε σημαντικὴ.
55
6) Ἐπίσης κάθε πρόοδος γιὰ νὰ εἶναι καὶ νὰ πα‐
ραμένει πρό‐οδός, πρέπει νὰ ἔχει καὶ νὰ
προχωρεῖ πρὸς κάποια κατεύθυνση, ἢ τουλάχι‐
στον νὰ τὴν ὑπὸ‐νοεῖ.
Πρόοδος σημαίνει: πορεία πρὸς στόχο, ἢ σκοπό.
Ἢ πρὸς κάποια Ἀρχή, ἢ πρὸς κάποιο Τέλος ὡς
πρὸς τὸ ὁποῖο νὰ εἶναι Ἀρχή, τελειωτική.
Κι’ ἐδῶ, στὴν παροῦσα περίσταση καὶ γραφή,
Ἀρχὴ τέτοια καὶ τέτοιος Στόχος εἶναι πρῶτ’ ἀπ’
ὄλα: Ἡ Ἐπιβίωσή τοῦ εἴδους μας.
Μὲ ὅτι αὐτὴ προαπαιτεῖ καὶ συνεπιφέρει.

7) Ἡ τωρινὴ ἀξιολόγηση καὶ ἡ συνειδητὴ (καὶ
μή;) τοποθέτηση καὶ παραδοχὴ τῆς Ὕπαρξης
ὡς ὑπέρτατης Ἀρχῆς καὶ τῆς Ἐπιβίωσης ὡς
Ὑπέρτατου ‐ Στόχου, μᾶς προικίζει καὶ μ’ ἕνα
ἐπιπλέον γνωστικὸ, ἀλλά καὶ ”ἠθικό” (καὶ νομι‐
κό;) κριτήριο καὶ ἐργαλεῖο.
56
Μία κατευθυντικὴ πυξίδα καὶ γιὰ ἄλλες μερι‐
κότερες καὶ εἰδικότερες ἀξιολογήσεις.
Μὲ ἕνα νέο ὅπλο στὸν ἀγώνα μας καὶ στὸν πό‐
λεμό μας γιὰ τὴν ἐπικράτηση:
Πρόκειται γιὰ τὴν δυνατότητα τῆς δημιουργίας
μίας πυραμίδας, ἢ κλίμακας, ἀξιῶν, στὴν
κορυφὴ τῆς ὁποίας, ὅπως ἡ ἔννοια τοῦ Ἀγαθοῦ
στὸν Πλάτωνα, λάμπει καὶ φωτίζει τὰ πάντα, ἡ
Ὕπαρξή (μας), ἡ πρωταρχικὰ Παρμενιδικὴ.
Καὶ συνεπῶς καὶ ἡ μακροχρόνια ἐπιβίωση τοῦ
ἀνθρώπινου γένους καὶ εἴδους.
Κάτω ἀπ’ αὐτὴν τὴν Ἀξία ἔρχονται ὅλες οἱ
ἄλλες Ἀξίες, Ἀρχές καὶ Ἀρετές, (Α.Α.Α.).
Καὶ ὅλα τ’ ἄλλα καθήκοντά μας.
Ὅλα αὐτὰ εἶναι βαλμένα σὲ ἀλλεπάλληλα
στρώματα μὲ πυραμιδικὴ, ἱεραρχικὴ τοποθέτη‐
ση ἀπ’ τὴν κορυφὴ πρὸς τὰ κάτω, ἀνάλογα μὲ
τὴν χρησιμότητά τους γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας.
57
Ἔτσι ἀποκτᾶμε καὶ ἔχουμε ἕναν σίγουρο γνώ‐
μονα κι’ ἕνα ξεκάθαρο κριτήριο γιὰ τὴν
ἀξιολόγηση ὅλων τῶν πράξεών μας.
Ἀκόμη πιθανότατα καὶ τῶν θεωριῶν μας.
Αὐτὰ ἰσχύουν βέβαια, μόνον ἐδῶ καὶ τῶρα καὶ
γιὰ μᾶς. Στὴν τωρινὴ πραγματικότητά μας.
Ὅσο γι’ ἄλλους, γι’ ἄλλοτε κι άλλοῦ:
“Ἄλλοι γνωρίζουν”, ἢ καὶ “Δὲν γνωρίζουν”.

8) Εἶναι σημαντικὸ νὰ συνειδητοποιηθεῖ ὅτι:
Ὁ Ἀνθρωποκεντρισμὸς καὶ ἡ ἐπιβίωσή μας μπο‐
ροῦν νὰ εἰδωθοῦν σὰν δύο ἀλληλοσυμπληρού‐
μενες ἐκφράσεις τοῦ ἴδιου ταυτο‐λογικοῦ
βασικοῦ Παρμενιδικὰ “Ὑπαρξιστικοῦ”
συλλογισμοῦ:
Γιὰ μᾶς τοὺς Ἀνθρώπους, καὶ μόνο γιὰ μὰς,
Σκέψη και Ὕπαρξη καὶ Οὐσία ταυτίζονται:
Εἶναι τὸ ἴδιο.
58
Ὅπως ἀπήγγειλε ὁ Μ. Παρμενίδης.
Καὶ ἀντ‐ἔγραψε, ἢ μετέφρασε ὁ Καρτέσιος:
«Τὸ γὰρ αὐτὸ νοεῖν ἔστι καὶ εἶναι.» DKFr 3.
“Cogito ergo Sum.” =Σκέπτομαι ‐νοῶ‐ ἄρα
ὑπάρχω.
Καὶ ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἐξυπονοεῖ τὴν
ἀνθρώπινη Σκέψη καὶ ἡ Ἀνθρώπινη σκέψη,
προϋποθέτει τὴν ὕπαρξή μας.
Αὐτὴ ἡ ταύτιση καὶ ἡ ταυτότητα δίνει καὶ ἦταν
καὶ εἶναι ἀκόμη: ἡ οὐσία, παρουσία μας, ἐδῶ καὶ
τώρα ἡ σημαντική. =Ἡ ἀπαραίτητη ἐπιβίωσή
μας.
Ὅσο γιὰ τὸ μέλλον:
Τὸ μέλλον, στοὺς μελλοντικοὺς ἂν μέλλεται νὰ
ὑπάρξουν θὰ τὸ δείξει.
Πάντως γιὰ τ’ ἄλλα –πλὴν τῶν Ἀνθρῶπων‐
ζώντα ὄντα: Ἡ ὕπαρξη τους μὲ τὴν σκέψη τους
59
καὶ τὴν οὐσία τους σπάνια, ἢ ἐλάχιστα, ταυτί‐
ζονται.
Καὶ τοῦτο γιατί Σκέψη (μνήμη‐φαντασία συν‐
δυαστική) σάν τὴν δική μας δὲν ἔχουν.
Ἐκτός ἴσως ἀπό τὶς φάλαινες;
Ποῦ δυστυχῶς δὲν ἔχουν ἀρκετὰ μελετηθεῖ.

9) Ἐφ’ ὅσον ἡ «Ὕπαρξη» παραμένει ἡ
Ὑπέρτατη‐Ἀρχὴ (ἐκεῖ ποὺ τὴν τοποθέτησε ἐξ
ἀρχῆς καὶ Ἀρχῆς ὁ Σοφὸς Παρμενίδης) καὶ
Ὑπέρτατο‐Τέλος καὶ Ἀγαθὸ καὶ Στόχος καὶ
Σκοπός.
Κι’ ἐφ’ ὅσον ἡ ἐπιβίωσή μας, μὲ ὅτι προαπαιτεῖ
καὶ συνεπιφέρει, γίνεται καὶ παραμένει ὁ κύριος
στόχος μας:
Κὶ ἐφ’ ὅσον ἡ ταυτότητα ἀνθρώπινης Σκέψης‐
Ὑπαρξης ἐξακολουθεῖ νὰ ἀποτελεῖ τὴν οὑσία
μας ἐμᾶς τῶν Ἀνθρώπων:
60
α) Ἐκεῖνα ποὺ σήμερα τὴν βοηθοῦν καὶ προά‐
γουν εἶναι καὶ πρέπει νὰ εἶναι γιὰ μᾶς καλά
= Ἀγαθά.
Πολὺ καλά. Ὑπέρτατα καλά. Ἄριστα.
Καὶ ἐπιθυμητὰ καὶ ἐπιδιώξιμα.
Καὶ ὅσα τὴν ἐμποδίζουν, ἢ τὴν καταπολεμοῦν,
ἢ τὴν βάζουν σὲ κίνδυνο, εἶναι καὶ βλαβερὰ καὶ
ὀλέθρια.
Καὶ συνεπῶς γιὰ ἐδῶ καὶ τῶρα καὶ πρὸς τὸ
παρὸν, ὁ χειρότερος ἐχθρός μας εἶναι ὁ θάνα‐
τος καὶ ἡ ἀνυπαρξία μας (ποὺ σημαίνει καὶ
ἔλλειψη ἀνθρώπινης Σκέψης).
Κι’ ἔτσι ὁ πόλεμος τοῦ καλοῦ (=ἡμῶν) ἐναντίον
τοῦ κακοῦ (=τῶν ἐχθρῶν) ξαναέρχεται στὴν
βάση τῆς ὕπαρξής μας καὶ τῆς ζωῆς μας καὶ
τῆς σκέψης μας καὶ τῆς δράσης μας.
Κι’ ἔτσι ἡ ὕπαρξή μας ξαναγίνεται ἀποτέλεσμα
τοῦ πολέμου καὶ τῆς νίκης σ’ αὐτόν.
61
Κι’ ἔτσι ὁ πόλεμος εἶναι (ἀνα‐γνωρίζεται ὡς)
προαπαιτούμενο τῆς Ὕπαρξής μας.
Κι’ ἔτσι ὁ πόλεμος ταυτίζεται (ξανὰ‐
ταυτίζεται;) μὲ τὸ Ὑπέρτατο‐Ἀγαθό μας, τὴν
Ὑπαρξή μας.
Κὶ ἔτσι στὴν ὑπαρκτικοστοχαστικὴ ἐξίσωση
πληθαίνουν οἱ ὅροι καὶ οἱ συντελεστές, μὲ τὴν
προσθήκη τοῦ πολέμου καὶ τῆς νίκης σ’ αὐτόν.
Καὶ ἔτσι καὶ γι’ αὐτὸ, ὁ πρῶτος γνωστὸς Προ‐
φήτης καὶ ὁ ἱδρυτὴς μίας τῶν πιὸ σημαντικῶν
κι’ ἀρχαίων θρησκειῶν, ὁ πολὺς Ζαραθούστρα,
ἢ Ζωροάστρης γιὰ τοὺς Ἕλληνες, ἐπανέρχεται
στὸ προσκήνιο τῆς ἀξιολόγησής μας.
Καὶ τῆς ἱστορίας τῆς Σκέψης καὶ τῆς Γνώσης.
Γιατί, πρῶτος αὐτὸς (καθ’ ὅσον γνωρίζουμε
μέχρι σήμερα) προέβαλε ξεκάθαρα καὶ ἔβαλε
στὴν βάση καὶ ὑποστήριξε:
Τὴν λατρεία τοῦ πολέμου.
62
Τοῦ πολέμου τοῦ Καλοῦ ἐναντίον τοῦ Κακοῦ.
Τοῦ πολέμου τοῦ Ἄχουρα‐Μάσντα ἐναντίον
τοῦ Ἀριμᾶν (ἐξ οὗ καὶ ὁ Ἀριμάνιος μύσταξ).
Τοῦ πολέμου γιὰ μᾶς σήμερα τῆς ὕπαρξης (=τοῦ
καλοῦ) κατὰ τῆς ἀνυπαρξίας (= τοῦ ὀλέθρου).
Οἱ ὀπαδοὶ του ἀκόμη σήμερα ζοῦν ‐ὑπάρχουν‐
στὴν Ἰνδία μὲ τὸ ὄνομα Πέρσες, γιατί ἀπὸ τὴ
Περσία ξεκίνησαν. Καὶ λατρεύουν τὴν
ἀνακύκλωση καὶ τὴν φωτιά.
β) Ἡ μνεία τοῦ Ζωροάστρη καὶ ἡ ἐπαναφορὰ
τοῦ πολέμου –μίας μορφῆς του‐ ὡς ζωτικῆς
ἐπιβιωτικῆς ἀξίας, στὴν σημερινὴ ἀξιολόγησή
μας, μᾶς ξαναφέρνει ἀναγκαστικὰ στὸν
«σκοτεινὸ» καὶ φωτίζοντα Ἠράκλειτο.
Καὶ στὸ καίριο καὶ καταλυτικὸ ἀπόφθεγμά του:
«Πόλεμος Πατὴρ Πάντων» (ΠΠΠ. DK. Fr 5)
Καὶ στὴν «Ἁρμονία» τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων
ποὺ πίστευαν ὅτι εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ πολέ‐
63
μου τῶν ὄντων καὶ τῆς κατοπινῆς σύγκλισης
καὶ ἐναρμόνισης τῶν ἀντιθέτων καὶ τῶν
ἀντιθέσεων, καὶ θεμέλιο τῆς Φύσης.
(Βλέπε καὶ ξαναβλέπε Ἀναξίμανδρο. Καὶ «κατά
τὸ χρεὼν». Κάνει καλό. Ἀλλά καὶ Ἀριστοτέλη.)
Κάποιοι εἶπαν ὅτι ὁ Ζωροάστρης καὶ ὁ
Ἠράκλειτος, ἔζησαν περίπου τὴν ἴδια ἐποχὴ.
Ὅπερ ἀπίθανον.
Ὁ Ζαραθούστρα ἤταν πιθανότερα πιὸ παλιός.
Ἄσχετα ὅμως ἀπὸ τὸ ποιὸς ἦταν πρῶτος καὶ
δεύτερος, τὸ γεγονὸς παραμένει ὅτι:
Καὶ οἱ δύο εἶναι ἀπ’ τοὺς πιὸ γεροὺς καὶ
σημαντικοὺς καὶ βαστάζοντες στύλους τοῦ
κληρονομημένου πνευματικοῦ οἰκοδομήματός
μας.
Καὶ ὅτι καὶ τῶν δύο οἱ σωζόμενες ἀπόψεις
μοιάζουν πολὺ καὶ κάποτε ταυτίζονται, καὶ
πάντως διαιωνίζονται.
64
Π.χ. πόλεμος, πῦρ, κίνηση, μεταβολή,
ἀνακύκλωση κ.ἄ.
Καὶ ὅτι καὶ οἱ δύο εἶναι καὶ σήμερα (ἴσως πιὸ
πολὺ ἀπὸ κάθε ἄλλη φορά) ἐπίκαιροι.
Καὶ ἀνὰ‐κὰθ‐ὁδηγητικοὶ τῆς νόησής μας καὶ
συνεπῶς τῆς Ὕπαρξής μας.

10) Συνέπεια, ἀποτέλεσμα τῆς (νέας;)
ἀξιολογικῆς κλίμακας ποὺ στὴν κορυφὴ της
ἔχει τὴν ἐπιβίωσή μας εἶναι καὶ τὸ ὅτι: Ξαναέρ‐
χεται στὸ προσκήνιο τὸ ἐρώτημα ‐ πρόβλημα:
Πότε ἀξίζει κάποιος νὰ θυσιάζει τὴν ζωή του, ἤ
ἄλλα ἀγαθὰ, γιὰ κάτι;
Ὅταν πρακτικὰ πρόκειται νὰ σώσει ἄλλες πο‐
λυτιμότερες καὶ σημαντικότερες, ἢ καὶ περισσό‐
τερες, ὑπάρξεις, ἡ ἀπάντηση φαίνεται νὰ εἶναι
καταφατική.
Βλέπε μετασεισμικὴ καὶ ὄχι μόνο, Ἰαπωνία.
65
Ὅταν ὅμως ὄχι; Τότε;
Ἡ διατήρηση, ἢ ἡ ἀπόκτηση, ἤ ἡ μεταβολή ἑνὸς
τρόπου ζωῆς, ἢ μίας ἰδεολογίας, ἀξίζει τὴν θυ‐
σία συγκεκριμένων ἀνθρώπινων ζωῶν;
Ἤ καὶ ἄλλων σημαντικῶν ἀγαθῶν μας;
Τέτοια καὶ ἄλλα σχετικὰ ἐρωτήματα ξαναπρο‐
βάλλει αὐτὴ ἡ “ἀνὰ‐ἀξιολόγηση” τῆς
ἐπιβίωσης ὡς Ὑπέρτατου Στόχου.
Ἄδικα δὲν πῆγαν χαμένοι τόσοι καὶ τόσοι
Ἄνθρωποι; Πότε γιὰ τὸ πόσοι Ἄγγελοι στέκο‐
νται στὴν κεφαλὴ μίας καρφίτσας; Πότε γιὰ τὸ
ποιὸς ἀπὸ τοὺς θεοὺς εἶναι καλλίτερος; Πότε
γιὰ ποιὰ σημαία, ἢ γλώσσα, ἢ χώρα, ἢ ἰδέα
εἶναι πιὸ ὡραία, ἢ πιὸ ἀληθινή;
Πότε γιὰ τὸν Κομμουνισμό, ἢ τὸν Καπιταλισμό,
ἢ τὸν Φασισμὸ, ἢ τὴν Δημοκρατία καὶ τὶς ἄλλες
φανατικὲς, φαντασιακές, θεωρητικές, κατα‐
στροφοϊδεολογίες.
66
Οἱ ἔννοιες καὶ οἱ Ἀρχὲς καὶ οἱ Ἰδέες εἶναι προϊό‐
ντα της φαντασίας μας καὶ συνεπῶς
ἀναγκαστικὰ στατικές.
(Ὅπως τὸ «ΟΝ» τοῦ Παρμενίδη.)
Ἑξαρτόμενες ἀπ’ τὴν φαντασία μας καὶ τὸν
σταθερὸ ὁρισμό τους, καὶ μόνο ἀπ’ ἀυτόν.
Ὅταν ἀλλάξει ὁ ὁρισμός, πρόκειται γι’ ἄλλο ὄν.
Ἐνῶ τὰ πραγματικὰ καὶ αἰσθητὰ ὄντα, εἶναι
ἀσταμάτητα ἀνασυνδυαζόμενα καὶ μεταβαλό‐
μενα (Ἠράκλειτος).
Ὁδεύοντας πρὸς τ’ ἀντίθετά τους καὶ τὴν
ἀνασύνθεση τοὺς “σε νέα θέση;”(Χέγκελ).
67
11) Ὁ Ἐπιβιωτισμὸς ἔχει καὶ ἄλλη μία ἐπικαιρό‐
τητα ὅταν ἀναλογιστοῦμε ὅτι:
Οἱ τωρινὲς ἐπιστημονικές μας γνώσεις, μᾶς δι‐
δάσκουν (πράγμα ποὺ δὲν τὸ γνώριζαν, οὖτε
μπορούσαν, οἱ παλαιότερες γενεὲς) ὅτι:
Ὁ Μεγάλος κὶ Ἐπικείμενος Κίνδυνος ὁ τωρινὸς,
εἶναι ἡ ἐξαφάνιση τῆς Ἀνθρωπότητας καὶ ἡ
καταστροφὴ τοῦ πλανήτη μας (Μ.Ε.Κ.).
Ἢ, ἡ καταστροφὴ τοῦ Πλανήτη μας καὶ ἡ
ἐξαφάνιση τῆς ἀνθρωπότητας.
Καὶ ὅτι συνεπῶς ἡ ἀντιμετώπιση αὐτοῦ τοῦ
κινδύνου εἶναι ζωτικὴ καὶ ἐπείγουσα.
Καὶ πρέπει νὰ προέχει κάθε ἄλλης σκέψης καὶ
ἐνέργειας μας.
Εἶναι κι’ αὐτὸς ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγους γιὰ τοὺς
ὁποίους πολλὰ ἄλλα, δῆθεν, ἐπείγοντα
ἐρωτήματα, ἢ ζωτικὰ προβλήματα τοῦ τύπου:
“«Τί τὸ ὄν;» ἢ «Τὶς ἡ οὐσία;» ἢ «Γιατί ὑπάρχει
68
κάτι Τί καὶ ὄχι Τί‐ποτε;» «Πῶς ὑπήρχαν ή υ‐
πάρχουν τᾶ ὑπάρχοντα...» κλπ.”
Μποροῦν καὶ πρέπει νὰ μποῦν στὸ περιθώριο
μέχρι νὰ δοῦμε πῶς θὰ καταφέρουμε νὰ
ἐπιζήσουμε ἑμείς καὶ τὰ έγγόνια μας.
Καὶ ἂν καὶ ὅταν τὸ καταφέρουμε, ἔχουμε καιρὸ
ν’ ἀντιμετωπίσουμε τὶς θεωρίες αὐτές.
«Primum vivere, deinde Philosophare»
Ὅπως ἔγραψε στὰ «Μετά τὰ Φυσικὰ» του (βέ‐
βαια στὰ Ἑλληνικὰ καὶ πιὸ περί‐γραφικά) ὁ
Ἀριστο‐τέλης.
69
ΙΙΙ. Ἐπιστημονισμὸς.
Ὅτι:
Ὁ Ἐπιστημονισμὸς εἶναι:
Ἡ πίστη καὶ ἡ προβολή της ὅτι:
Οἱ Ἐπιστῆμες μας οἱ εἰδικές, εἶναι καὶ
πρέπει νὰ εἶναι, ἡ μοναδικὴ πηγὴ -μὲ τὸν
ἀποκλεισμὸ τῶν ἄλλων δῆθεν «πηγῶν
γνώσης»- ὅλων τῶν πραγματικῶν καὶ
αὐθεντικῶν πληροφοριῶν μας μὲ τὶς
ὁποῖες συνθέτουμε τὶς γνώσεις μας καὶ
τὴν Γνώση μας.
Καὶ τὴν κάθε φορά (λίγο ἢ πολὺ
διαφορετικὴ) πραγματικότητά μας.
Καὶ ὅτι:
Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο, οἱ εἰδικὲς ἐπιστῆ-
μες μας, προσεγγίζουν καὶ ἐξετάζουν τὰ
70
εἰδικὰ θέματά τους, τ’ ἀντικειμενά τους-
εἶναι ὁ καταλληλότερος γιὰ τὴν Γνώση.
Στὸν τρόπο αὐτὸν -φυσικὰ- συμπεριλαμ-
βάνονται καὶ τὰ ἐπιστημονικὰ πειράματα,
τὰ σημαντικότερα ἐργαλεῖα τῶν εἰδικῶν
ἐπιστημῶν μας.
Καθὼς καὶ ἡ ἐπαγωγικὴ μέθοδος
(ἀντίθετα ἀπὸ τὴν ἀπαγωγική της φιλο-
σοφίας καὶ τῶν θρησκειῶν) καὶ οἱ ὑπὸ-
θέσεις (ἐργασίας;) καὶ ἡ γενικὴ
ἐπιστημονική, διερευνητικὴ ἀτμόσφαιρα
τοῦ ἐπιστημονικοῦ κόσμου, μὲ τὶς τόσες
ἀμφιβολίες καὶ ἀμφισβητήσεις τῶν
ἐπιστημόνων, ποὺ τὰ πάντα, πάντα ἀνά-
θεωροῦν.
71
Σημειώσεις:
1) Ἂν συχνὰ ἀναφέρονται ἐδῶ οἱ «εἰδικὲς
ἐπιστῆμες» εἶναι καὶ γιατί Γενικὴ Ἐπιστήμη, ἢ
Ἐπιστήμη τῶν Ἐπιστημῶν δὲν ὑπάρχει καὶ δὲν ἔχει
ἀκόμα δημιουργηθεῖ.
Τὸ γιατί δὲν εἶναι γνωστὸ καὶ ἀξίζει μελέτης.
Ὁ Ἀριστοτέλης ἔκανε κάποιες προσπάθειες γιὰ νὰ
τὴν δημιουργήσει, ὅμως κατέληξε ἡ μία προσπά‐
θειά του νὰ ὀνομαστεῖ «Μεταφυσικὴ» ἢ «Μετὰ τὰ
Φυσικά». Ἤ καὶ «Ὑπερβατισμός». Καὶ ἡ ἄλλη
«ὄργανον». Ἡ δὲ γνωσιοθεωρία ἡ δική του καὶ τῶν
ἄλλων, δὲν ἀποτελεῖ, νομίζω, τὴν Ἐπιστήμη μὲ τὸ
ἔψιλον κεφαλαῖο, ἢ τὴν Ἐπιστήμη τῶν Ἐπιστημῶν.
Καὶ ἀς λένε οἱ ἐπιστημολόγοι.
Μπορεῖ τ’ ἀνθρώπινα μυαλὰ μας ἀβοήθητα νὰ μὴν
θέλησαν, ἢ νὰ μὴν μπόρεσαν νὰ τὴν φτιάξουν.
Μπορεῖ μὲ τὴ βοήθεια τῶν Ἠλεκτρονικῶν
Ὑπολογιστῶν κάποτε νὰ τὴν φτιάξουμε.
72
2) Ὁ ἀποκλεισμὸς κάθε ἄλλης ‐ἀντίθετης ἢ
διαφορετικῆς‐ πηγῆς γνώσης περιλαμβάνει: Κυρί‐
ως τὶς ἀποκαλύψεις ὑπεράνθρωπων ὄντων.
Ἀλλὰ καὶ τοὺς Μύθους καὶ τὴν Μαγεία.
Καὶ κάθε γνώση, ἢ πληροφορία μὴ‐ἐπιστημονική.
Ἔτσι ἀποκλείονται: οἱ θρησκεῖες καὶ οἱ πίστεις οἱ
φαντασιακες.
Καὶ οἱ διαισθήσεις, προαισθήσεις, παραισθήσεις.
Καὶ οἱ φιλοσοφίες οἱ διαισθητικές.
Καὶ ὅποια ἄλλη «πηγή», ἢ γνώση, ἢ σοφία, δὲν
εἶναι καθαρὰ ἐπιστημονική ἢ τουλάχιστον δὲν
συμφωνεῖ, στὰ οὐσιαστικὰ μὲ τὶς εἰδικὲς ἐπιστῆμες
μας καὶ τὰ κάθε φορᾶ συμπεράσματά τους.
Ὅμως ὁ παραπάνω ἀποκλεισμὸς δὲν ἀποκλείει
αὐτὲς, ἢ ἄλλες μὴ ἐπιστημονικὲς «πηγὲς» γνώσεων
νὰ ἔχουν ἱστορική, ἢ καλλιτεχνική, ἢ συναισθη‐
ματική, ἢ ἐκπαιδευτική, ἢ ἄλλη ἀξία, σημαντικότη‐
τα καὶ σημασία.
Καὶ ἡ μελέτη τους νὰ μᾶς βοηθεῖ καὶ τέρπει.
73
3) Ἕνα ἀποτέλεσμα τοῦ ἐπιστημονισμοῦ εἶναι τὸ
ὅτι, μᾶς προτρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι:
Ὅλα τ’ ἀπαραίτητα πνευματικὰ καὶ ὑλικὰ καὶ
χρηματικὰ μέσα, πρέπει νὰ δοθοῦν στὶς ἐπιστῆμες
μας καὶ στοὺς ἐπιστήμονές μας, γιὰ νὰ μπορέσουν
νὰ φέρουν εἰς πέρας τοὺς στόχους τους.
Καὶ τὸν κύριο Στόχο, ὅλων μας: Τὴν Ὕπαρξή μας.
Μὲ τὴ θυσία πολλῶν ἄλλων χρηματοδοτήσεων καὶ
προσπαθειῶν.Παραχωρώντας σύγχρονα
οἰκονομικὴ ἀνεξαρτησία ἀπό τὰ κατεστημένα, δη‐
μόσια καὶ ἰδιωτικὰ συμφέροντα, ποὺ τοὺς κρατοῦν
δέσμιους.
(Καὶ τοῦτο παρ’ ὅλα τὰ ἐλαττώματά τους ποὺ δὲν
εἶναι τῆς στιγμῆς νὰ βγοῦν στὴν φόρα.)
74
IV. Ἡ πραγματικότητα.
Ὅτι:
Ἡ “πραγματικότητά” εἶναι μία ἔννοια ποὺ
πρωτοεμφανίστηκε στὴν Εὐρώπη,
Ἀγγλία, Γαλλία, Γερμανία κ.ἄ. στὸν 18ο
αἰώνα καὶ στὴν Ἑλλάδα (κατὰ Μπαμπι-
νιώτη) τὸ 1787.
Ὅτι:
Ἡ σχετικὰ πρόσφατη πραγματικότητά ὡς
ἔννοια καὶ ὡς ὅρος ἐὰν σήμερα
δικαιοῦται νὰ ἔχει τὴν θέση της ἀμέσως
μετὰ καὶ μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες σημαντικὲς καὶ
ζωτικὲς ἔννοιές καὶ Ἀξίες καὶ Ἀρχές καὶ
Ἀρετές εἶναι καὶ γιατί:
Οἱ γνώσεις τῶν διαφόρων ἐπιστημονικῶν
πληροφοριῶν και πραγματικοτήτων,
εἶναι προαπαιτούμενο γιὰ τὶς σωστὲς
ἐκτιμήσεις, ποὺ μᾶς ὁδηγοῦν στὶς ὀρθὲς
75
κατευθύνσεις, ποὺ μᾶς δείχνουν τὶς κα-
τάλληλες ἀποφάσεις, ποὺ ἐπιβάλουν τὶς
δράσεις καὶ ἀντὶ-δράσεις μας, ἐκεῖνες ποὺ
προάγουν καὶ πραγματοποιοῦν τὴν
ἐπίτευξη τῶν κάθε φορά στόχων μας.
(=Ἐξυπνάδα;)
Καὶ γιατί:
Ἡ Γνώση τῆς γενικῆς καὶ καθολικῆς καὶ
Συνολικῆς Πραγματικότητάς, ποὺ
ἀποτελεῖται ἀπὸ τὶς γνώσεις τῶν εἰδικῶν
πραγματικοτήτων, ἀλλὰ ὄχι μόνο ἀπὸ
αὐτές, εἶναι προαπαιτούμενο (ἀκολουθώ-
ντας τὴν παραπάνω σειρὰ καὶ λογική) γιὰ
τὴν πραγματοποίηση τοῦ ἑκάστοτε Κυρί-
ου-Στόχου μας. (=Σοφία;)
Καὶ τώρα γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας.
Καὶ ὅπλο καὶ ἐφόδιο στὸν ἀγώνα καὶ πό-
λεμό μας γιὰ αὐτήν.
76
Καὶ γιὰ τὴν πρόοδό μας πρὸς αὐτὴν καὶ
τὴν ἐπίτευξή της.
Δηλαδὴ γιὰ τὴν ἀναβολὴ τῆς ἐξαφάνισης
μας, ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων.
Ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν μακροημέρευση καὶ
ἐπιβολή μας.
Καὶ γιὰ τὴν εὐτυχία μας καὶ εὐμάρειά μας.
Καὶ ὅτι:
Ἡ δημιουργία καὶ ἐμφάνιση τῆς ἔννοιας
τῆς πραγματικότητας καὶ τοῦ λεκτικοῦ
ὄρου ποὺ τὴν ἐκφράζει, ἀπαντᾶ σὲ μία
πραγματικὴ ἰδίως ἐπιστημονική,
γνωστικὴ ἀνάγκη.
Μία ἀνάγκη ποὺ κάθε μέρα προβάλει πιὸ
ἐπιτακτική. Γιὰ τὴν ὅσο γίνεται καλύτερη
γνώση τῆς -ἑκάστοτε- πραγματικότητας.
Ποὺ ὀφείλεται κυρίως στὴν ἀποδυνά-
μωση τῆς πίστης σὲ ἀπόλυτες θρησκευτι-
κές καὶ ὄχι μόνο, βεβαιότητες.
77
Καὶ βέβαια στὴν καταπληκτικὴ πρόοδο
τῶν ἐπιστημῶν καὶ τῆς τεχνικῆς μέσα σὲ
λίγα -ἐλάχιστα- χρόνια.
Καὶ ὅτι:
Πρόκειται γιὰ τὴν ἀνάγκη τῆς ὕπαρξης
καὶ χρήσης, μίας ἔννοιας ποὺ νὰ ἐκφράζει
καλύτερα καὶ σαφέστερα τὶς ἀλλαγὲς τῆς
νοοτροπίας καὶ τῆς Σκέψης, καὶ τῆς Γνώ-
σης ποὺ μᾶς ἐπιβάλλονται μὲ τὴν πρόοδο
τοῦ χρόνου ὅλο καὶ πιὸ πολύ, ἀπό τὴν
αὔξηση τῶν πληροφοριῶν καὶ τῶν γνώ-
σεων ποὺ μᾶς χαρίζουν (ἢ πωλοῦν;) οἱ
εἰδικὲς ἐπιστῆμες μας, καὶ οἱ ἐπιστήμονὲς
τους.
Ἀλλὰ καὶ ἀπ’ τὴν αὔξηση τῶν ἐμπειριῶν
μας καὶ γενικότερων γνώσεων μας,
πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες τελευταία προέρ-
78
χονται ἀπὸ τοὺς ἠλεκτρονικοὺς
ὑπολογιστές (Η/Υ).
Καὶ ὅτι:
Πρόκειται γιὰ μία ἔννοια πολὺ πιὸ πρό-
σφορη καὶ χρήσιμη ἀπ’ τὶς παλαιὲς
ἄκαμπτες καὶ στατικὲς καὶ σκληρὲς καὶ
ἀρτηριοσκληρωτικὲς (ὅπως ἡ Ἀλήθεια καὶ
οἱ παρεμφερεῖς) ποὺ παλαιὰ στὸν
γνωστικὸ ὁρίζοντά μας, ἐπικρατοῦσαν.
Καὶ νομιζόταν ὅτι ὀρθὰ καθοδηγοῦσαν,
ἐνῶ συχνότερα παραπλανοῦσαν τους τό-
τε συνανθρώπους μας.
Ἰδίως τὸν Μεσαίωνα.
Γιὰ μία ἔννοια, πολὺ πιὸ δυναμικὴ καὶ
εὐέλικτη καὶ προσαρμόσιμη καὶ
προσαρμοστικὴ στὰ νέα εὐμετάβλητα καὶ
μεταβαλλόμενα δεδομένα.
79
Γιὰ μία ἔννοια, μὲ πολλές πολὺ περισσό-
τερες ἱκανότητες καὶ δυνατότητες, ποὺ
μᾶς προσαρμόζει καὶ καθοδηγεῖ γιὰ τὴν
ἀντιμετώπιση τῶν ζωτικῶν τωρινῶν προ-
βλημάτων μας.
Καὶ ὅτι:
Ἡ ἐμφάνιση καὶ προβολὴ τῆς ἔννοιας τῆς
πραγματικότητάς μας, ἀποτελεῖ ἕνα ἅλμα
(πήδημα στὸ ξέφωτο, τὸ Χαϊντεγκεριανό
καὶ ὄχι μόνο) πρὸς τὴν καλὴ κατεύθυνση
τῆς Γνώσης, τῆς ἐπιστημονικῆς καὶ
ἐπαγωγικῆς καὶ προοδευτικῆς καὶ πρὸς
τὸν κύριο Στόχο μας, τὸν τωρινό.
Ἀλλὰ, ἕνα πήδημα χρονικὰ καὶ πρὸς τὰ
πίσω.
Πρὸς τὴν παλιὰ καλὴ ἐποχὴ τῆς ἀρχαίας
Ἑλλάδας καὶ ἰδίως τοῦ Ἀριστοτέλη, τοῦ
ἐδραιωτῆ τῶν ἐπαγωγικῶν ἐπιστημῶν.
80
Ἀλλὰ καὶ ἕνα πήδημα ἰδίως πρὸς τὸ μέλ-
λον (τὸ ἀνοιχτό;) τὸ ἀνθρώπινο.
Καὶ ὅτι:
Ἡ ἀνάγκη τῆς Γνώσης τῆς τωρινῆς
Συνολικῆς Πραγματικότητάς μας, ἀλλὰ
καὶ τῶν πραγματικοτήτων ποὺ τὴν
ἀποτελοῦν, μᾶς ὁδηγεῖ, ἄμεσα καὶ λογικά,
σὲ δύο θεμελιακὰ θέματα (ζητήματα, κε-
φάλαια, προβλήματα κ.ἄ.) ποὺ
ἀπασχολοῦν τελευταία, τοὺς τωρινοὺς
εἰδικοὺς ἐπιστήμονές μας.
Κυρίως τοὺς τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν ση-
μαντικούς. Καὶ θὰ πρέπει -πιστεύω- νὰ
μᾶς ἐνδιαφέρουν καὶ ἀπασχολοῦν κι’
ἐμᾶς, τοὺς ἐνδιαφερόμενους καὶ
ἀγωνιῶντες γιὰ τὴν τύχη καὶ τὴν ἀτυχία
καὶ τὸ μέλλον, τῶν ἀπογόνων μας.
Πρόκειται, γιὰ τὴν Μεγάλη-Ἔκταση καὶ
τὶς συνέπειές της.
81
Γι’ αὐτὴν ποὺ μᾶς ἔφτιαξε καὶ μᾶς παι-
δεύει (χωρίς, ἀπὸ φταίξιμό μας, ἀρκετὰ
νὰ μᾶς ἐκπαιδεύει) καὶ μᾶς κυβερνᾶ καὶ
μᾶς ταλαιπωρεῖ.
Γι’ αὐτὴν στὴν ὁποία ἂν ἐγκαίρως δὲν
ἀντιδράσουμε, σίγουρα συνολικά, θὰ μᾶς
ἐξοντώσει, ἐμᾶς τὰ ἀνθρώπινα, μαζὶ καὶ
μὲ πολλὰ ἄλλα ζῶντα καὶ μὴ ὄντα.
Καὶ πρόκειται καὶ γιὰ τὴν δομὴ καὶ λει-
τουργία τῶν ἀνθρωπίνων ἐγκεφάλων
μας:
Τὸ «μέτρον πάντων» ἀπ’ τὸ ὁποῖο πάντα
τ’ ἀνθρώπινα καὶ ἄλλα σχετικὰ
ἐξαρτῶνται.
Καθ’ ὅτι, ἄνθρωπος καὶ ἀνθρώπινη οὐσία
καὶ γνώση καὶ ὕπαρξη καὶ σημασία, ἀπ’
τὴν καὶ μὲ τὴν, λειτουργία τῶν
ἐγκεφάλων μας ταυτίζονται.
82
Καὶ ὅτι:
Τὰ δύο αὐτὰ πραγματικὰ καὶ γνωστικὰ
καὶ σημαντικὰ ἄκρα.
Ἡ Μεγάλη Ἔκταση καὶ ἡ δομὴ καὶ λει-
τουργία τῶν ἀνθρώπινων ἐγκεφάλων
μας, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ προσεγγιστοῦν
καὶ μελετηθοῦν, τὸ ταχύτερο.
Καὶ ὅσο γίνεται πιὸ προσεκτικὰ καὶ καλά,
ἂν θέλουμε (ὅπως μέχρι τώρα τὸ θέλαμε)
νὰ γνωρίσομε τὴν πραγματικὴ πραγματι-
κότητα.
Καὶ νὰ ἐνισχύσομε τὴν ἱκανότητά μας καὶ
δυνατότητα ἐπιβίωσής καὶ βελτίωσης τοῦ
βίου μας καὶ τῶν ἀπογόνων μας.
Καὶ νὰ ἀφήσομε στοὺς κληρονόμους μας
χρήσιμες γιὰ τὶς ἀποφάσεις τους πληρο-
φορίες καὶ γνώσεις.
83
Σημειώσεις:
1) H ἑκάστοτε, στιγμιαία, γενικὴ καὶ καθολικὴ
πραγματικότητα ἀλλὰ καὶ οἱ εἰδικὲς πραγματι‐
κότητες, εἶναι σὰν φωτογραφίες ποὺ
ἀποκρυσταλλώνουν μία κάποτε ὑπάρχουσα
καὶ ἰσχύουσα διαπλοκή, ὄντων καὶ τάσεων καὶ
καταστάσεων καὶ δυνάμεων καὶ ὁρμῶν καὶ
πραγμάτων, ποὺ ὅμως θ’ ἀλλάξει.
Καὶ θὰ χρειαστεῖ νέα φωτογραφία, ἢ καλύτερα
ταινία κινηματογραφικὴ, γιὰ νὰ τὴν καταγρά‐
ψει καὶ ἀπαθανατίσει.
Αὐτὴ μάλιστα ἡ ἰδιότητα τῆς πραγματικότητας
ὡς ἔννοιας: Τὸ νὰ μπορεῖ νὰ ἐκφραστεῖ μὲ καὶ
ἀπὸ καὶ νὰ ἐκφράζει «μεταβλητὲς» εἶναι αὐτὴ
ποὺ τὴν καθιστὰ σήμερα ἀπαραίτητο βοήθημα
καὶ ἐργαλεῖο ἔκφρασης τῆς πραγμα‐
τικῆςπραγματικότητας.
84
2) Ἐκεῖνο ποὺ ἀπὸ‐δείχνει, ἡ δημιουργία καὶ
προβολὴ καὶ διάδοση τῆς ἔννοιας καὶ τοῦ ὄρου
«πραγματικότητα» τὸν 18ο αἰώνα εἶναι τὸ ὅτι:
Ὅταν ὑπάρχει νοητικὴ ἀνάγκη δημιουργίας
νέας ἔννοιας, πάντοτε βρίσκεται, ἢ φτιάχνεται
ὁ κατάλληλος ὅρος. Καὶ ὅτι συνεπῶς:
«Τὸ ἀγώγι φτιάχνει τὸν ἀγωγιάτη»
Καὶ ὅτι οἱ ἀνάγκες τῆς ὕπαρξης καὶ τῆς νόησης
καὶ τῆς σὺν‐ἐννόησης, φτιάχνουν τὶς γλῶσσες.
Καὶ ὄχι, ἤ λιγότερο, οἱ γλώσσες τὴν Γνώση.
Καὶ ὅτι οἱ πλούσιες γλῶσσες (ὅπως ἡ Ἑλληνικὴ
καὶ ἄλλες) ὅταν δὲν ὑπάρχουν οἱ νοητικὲς
ἀνάγκες ἀτονοῦν, καὶ ξεχνιοῦνται καὶ
ἀχρηστεύονται.
Ἔτσι ἀρκοῦνται οἱ ἄνθρωποι κάθε συναισθη‐
ματικονοητικά κενῆς ἐποχῆς, στὶς λέξεις ποὺ
ἐξυπηρετοῦν τὶς ἀνάγκες τους τὶς καθημερινὲς
καὶ τοὺς σκοπούς τους, τοὺς ἐφήμερους.
85
Τὰ Γάλλο‐Ἑλληνικὰ καὶ Ἑλληνο‐Γαλλικὰ
λεξικὰ τῶν ἐτῶν 1800‐1900 περιέχουν μία πλη‐
θώρα Ἑλληνικὲς καὶ Γαλλικὲς λέξεις καὶ
ἔννοιες ποὺ σήμερα δὲν τὶς μεταχειριζόμαστε.
Καὶ συνεπῶς δὲν ὑπάρχουν πιὰ γιὰ μᾶς.
Καὶ εἶναι ἄχρηστες καὶ ἄγνωστες γιὰ τὴν
τωρινὴ πεζὴ καὶ φτωχή νοητικά καὶ πλούσια
καταναλωτικὰ πραγματικότητά μας.
(Ἔχω πολλά τέτοια “ἄχρηστα” λεξικά.)

3) Ἀπόδειξη τῆς ἐπεκτατικῆς προόδου τῆς
ἔννοιας τῆς πραγματικότητας, εἶναι ἡ μείωση
τῆς παρουσίας καὶ ἐπίδρασης ἄλλων παλαιῶν
ἄκαμπτων καθιερωμένων ὅρων.
Ἔτσι τώρα ὅλα, ἢ σχεδὸν ὅλα, τὰ σημαντικὰ
ἐπιστημονικὰ κείμενα καὶ βιβλία ποὺ τελευταῖα
κυκλοφοροῦν, ἐνῶ ἀποφεύγουν τὴν λέξη
«Ἀλήθεια» ἢ ἄλλες σχετικὲς ἐκφράσεις,
86
ἀναφέρουν τὴν καὶ ἀναφέρονται συχνὰ, στὴν:
“πραγματικότητα”.

4) Ἡ πραγματικότητα, εἶναι μία νέα δυναμικὴ
ἔννοια ποὺ βρίσκεται σὲ ἀντίθεση καὶ ἀντιδικία
καὶ σὲ ἀνταγωνισμὸ μὲ τὶς παλαιές, στατικὲς
καὶ καθιερωμένες ἔννοιες καὶ νοοτροπίες τὶς
ὁποῖες προσπαθεῖ καὶ συχνὰ ἐπιτυγχάνει, ν’
ἀντικαταστήσει, ἢ ὑποδουλώσει, ἢ ἐξαφανίση.
Ἔννοιες ὅπως ἡ Ἀλήθεια, ἡ νημέρτια, τὸ
ἀτρεκές, τὸ φαεινό, τὸ ὀρθό, τὸ ἠθικό, τὸ πρέ‐
πον κ.ἄ.
Ἀξίες καὶ ἔννοιες καὶ πίστεις καὶ νοοτροπίες
ἄτεγκτες καὶ ἀπαράλλακτες καὶ στατικές κι’
ἀνελαστικές.
Ἔννοιες ποὺ ἐπιβάλουν τὴν «λογική»:
«Ἔνοχος, ἢ αθώος».
Τοῦ «ναὶ ἢ ὄχι». Τοῦ «εἶναι ἢ δὲν εἶναι».
87
Τοῦ «ἀληθινὸ, ἢ ψεύτικο».
Ὅπου δὲν ὑπάρχει Τρίτη ἐνδιάμεση δυνατό‐
τητα, ἢ λύση, ἢ γνώση.
Οὔτε περίπτωση ἀλλαγῆς, ἢ συναλλαγῆς, ἢ
ἀντίθεσης, ἢ πιθανολόγηση στατιστικὴ, ἢ ἄλλη.
Ὅπου κάτι, ἢ ὑπάρχει ἢ δὲν ὑπάρχει.
Καὶ ὅπου ἀποκλείεται ἡ ενδιάμεση κατάσταση.
Ἢ καὶ ἡ πορεία πρὸς τ’ ἀντίθετα, ἢ τὰ
διαφορετικᾶ.
Ἔννοιες καὶ ἀξίες ποὺ θὰ πρέπει νὰ παραγκω‐
νιστοῦν, ἤ νὰ προσαρμοστοῦν πρὸς τὴν τωρινή
ἐπιστημονική (Ἀϊνστάιν, Χάιζενμπεργκ κ.ἄ.)
πιθανὸ‐λογική, στατιστική, πραγματικότητά
μας καὶ νὰ τὴν ἐξυπηρετήσουν, ἐὰν θέλουν
ἔστω καὶ λίγο ἀκόμη νὰ ὑπάρχουν καὶ ἂν θέλο‐
με νὰ ἐξακολουθήσομε νὰ ὑπάρχουμε κι’ ἐμεῖς.
88
5) Μία ἄλλη ἀπὸ τὶς ἰδιότητες, χαρακτηριστικά,
πλεονεκτήματα, τῶν πραγματικοτήτων μας καὶ
βέβαια καὶ τῆς Πραγματικότητάς μας εἶναι καὶ
τὸ ὅτι: ἔχουν τὴν τάση καὶ τὴν δύναμη συχνά, νὰ
ἀποχρωματίζουν συναισθηματικὰ (καὶ ὁρμητι‐
κὰ) κὶ ἄξιο‐λογικά, τὰ ὄντα καὶ τὶς καταστάσεις:
Κάτι τὸ ὁποῖο αὐτὴ τὴ στιγμὴ ὑπάρχει ἀντι‐
κειμενικὰ καὶ εἶναι πραγματικότητά μας, ἢ μέ‐
ρος της, μᾶς φαίνεται καὶ τὸ αἰσθανόμαστε, ὅτι
ἔτσι εἶναι καὶ ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι
διαφορετικὰ.
Μᾶς παρουσιάζεται συνεπῶς ὡς ἀναπό‐
φευκτο, καὶ μᾶς γίνεται πιὸ προσιτὸ καὶ πιὸ
εὔκολα ἀποδεκτό, ἢ ἀνεκτό.
Καὶ συμβιβαζόμαστε περισσότερο μ ́ αὐτό.
Ἔστω καὶ ἂν ἀντιβαίνει στὰ ἔνσικτά μας καὶ τὶς
γενικὲς περὶ ἠθικῆς καὶ δικαίου, ἢ ἄλλες
ἀντιλήψεις μας, καὶ ἀρχές μας.
89
Ἀκόμη καὶ μὲ τὴν ἰδέα, τὴν πραγματικότητα,
τοῦ θανάτου, κάποτε συμβιβαζόμαστε.

6) Ἰδοὺ ἕνα σχετικὸ ἔτυμο‐λογικὸ παράδοξο: Τὸ
λεξικὸ τοῦ Μπαμπινιώτη γράφοντας ὅτι: ἡ λέξη
“πραγματικότητα” μαρτυρεῖται στὴν Ἑλλάδα
ἀπὸ τὸ 1787, ὑπονοεῖ ὅτι μᾶς ἦρθε μεταφρα‐
σμένη ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό κὶ Ἑλληνοποιημένη.
Στὸ δὲ ἐξωτερικό, ἡ λατινογενὴς λέξη καὶ ἡ
ἔννοια τῆς πραγματικότητας, μὲ ρίζα τὸ
«realitas» παρουσιάστηκε ἀρχές τοῦ 18ου αἰώνα.
Réalité, Reality, Realität κ.λ.π.
Τοῦ αἰώνα τῆς μερικῆς ἀπελευθέρωσης τῆς
Σκέψης καὶ τοῦ ἀνθρωπισμοῦ.
«Res», λοιπὸν, (ὅπως καὶ τὸ Res‐publica) εἶναι ἡ
λατινικὴ λέξη γιὰ τὸ πράγμα, τὸ ἀντικείμενο.
Σὲ ξένα λεξικὰ ἀναγράφεται ὅτι ἡ λέξη «res»
προέρχεται ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ «ρέζω», ποὺ
90
ὑπάρχει καὶ στὸν Ὅμηρο. Καὶ στοὺς κατοπινούς
του ποιητὲς κ.ἄ. Καὶ σημαίνει κυρίως δράση,
δημιουργία, σφαγή, ἀποτέλεσμα, πράξη.
«Μέγα ρέξας τί» Ὅμηρος
«Ἔρρεξεν ἠμᾶς οὐ καλῶς» Πλάτων.
Ἀπ’ ὅπου ἴσως καὶ ἡ ὄρεξη; Καὶ ὁ Λατίνος Βασι‐
λεύς “Rex”, κ.ἄ.
Πάντως, κρίμα ποῦ ξεχάστηκε τὸ “ρέζω” στὰ
νεοελληνικά.
Αὐτὰ γιὰ νὰ ξανατονιστεῖ ὅτι:
Ἀνεξερεύνητες εἶναι αἳ βουλαὶ τῶν γλωσσῶν.
Καὶ τῶν ἐτυμολογιῶν καὶ τῶν «νόμων τους».
Ἔφυγε συνεπῶς τὸ «ρέζω» ‐δηλαδὴ δρῶ, κά‐
νω, κυβερνῶ‐ ἂπ ́ τὴν Ἑλλάδα, πῆγε στὴν Ρώ‐
μη καὶ μᾶς ἐπέστρεψε ἐδῶ, ὡς Λατινικὴ ρίζα,
μέσω πιθανότατα Γαλλίας –realité‐, τῆς νέας
Ἑλληνικῆς πραγματικότητάς μας.
91
V. Ἡ Μεγάλη Ἔκταση.
Ὅτι:
Ἡ Μεγάλη-Ἔκρηξη (Μ.Ε.), ἢ τὸ Big Bang,
ὅπως μᾶς διδάσκουν τώρα οἱ εἰδικὲς
ἐπιστῆμες μας εἶναι: Μία τεράστια,
ἀφάνταστα δυνατὴ καὶ θερμὴ ἔκρηξη
(ἔκταση), ἐνέργειας ποὺ ἔγινε πρὶν ἀπὸ
περίπου 14 δισεκατομμύρια χρόνια. Τὸν
ἀποηχό της μποροῦμε νὰ τὸν «ἀκοῦμε»
μὲ τὰ εἰδικὰ μηχανήματά μας καὶ νὰ τὸν
«βλέπουμε» καὶ ὑπολογίζουμε μὲ ἄλλα.
Γι’ αυτὸ μποροῦμε μὲ μεγάλη
ἐπιστημονικὴ σιγουριὰ νὰ γνωρίζουμε ὅτι
πράγματι “ἔλαβε χώρα” καὶ ὄτι εἶναι
πραγματικὸ γεγονός.
92
Ὅτι:
Ἡ Μεγάλη-Ἔκταση ἐνέργειας, ποὺ κάποτε
μετα-βάλλεται καὶ σὲ ὕλη, εἶναι βέβαιο
καὶ ἐπιστημονικὰ βεβαιωμένο ὅτι εἶναι:
Ἡ πηγὴ καὶ τὸ ὅριο καὶ ἡ φυλακὴ καὶ ἡ
περιοχὴ καὶ ἡ αἰτία ὅλων τῶν ὄντων καὶ
τῶν μέσα σ’ αὐτὴν συμβαινόντων.
Καὶ βέβαια καὶ ἠμῶν, τῶν Ἀνθρώπων.
Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς οἱ Ἄνθρωποι, ὅπως τὰ
ἄλλα ὄντα εἴμαστε φυλακισμένοι μέσα
στὴν ΜΕ καὶ ὑφιστάμεθα τὶς στὴν
γαλακτικὴ περιοχή μας καὶ στὸν Γαλαξία
μας καὶ τὸ πλανητικό μας σύστημα
ἐπενεργειές της.
Καὶ τοὺς καταναγκασμοὺς ποὺ μᾶς
ἐπιβάλλει, στὸ Ἡλιακὸ πλανητικὸ σύστη-
μά μας.
93
Καὶ ὅτι:
Η ΜΕ μᾶς φτιάχνει ἐμᾶς τὰ ὄντα της καὶ
τὴν ὕλη καὶ τὰ φαινόμενά της, ἀπὸ καὶ μὲ
τὸν συνδυασμό, τὴν ἕλξη καὶ τὴν
ἀπώθηση ἀπειροελάχιστων ἐνεργο-
υλικῶν μονάδων. (Subatomic particles,
quarks, electrons κ.ἄ.).
Ποὺ συνδυαζόμενες φτιάχνουν καὶ τὰ
ἄτομα, τὶς πρῶτες πλήρως ὑλικὲς συστα-
τικές μονάδες.
Ἀλλὰ καὶ ὅτι:
(Μᾶς διδάσκουν ἀκόμη οἱ εἰδικὲς
ἐπιστῆμες μας:) Ἐμεῖς τὰ ὄντα, τὰ ζῶντα
καὶ μὴ, εἴμαστε τὰ ἀποτελέσματα τῆς νο-
μοτέλειας καὶ τῆς αἰτιότητας, ἀλλὰ ὄχι
ἠθελημένα, ἢ προσχεδιασμένα, ἢ τελεο-
λογικά. (Κι’ ἀς λέει ὁ Ἀριστο-τέλης.)
Γιατί ἡ Μ.Ε. μὴ ἔχοντας τὴ λεπτεπίλεπτη
δομὴ τοῦ ἀνθρώπινου ἐγκεφάλου μας καὶ
94
τὴν πολυμέρειά του ποὺ μᾶς ἐπιτρέπει
προεκτάσεις καὶ προβλέψεις καὶ ἀνὰ-
θεωρήσεις καὶ ἀναδρομὲς καὶ προσχεδια-
σμό γιὰ τὸ μέλλον, εἶναι ἀνίκανη νὰ προ-
σχεδιάσει.
Καὶ προχωρεῖ ἐκτεινόμενη πρὸς μία μόνο
κατεύθυνση μὲ ὁρμὴ, στὰ τυφλὰ, μὴ
γνωρίζοντας παρελθόν, παρὸν καὶ μέλλον
καὶ ἀδιαφορώντας, ἢ μὴ μπορώντας νὰ
προβλέψει ποὺ καὶ πὼς θὰ καταλήξει ἡ
ὁρμητικὴ ἐπέκτασή της.
Ἐνῶ ἐμεῖς μποροῦμε.
Συνεπῶς, εἶναι ἄστοχη, ἀστόχαστη,
ἀναίσθητη, τυφλὴ, ἄκαρδη, ἀπάνθρωπη
καὶ κατά-στροφική.
95
Καὶ ὅτι:
«Η ΜΕ, ἡ αἰτία τῆς ὕπαρξής μας (Ἢ «ἡ
Δημιουργός μας», ἢ «ἡ Μητέρα μας Φύ-
ση», ἢ «τὸ Σὺν-Πᾶν μας» ἢ ὅ,τι ἄλλο
σχετικὸ ποὺ μᾶς ἄρεσε νὰ τὴν
ἀποκαλοῦμε ἀπὸ παλαιὰ) αὐτὴ ἡ ἴδια μὲ
τὶς ἴδιες δυνάμεις της, (ἢ τὴν μοναδικὴ
διακλαδισμένη καὶ διασπαρμένη Δύναμή
της, ἢ τὴν ἐνεργο-ΰλή της) καὶ μὲ τὶς
μεταβολὲς της καὶ μὲ τὶς ἴδιες διαστάσεις
της, τὶς πολλὲς ἢ τὶς λίγες καὶ μὲ ὅλα τὰ
ἄλλα της, ποὺ ἴσως δὲν γνωρίζουμε
ἀκόμα, θὰ μᾶς κατὰ-στρέψη κι’
ἐξαφανίση κι’ ἀποσυνθέση.
Καὶ μάλιστα πολὺ πρὶν ἡ ἴδια κατὰ-
στρέψει καὶ τοὺς γαλαξίες της καὶ τὸν
ἐαυτό της.
96
Σημειώσεις:
1) Τὰ παραπάνω εἶναι ἕνας παραπάνω λόγος
(ὁ κύριος;) γιὰ νὰ μελετᾶμε τὴν Μεγάλη ‐
́Ἐκκρηξη καὶ τὶς συνέπειές της καὶ τὶς
ἐπενέργειές της.
Καὶ συνεπῶς τὴν πραγματικότητα.
«Γνώριζε τὸν ἐχθρό σου». Ἢ τ’ ἀφεντικό σου.
Μόνον ἔτσι θὰ μπορέσουμε νὰ ἔχουμε περισσό‐
τερες πιθανότητες νὰ ἐπιζήσουμε καὶ νὰ τὴν
καταπολεμήσουμε, για νὰ ἐπιζήσομε.

2) Αὐτὴν τὴν στιγμή, ὅπως ἔχουν τὰ πράγματα
καὶ ὅπως μᾶς ἐμφανίζεται ‐ἐπιστημονικὰ‐ ἡ
πραγματικότητα εἶναι ἀδιανόητο τὸ νὰ νομί‐
ζουμε ὅτι μποροῦμε νὰ ἐπιτύχουμε μακροχρό‐
νια τὸν στόχο μας.
97
Μόνο σὲ κάποια ἀναβολὴ τῆς τελικῆς κατὰ‐
στροφῆς μας, μόνο σὲ κάποιο κέρδος χρόνου,
μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε.
Καὶ οἱ ἐπερχόμενοι ἂς ἐπιληφθοῦν τῶν περαι‐
τέρω.

3) Τὸ νὰ μιλάει κάποιος γιὰ «ἐλευθερία» μέσα
στὶς χιλιάδες καὶ τὰ ἑκατομμύρια τῶν
καταναγκασμῶν ποὺ μᾶς ἐπιβάλλει ἡ ΜΕ, ποὺ
μᾶς πιέζουν καὶ πολλαπλὰ ἐξαναγκάζουν καὶ
ταλαιπωροῦν ἀπὸ κάθε μεριὰ καὶ συνεχῶς,
εἶναι οὐτοπία, ἢ ὑπερβολικὴ αἰσιοδοξία.
Λίγοι, ἐλάχιστοι εἶναι οἱ τομεῖς ὅπου ἐμεῖς οἱ
ἄνθρωποι, ἢ τὰ ἄλλα ζῶα τοῦ πλανήτη μας
ἔχουμε κάποια ‐ἐλάχιστη‐ ἐλευθερία, δηλαδὴ
δυνατότητα ἐπιλογῶν.
Καὶ οἱ τομεῖς αὐτοὶ εἶναι μέσα στὰ ὅρια τῶν
ἀνθρώπινων ἐπιθυμιῶν καὶ δυνατοτήτων.
98
Καὶ συνεπῶς βραχυχρόνιοι καὶ ὄχι ζωτικοί.
Τομεῖς μᾶλλον κοινωνικοοικονομικοί κλπ.
Γιὰ ὅλα τ’ ἄλλα εἴμαστε δοῦλοι της Μ.Ε.
Χωρὶς νὰ πολυκαταλαβαίνομε τὴν ἔλλειψη
ἐλευθερίας μας.
Οὔτε τὸ τί μᾶς συμβαίνει καὶ ποιὸς καὶ ποῦ καὶ
Τι, μᾶς ὁδηγεῖ, ἢ κατά‐στρέφει.

4) Δυστυχῶς, πολλοί, ἀκόμη καὶ σημαντικοὶ
Ἕλληνες καὶ ξένοι ἐπιστήμονες, κακῶς, μπερ‐
δεύουν δύο ἐντελῶς διαφορετικὰ “ὄντα”.
Μὲ τελείως διαφορετικὲς ἰδιότητες καὶ χαρα‐
κτηριστικά:Τὸ Big Bang, ἢ τὴν Μεγάλη Ἔκρηξη,
ποὺ εἶναι μία ἐπιστημονικὰ διαπιστωμένη κι
αἰσθητὴ καὶ μετρήσιμη (μὲ τὰ τεχνικὰ
ἐπιστημονικά μας ἐργαλεῖα καὶ τὰ πειράματά
μας) τοῦ 20ου αἰώνα, πραγματικότητα.
99
Ποῦ βρέθηκε νὰ εἶναι ἡλικίας 13.700 δισεκατομ‐
μυρίων ἐτῶν κι ἐκτείνεται.
Μὲ τὸ Σὺν‐Πᾶν, ‐τὸ Uni‐verse, γιὰ τοὺς ξένους,
‐ποὺ εἶναι μία ἀρχαία Ἑλληνική, ἐξωχωρο‐
χρονική, φαντασιακὴ ἔννοια καὶ σὰν τέτοια μὴ‐
καταμετρήσιμη καὶ ἀμετάβλητη.
Ποῦ λέει ὅτι:
“Ὅλα εἶναι (στην φαντασία μας) Ἕνα”.
Τὸ B.B. τὸ πραγματικὸ γεγονός, ἐννοιο‐λογικὰ
καὶ θεωρητικὰ “ἔλαβε χώραν”, χρόνο καὶ
χῶρο, μέσα στὸ Σύν‐πᾶν μας τὸ φαντασιακό.
Μπερδεύοντας τοὺς ἐπιστήμονες μας.
Ἀλλά ἐνῶ, οἱ ἔννοιες εἶναι προϊ‐όντα της
νεοχιτωνικῆς, μνημο‐φαντασιακῆς λειτουργίας
τῶν ἀνθρώπινων ἐγκεφάλων μας καὶ μόνον
αὐτῶν καὶ ἔξω ἀπ’ αὐτούς, ἄλλη ὕπαρξη δὲν
ἔχουν.Τὰ αὶσθητὰ πράγματα καὶ γεγονότα
100
(=το Β.Β.) εἶναι αὶσθητὰ καὶ καταμετρήσιμα καὶ
πραγματικὰ.
Ὅταν πάψουμε νὰ τὰ φανταζόμαστε, ἐμεῖς οἱ
ἄνθρωποι, τὰ φαντασιακὰ “ὄντα”, παύουν νὰ
ὑπάρχουν.
Καὶ ὅταν κάποτε πάψομε νὰ ὑπάρχομε κι ἐμεῖς
οἱ Ἄνθρωποι: Ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Δικαιοσύνη καὶ
Ἁρμονία καὶ ὁ Θεὸς καὶ ἡ Ἀγάπη καὶ τόσα ἄλλα
γιὰ μᾶς σημαντικά, “ὄντα” καὶ ἀγαπητὲς
ἔννοιες, δὲν θὰ ὑπάρχουν πιά, μέσα σ’ αὐτὸ τὸ
ἄστοχο καὶ ἀστόχαστο ἐκτεινόμενο
(ἀσταμάτητα;) καταμετρήσιμο καὶ “αἰσθητὸ”
ἐπιστημονικὰ καὶ πειραματικά, Big‐Bang, στὸ
ὀποῖο πραγματικὰ βρισκόμαστε, φυλακισμένοι.
Ἐνώ τὸ ἴδιο θὰ ἐξακολουθήσει ἀκόμη, τουλάχι‐
στον γιὰ πολλά δισεκατομμύρια χρόνια, νὰ
ὑπάρχει μεταβαλόμενο.
101
VI. Ὁ Ἐγκέφαλός μας.
Ὅτι:
Τὸ “τελευταῖο”, “ὑπέρτατο” (7ο;)
ἐπίστρωμα τοῦ ἀνθρώπινου -
νεοχιτωνικοῦ- ἐγκεφάλου μας μὲ τὴν
νεοχιτωνικὴ λειτουργία του εἶναι: Σύμφω-
να μὲ τὶς πρόσφατες εἰδικὲς ἐπιστημονικές
μας γνώσεις:
Τὸ κύριο ἀνθρώπινο χαρακτηριστικό μας
ποὺ μᾶς ξεχωρίζει ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα ζῶντα
(καὶ μὴ) ὄντα. Ἀκόμη κι’ ἀπ’ τὰ περισσότε-
ρα ἄλλα ἀνώτερα θηλαστικά. (Ποῦ
δυστυχῶς οἱ ἐγκέφαλοί τους δὲν ἔχουν
ἀκόμη ἀρκετὰ μελετηθεῖ).
Καὶ ὅτι εἶναι, χάρη στὴν μνημο-
φαντασιακή γνωστική ἰκανότητά του:
102
Τὸ κύριο ὅπλο μας καὶ ἐργαλεῖο μας καὶ
ἐφόδιό μας γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας κι’
ἐπιβολή μας.
Καὶ τὸ κέντρον τῆς -ἀνθρώπινης-
ὕπαρξής μας καὶ λειτουργίας μας καὶ
οὐσίας μας.
Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς κληρονομημένης
κληρονομικότητάς μας. Καὶ τὸ
ἀποτέλεσμα τῆς «ἐπιβιωτικῆς» (πρὸς τὸ
παρὸν καὶ καταστροφικῆς μελλοντικὰ
λόγω ἐξειδίκευσης) βιο-παράλογης
ἐπιλογῆς.
Τῆς δικῆς μας καὶ ὅλων τῶν στὸν πλανή-
τη μας καὶ ἴσως ὄχι μόνο, ζώντων ὄντων.
Ἡ κληρονομικότητα εἶναι μία διαδικασία
ποὺ ἄρχισε ἐδῶ καὶ πολλὰ ἑκατομμύρια
χρόνια καὶ ἀκόμη ἐξακολουθεῖ.
Ἐν-περὶ-ἔχουν, συνεπῶς, πότε ὁρατὰ καὶ
ξεκάθαρα καὶ πότε λιγότερο, οἱ
103
ἀνθρώπινοι ὀργανισμοὶ μας, ὅλα τὰ στά-
δια τῆς βιό-παράλογης ἐξέλιξης μας.
Ἀπ’ τοὺς πιὸ ἁπλοὺς -μονοκύτταρους-
ὀργανισμοὺς ὡς τοὺς πιὸ σύνθετους,
ἐμᾶς τοὺς Ἀνθρώπους.
Καὶ τοῦτο γιατί ἔχει διαπιστωθεῖ ὅτι:
α) Μὴ ὑπάρχοντος τελεο-λογικοῦ, βίο-
λογικοῦ, προ-σχεδιασμοῦ:
Στὴν ἐμφάνιση μίας νέας μεταλλαγῆς
συχνὰ δὲν προηγεῖται ἡ ἐξαφάνιση μίας
προϋπάρχουσας ἄχρηστης δομῆς ποὺ
ἀντικαθίσταται. Κι’ ἔτσι μποροῦν νὰ συ-
νυπάρχουν καὶ συλλειτουργοῦν ἀντίθετα,
ἢ παράλληλα ὀργανικὰ σύνολα.
Συνεργαζόμενα, ἢ ἀνταγωνιζόμενα.
104
β) Σίγουρα, ὅλοι οἱ ζῶντες στὴν Γῆ μας
ὀργανισμοί, προέρχονται ἀπὸ ἕνα
μοναδικὸ πρῶτο κύτταρο.
(Ἢ ἀπὸ ἐλάχιστα πρωταρχικά.)
Γι’ αὐτὸ καὶ στὸν ἀνθρώπινο ἐγκέφαλό
μας μποροῦμε νὰ διακρίνομε, πότε πιὸ
καθαρὰ καὶ πότε λιγότερο, ἀνατομικὰ καὶ
λειτουργικά, τρεῖς κύριες δομὲς καὶ λει-
τουργίες ποὺ ἀντιστοιχοῦν στὰ τρία κύ-
ρια στάδια τῆς -ἀναπαραγωγικῆς-
διαδρομῆς μας.
Τὴν ἐρπετική, τὴν παλαιο-θηλαστικὴ καὶ
τὴν ἀνώτερη-νεοχιτωνική.
Ὑποσημείωση 3η:
Τὰ σχετικὰ μὲ τὸν ἀνθρὠπινο νεοχιτωνικὸ
ἐγκέφαλό μας, βασίζονται στὴν “Τριαδική
Ὑπόθεση” του MacLean ποὺ εἶναι ἡ
ἐπικρατέστερη, μέχρι σήμερα, θεωρία κι’
ἐπιστημονικὴ γνώση.
“Triune Brain Hypothesis”, Paul D. MacLean,
1970.
105
Σημειώσεις:
1) Ἕνας νευροχειρουργὸς φίλος μου (ὁ
Ἄγγελος Καράκαλος) μου εἶπε ὅτι θὰ μποροῦσε
“θεωρητικὰ” κόβωντας ὁρισμένους συνδέ‐
σμους νὰ ὑποβιβάσει ἕναν κανονικὸ ἀνθρώπινο
ἐγκέφαλο σὲ κατώτερο θηλαστικὸ καὶ μετὰ σὲ
ἐρπετικό.
Τὸ «θεωρητικὰ» τὸ πρόσθεσε, μου εἶπε, γιατί
μία τέτοια ἐγχείρηση, θὰ ἦταν ἐκτὸς ἀπὸ
ἐπικίνδυνη καὶ πολύπλοκη καὶ ἀνήθικη.
2) Εἶναι κρίμα ποὺ ὁ Φρόϋντ δὲν γνώριζε
ἀνατομικὰ καὶ ξεκάθαρα τὴν τριπλῆ διαίρεση
καὶ λειτουργία τῶν ἀλλεπάλληλων στρωμά‐
των τοῦ ἀνθρώπινου ἐγκεφάλου μας.
Θὰ ἦταν πολὺ πιὸ ἐπιστημονικὰ ἀκριβὴς καὶ
πειστικότερος. Ὅμως τὴν διαισθάνθηκε. Ὄπως
προκύπτει ὰπ’ τὸ ἔργο του.
106
3) α) Ὁ ἐρπετικὸς ἐγκέφαλός μας, ἢ τὸ ἐρπετικὸ
ἐγκεφαλικὸ σύστημά μας, ἢ ὁ πρωταρχικὸς
ἐγκέφαλός μας, βρίσκεται, εἶναι, στὸ κέντρο
τοῦ κρανίου μας στὸ κάτω μέρος του, κοντὰ
στὴν σπονδυλική μας στήλη μὲ τὴν ὁποία ἔχει
ἄμεση ἐπαφή.
Ἔτσι οἱ ἐρπετικὲς ὁρμές μας («γιατί περὶ ὁρμῶν
πρόκειται» ποὺ θὰ ἔλεγε ὁ Ἀνδρέας Ἐμπειρίκος)
καὶ δράσεις μας καὶ ἀντιδράσεις μας εἶναι
ἀμεσότερες καὶ ταχύτερες.
Κι’ ἐνῶ μᾶς σώζουν ἔτσι ἀπὸ πολλοὺς κινδύ‐
νους σὲ κρίσιμες γιὰ τὴν ὕπαρξη μας στιγμές,
ἀπὸ μίαν ἄλλη ἄποψη καὶ σὲ ἄλλες περιστάσεις
μετανιώνουμε γιὰ τὶς «πρῶτες ἀντιδράσεις
μας» τὶς ἐρπετικές, ἢ τὶς παλαιό‐θηλαστικές.
Καὶ γιὰ τὶς ἀρχικὲς καὶ πρωταρχικὲς
ἀσυγκράτητες συχνὰ ὁρμές μας.
107
Ποὺ κάποτε μάλιστα κάτω ἀπὸ ὁρισμένες
συνθῆκες καὶ ὅταν ἀπὸ κάποιο «ἀτύχημα» στα‐
ματήσει, ἡ ἐναρμόνιση καὶ ἡ ἱεράρχιση καὶ ὁ
ἔλεγχος, ξεχυλίζουν πρὸς τ’ ἀπάνω, πρὸς τὸ
θηλαστικὸ καὶ τὸ νεοχιτωνικὸ ἐπίστρωμα καὶ
τὰ ἐξουδετερώνουν.
Καὶ ὁδηγοῦν σὲ ἐγκληματικὲς (γιὰ τ’ ἀνώτερα
νεοχιτωνικὰ κριτήριά μας) συμπεριφορές.
Τὰ ἑρπετὰ δὲν ἔχουν συναισθήματα, ἢ λογική.
Οὔτε ἔνστικτα ὅπως τὰ θηλαστικά.
Ἔχουν ὁρμὲς καὶ δράσεις καὶ ἀντιδράσεις πρω‐
τόγονες καὶ ἄστοχες καὶ ἀστόχαστες, κληρονο‐
μημένες. Καὶ γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους συχνά
σκληρὲς καὶ ἀπαράδεκτες.
Οὔτε καὶ ποὺ μποροῦν νὰ ἐπιλέξουν ἀνάλογα
μὲ τὶς περιστάσεις λογική συμπεριφορά.
Ὅλα τους εἶναι πρὸ‐προγραμματισμένα, ἀπὸ
τὴν κληρονομικότητα καὶ τὴν μέχρι τώρα
108
ἐπιβίωση καὶ προσαρμογή, γιὰ νὰ συμπεριφέ‐
ρονται, δροῦν καὶ ἀντιδροῦν μὲ τὸν
ἁπλούστερο καὶ ἀγριότερο γιὰ μᾶς τρόπο:
Πάντα «ἐξερευνώντας» τὸ περιβάλλον τους
γιὰ τροφὴ καὶ θαλπωρή.
Καὶ ἤ, φεύγουν: τρέπονται σὲ ἄτακτη φυγὴ πα‐
νικόβλητα ὅταν βρεθοῦν ἀντιμέτωπα μὲ
ὁρισμένα σημάδια παράξενα (π.χ. φωτιά, μυ‐
ρωδιά, θόρυβος ἄγνωστος, θερμότητα στὸ
πλησίασμα ὑπερβολικὴ κλπ.).
Ἢ ἐπιτίθενται μὲ μένος, ὅταν ἀντικρύσουν ση‐
μάδια ποὺ δείχνουν ἀδυναμία, ἢ φυγή, κυρίως
γιὰ νὰ καταβάλουν ἢ κατασπαράξουν τὸν
«ἀντίπαλο».
Ἢ καὶ ὁρμοῦν σεξουαλικὰ γιὰ νὰ συν‐ἑυρεθοῦν
μὲ τὸ ἀπέναντί τους ἐλκυστικὸ, ὄν, καὶ ν’
ἀπαλλαγοῦν ἀπ’ τὴν πίεση τῆς ὑπεραιμίας,
τῶν σεξουαλικῶν ὀργάνων τους, ποὺ
109
προκαλεῖται ἀπ’ τὶς ἐκάστοτε αἰσθήσεις τῶν
αἰσθητηρίων ὀργάνων τους, καὶ ὄχι μόνον.
Οἱ ὁρμὲς (ὁ φόβος, ἡ ἕλξη, ἡ φυγή, ἡ ἀπώθηση,
ἡ ἐπιθετικότητα, τὸ σέξ) κυβερνοῦν πλήρως καὶ
ἄμεσα τὰ ἑρπετά.
Καὶ τοῦτο κυρίως γιατί ἔστω καὶ μία στιγμιαία
ἀμφιταλάντευση καὶ χρονοτριβῆ μπορεῖ νὰ
ἦταν καὶ νὰ εἶναι γι’ αὐτὰ καταστροφική.
Ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι:
Κι’ ἐμεῖς οἱ Ἄνθρωποι ποὺ κληρονομήσαμε καὶ
ἔχουμε μέσα στὸ κεφάλι μας, στὸ κέντρο του
καὶ τὸν μικρὸ ἐρπετικὸ ἐγκέφαλό τους,
ἐπηρεαζόμαστε πολὺ ἀπὸ τὰ σχήματα, τὶς μυ‐
ρωδιές, τὶς στάσεις τοῦ σώματος, τὶς κινήσεις
ἀργὲς ἢ γρήγορες ἢ ἁρμονικές καὶ τὶς φωνὲς
ἰδίως τὶς για μας, σεξουαλικές.
Ἀλλὰ καὶ στὶς ἄλλες συμπεριφορές μας καὶ
προτιμήσεις μας καὶ ἕλξεις μας καὶ ὁρμές μας:
110
Ὁ συνδυασμὸς ὅλων αὐτῶν τῶν στοιχείων καὶ
χαρακτηριστικῶν ‐κάποτε χωρὶς νὰ τὸ κατα‐
λαβαίνουμε‐ καθορίζει σημαντικὲς ἀποφάσεις
μας, «ἀνεξήγητες».
Τελικά, τὸ software τοῦ ἑρπετοῦ καὶ τὸ
“ἠλεκτρονικὸ πρόγραμμα του” εἶναι ἁπλὸ.
Ὅμως τὸ ἁπλὸ αὐτὸ «πρόγραμμα» ἀντιδρᾶ τα‐
χύτατα καὶ εἶναι πολὺ δυνατὸ, ἐπίμονο καὶ
καθοριστικὸ γιὰ τὴν ὕπαρξὴ μας, καὶ σχεδὸν
ἀκατανίκητο μπροστὰ σὲ ξαφνικοὺς κινδύνους.
Ἢ σὲ ἀπότομες ριζικὲς, τρομακτικὲς, μεταβολές
καὶ σὲ κρίσιμες, ἢ βίαιες καταστάσεις.
Τότε, εἶναι ποὺ ἔρχεται στὴν ἐπιφάνεια, ὁ
ἐρπετικὸς ἐαυτός μας καὶ οἱ ὁρμές του.
Στοὺς ὄχλους καὶ στὶς ὀχλοκρατικὲς ἐποχές καὶ
περιοχές, κυριαρχοῦν συχνότατα οἱ ἑρπετικές
ὁρμές.
111
Τότε, εἶναι ποὺ χάνει τὸν ἔλεγχο, ὁ ἀνώτερος
νεοχιτωνικὸς ἐγκέφαλός μας μὲ τὴν ‐
ἀργόστροφη καὶ περίπλοκη‐ λογική του.
Πρέπει ‐ λοιπὸν‐ ἐμεῖς τ’ ἀνώτερα νεοχιτωνικὰ
ζῶντα ὄντα νὰ προσέχουμε (κυρίως ὅταν
εἴμαστε νέοι καὶ περισσότερο ἐπηρεασμένοι ἀπὸ
τὶς ὁρμές καὶ ὀρμόνες μας) τὴν συμπεριφορά
μας καὶ τὶς ἀντιδράσεις μας στὶς κρίσιμες
στιγμὲς τῆς ζωῆς μας.
Εἶναι πιθανό, ἀργότερα νὰ μετανοήσουμε τὶς
θυμωμένες, ἐρπετικὲς ἀντιδράσεις μας.
β) Ἐπάνω στὸν ἐρπετικὸ ἐγκέφαλό μας, σ’ ἕνα
κατοπινὸ στάδιο τῆς ἐξέλιξής μας, ἦρθε κι’
ἐπικάθησε (ἢ φύτρωσε) ὁ θηλαστικὸς
ἐγκέφαλός μας ‐ἢ τὸ θηλαστικὸ μέρος τοῦ
ἐγκεφάλου μας‐ μὲ τὶς θηλαστικὲς λειτουργίες
του:
112
Τὰ θηλαστικὰ χαρακτηρίζονται ἀπ’ τὴν φρο‐
ντίδα καὶ ἐν ἀνάγκη αὐτοθυσία τῶν γονέων
γιὰ τὰ νεογνὰ καὶ γιὰ τὴν ἐπιβίωσή τους καὶ
ἀνὰ‐τροφή τους.
Δὲν ὑπάρχει συγκινητικότερο θέαμα (τὸ ἔχω δεῖ
στὴν τηλεόραση) ἀπ’ τὴ μητέρα ἀρκούδα ποὺ
διδάσκει στὸ ἀρκουδάκι’ νὰ κυνηγᾶ, ἤ ψαρεύει
γιὰ νὰ ζήση.
Καὶ ἀπ’ τὴν μητέρα ἀετὸ (τὸ ἔχω δεῖ στοὺς
Δελφοὺς) ποὺ διδάσκει στὸ ἀετόπουλο νὰ πετᾶ.
Ἡ τρυφερότητα, ἡ ἀνιδιοτέλεια, ὁ ἀλτρουισμὸς,
ἡ προσήλωση σὲ ὁρισμένα ἀναγνωρίσιμα
“συγγενικὰ” ἄτομα, ἢ ὁλιγομελή σύνολα, μὲ
εἰδικὰ χαρακτηριστικά, ἀκόμη καὶ ἡ ζήλεια καὶ
τὸ μητρικὸ (καὶ πατρικό;) ἔνστικτο κλπ. εἶναι
ἰδιότητες τῶν θηλαστικῶν.
Ἀλλά, φαίνεται, καὶ ὁρισμένων πτηνῶν.
113
Αὐτὲς οἱ ἰδιότητες ‐ἱκανότητες;‐ κατάφεραν
ὥστε νὰ ἐπιβιώσουν καὶ πολλαπλασιαστοῦν τὰ
θηλαστικὰ παρ’ ὅλο ποὺ στὴν γέννηση τους τὰ
νεογνά τους, εἶναι ἄοπλα καὶ ἀδύναμα.
γ) Ἐπάνω στὸν θηλαστικὸ ἐγκέφαλό μας, σὲ
μία κατοπινή φάση τῆς ἐξέλιξης, ἦρθε καὶ τὸν
κάλυψε ὁ ἀνώτερος νεοχιτωνικὸς, μὲ τὶς πολύ‐
πλοκες καὶ πολύτιμες λειτουργίες του καὶ τὸ
ὑπέρτατο ἐπίστρωμά του.
Πρόκειται γιὰ τὸ μέρος τοῦ ἐγκεφάλου μας καὶ
τὴν λειτουργία του, ποὺ μᾶς ἐπέτρεψε καὶ ἴσως
ἐπέβαλε, ὄχι μόνο νὰ ἐπιβιώσομε, ἀλλὰ καὶ νὰ
ἐπιβληθοῦμε στὸ περιβάλλον μας καὶ σὲ ὅλα τ’
ἄλλα ἐπὶ τῆς Γὴς ζῶντα καὶ μὴ ὄντα.
Πρόκειται γιὰ τὴν ἕδρα τῆς λογικῆς μας καὶ τῆς
προσθαφαιρετικῆς καὶ γενικευτικῆς καὶ
ἐννοιοποιητικὴς ἱκανότητάς τῆς μνήμης‐
φαντασίας μας.
114
Καὶ πρόκειται καὶ γιὰ τὴν πηγή τῶν ἐννοιῶν
μας καὶ τῶν σχεδιασμῶν μας καὶ τόσων ἄλλων
λαμπρῶν πνευματικῶν χαρακτηριστικῶν μας,
καὶ ἐπιτευγμάτων μας.
δ) Εὐτυχῶς, ὁρισμένες φορὲς οἱ τρεῖς κύριοι
στρωματοποιημένοι ἀλλεπάλληλοι ἐγκέφαλοί
μας καὶ τὰ δύο κάθετα διαιρεμένα καὶ διαχωρι‐
σμένα, ἠμισφαίρια τους, παρ’ ὅλες τὶς διαφορὲς
τους τὶς ἀνατομικὲς καὶ λειτουργικὲς (θέσης
καὶ χρονικῆς λειτουργίας καὶ σύνθεσης νευρώ‐
νων κ.ἄ.), χάρις στὶς διακλαδώσεις καὶ στὶς συ‐
νάψεις τους συνλειτουργοῦν καὶ συνεργάζο‐
νται καὶ ἀλληλοσυμπληρώνονται
ἐποικοδομητικὰ κι’ ἁρμονικά.
Αὐτὸ συμβαίνει κυρίως ὅταν ὑπάρχει ἀρκετὸς
χρόνος γιὰ τὴν ἐπίτευξη συντονισμοῦ καὶ
σχετικὴ σιγουριά καὶ ἠρεμία, στὸ περιβάλλον.
115
Καὶ οἱ ὁρμές μας οἱ ἐρπετικὲς καὶ τὰ ἔνστικτά
μας τὰ θηλαστικὰ καὶ οἱ ὑπολογισμοί μας οἱ
λογικοί, οἱ νεοχιτωνικοὶ, συμβάλουν σὲ ἕνα κα‐
λό, ἐπιβιωτικό, εὐχάριστο καὶ πρακτικὸ
ἀποτέλεσμα.
Ὅπως στὴν περίπτωση ἑνὸς ἐπιτυχημένου γά‐
μου. Ὄπου τὸ καλὸ σὲξ καὶ ἡ καλὴ ἀνατροφὴ
καὶ ἡ ἀγάπη ‐ἰδίως τῶν παιδιῶν‐ καὶ ἡ
εὐτυχισμένη κοινωνικὴ καὶ οἰκονομικὴ ζωὴ,
συνδυάζονται ἁρμονικὰ καὶ ἀποτελεσματικά.
Δυστυχῶς ὅμως, ἴσως τὶς περισσότερες φορές,
οἱ τρεῖς ἐγκέφαλοί μας καὶ οἱ λειτουργίες τους
δὲν ἐναρμονίζονται καὶ τὰ δύο ἠμισφαίριά μας
δὲν ἀλληλοσυμπληρώνονται ἁρμονικά.
Καὶ μάλιστα συχνὰ ἀντιτίθενται καὶ
ἀλληλοκαταπολεμοῦνται μεταξύ τους καὶ μᾶς
διασποῦν. Καὶ τοῦτο μὲ καταστροφικὰ γιὰ τὰ
116
ἄτομα καὶ τὶς ὁμάδες καὶ τὰ σύνολα καὶ τὸ
ἀνθρώπινο γένος ἀποτελέσματα.
Αὐτὴ εἶναι ἡ περίπτωση ὄχι μόνον τῶν κακῶν
γάμων. Ἀλλὰ καὶ τῶν παράλογων καὶ
ἄχρηστων καβγάδων καὶ καταστροφικῶν πο‐
λέμων καὶ ἄλλων βλαβερῶν συμπεριφορῶν
μας.

4) Ἴσως ἐδῶ, νὰ εἶναι χρήσιμο νὰ ὑπογραμ‐
μιστεῖ ὅτι:
Γιὰ τὴν μακροχρόνια, ἐπιβίωσή μας, συχνὰ, ἡ
ὑπαγωγὴ τῶν δύο ἄλλων ἐγκεφάλων μας καὶ
τῶν λειτουργιῶν τους καὶ τῶν σχετικῶν
συμπεριφορῶν μας στὰ «κελεύσματα» τοῦ
ἀργοκίνητου νεοχιτωνικοῦ, ἀποτελοῦν προα‐
παιτούμενο της Ὕπαρξής μας καὶ ἐπιτυχίας
μας καὶ εὐτυχίας μας.
117
5) Ἀπ’ τὰ παραπάνω γίνεται φανερὸ ὅτι:
Οὔτε ὁ ὀργανισμός μας, ἐφ’ ὅσον ἡ
κληρονομικὴ ἐπιλογὴ τῶν ἐπὶ τῆς Γὴς ζώντων
ὄντων ἐξακολουθεῖ καὶ οἱ μεταλλάξεις συνεχί‐
ζονται, οὔτε τὸ νευρικό σύστημά μας, οὔτε οἱ
ἐγκέφαλοι μας μὲ τὴν δομὴ καὶ λειτουργία
τους, εἶναι τέλεια ὀργανικὰ σύνολα.
Ἢ τελειωμένα, ἢ ἰδανικά, ἢ τελειωτικὰ δομημέ‐
να. Ἀλλ’ ἀντίθετα ὅτι εἶναι τυχαία καὶ ἀκατά‐
στατα καὶ ἀσχεδίαστα φτειαγμένα.
Ἔτσι ποὺ πιθανότατα δὲν εἶναι κατάλληλα τὰ
ὄργανα αὐτά: οἱ ἐγκέφαλοί μας καὶ οἱ λειτουρ‐
γίες τους, γιὰ τὴν περαιτέρω μακροχρόνια
ἐπιβίωση.
Καὶ συνεπῶς ἐὰν ἐπιλεγῆ, ὅπως εἶναι πιθανὸ, ἡ
ἐπιβίωσὴ μας, ὡς ὑπέρτατος Στόχος μας,
προκῦπτει ὅτι χρειάζονται ἀλλαγὲς καὶ βελ‐
τιώσεις καὶ συμπληρώσεις καὶ παρεμβάσεις
118
πολλὲς καὶ καλὰ προγραμματισμένες καὶ μελε‐
τημένες ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὶς
ἐπιστῆμες μας, καὶ τὴν τεχνική μας.
Καὶ μάλιστα σύντομα προτοῦ νὰ προλάβουν οἱ
ἀπρογραμμάτιστες “φυσικὲς παρεμβάσεις”,
λόγω ἀδράνειάς μας νὰ μᾶς προλάβουν.
Τὸ τί ρόλο παίζουν καὶ θὰ παίξουν οἱ
ἠλεκτρονικοὶ ὑπολογιστές μας, στὴν βελτίωση
τῶν καταστροφικῶν συμπεριφορῶν μας (λόγω
κακής δομολειτουργίας τῶν ἐγκεφάλων μας)
εἶναι ἀκόμη νωρὶς νὰ ἐκτιμηθεῖ.
Ὄμως πιθανότατα θὰ εἶναι σημαντικός.

6) Πολλά εἶναι ἀκόμη αὐτά ποὺ μένει νὰ
πληροφορηθοῦμε ἀπ’ τὶς ἐπιστῆμες μας για τὴν
δομή καὶ λειτουργία τῶν ἐγκεφάλων μας.
Ὄμως ἡ ἀρχή προς τὴν καλή κατέυθυνσή της
ἔρευνας αὐτῆς, μᾶλλον έχει γίνει.
119
VII. To Καθῆκον μας.
Ὅτι:
Σιγὰ σιγὰ καὶ ἀπὸ μίαν ἄλλη ἄποψη ξαφ-
νικά μας γίνεται φανερὸ σ’ ἐμᾶς τοὺς τω-
ρινούς: «Ἀνθρωποκεντρικοὺς -
Ἐπιβιωτικοὺς - Ἐπιστημονικοὺς -
Ἀνθρώπους» (Α.Ε.Ε.Ά) ὅτι:
Σύμφωνα καὶ μὲ τὶς παραπάνω προϋπο-
θέσεις καὶ συνθῆκες καὶ ἀξιολογήσεις καὶ
ἀξίες, τὸ ἁπλὸ καὶ ταυτολογικὸ καὶ πρώ-
τιστο καὶ κύριο (γιατί ὑπάρχουν καὶ
πολλὰ ἄλλα) καθῆκον μας εἶναι, ἂν θέλο-
με -πράγμα ποὺ μᾶλλον πρὸς τὸ παρόν,
φαίνεται νὰ τὸ θέλομε- νὰ ὑπάρχουμε καὶ
νὰ παρα-μείνουμε ὅσο μποροῦμε περισ-
σότερο στὴ ζωὴ καὶ ὅσο γίνεται καλλίτε-
ρα καὶ πιὸ εὐχάριστα: “σαν Άνθρωποι”.
120
Νὰ τὸ προσπαθήσουμε μὲ ὅλες τὶς δυνά-
μεις μας καὶ τὰ ἐφόδια μας.
Ὅτι θὰ πρέπει, δηλαδή:
Συνειδητὰ, προσεκτικὰ καὶ προγραμματι-
σμένα καὶ καλοσχεδιασμένα καὶ τεχνικὰ
καὶ ἴσως καὶ καλλιτεχνικὰ νὰ ἀλλάξουμε
πολλὰ καὶ σημαντικὰ στὸ φυσικὸ περι-
βάλλον μας καὶ στὴν τωρινὴ ἀνθρώπινη
φύση μας καὶ στὸ κεντρικὸ νευρικὸ σύ-
στημά μας καὶ στὸν ἐγκέφαλό μας καὶ τὴν
λειτουργία του.
Καὶ τοῦτο γιατί εἶναι φανερὸ ὅτι μὲ τέ-
τοια ἀτελῆ καὶ ἀλλοπρόσαλλα ποὺ ἔχουμε
μυαλὰ καὶ μὲ τὰ καμώματα ποὺ μέχρι τώ-
ρα δείχνουμε, εἶναι ἀμφίβολο πολὺ ἂν θὰ
ἐπιζήσουμε γιὰ πολύ.
Τόσο ἐμεῖς ὅσο καὶ οἱ ἀπόγονοὶ μας καὶ τὸ
περιβάλλον ποὺ καταστρέφουμε
121
ἀλόγιστα καὶ ἀπρογραμμάτιστα
καθημερινὰ, ἀτομικά καὶ συλλογικά.
Καὶ τοῦτο γιατὶ πολλὲς ἀπ’τὶς
καταστροφικὲς συμπεριφορὲς μας
ὀφείλονται στὸ DNA μας καὶ τὴν
κληρονομικότητὰ μας καὶ τοὺς
οργανισμοὺς μας καὶ στὴν κακὴ δομὴ καὶ
λειτουργία τῶν ἐγκεφάλων μας.
Καὶ κυρίως στὴν ἐρπετικὴ τους ἄπληστη
καὶ ἄστοχη καὶ ἀστόχαστη κὶ ἐπιθετικὴ
λειτουργία.
Καὶ ὅτι θὰ πρέπει:
Νὰ διορθώσουμε τὰ μειονεκτήματά μας
τὰ ὀργανικὰ καὶ ἐπιβιωτικά.
Καὶ νὰ τοὺς ἀλλάξουμε τώρα ποὺ μᾶς
εἶναι δυνατὸν, ἢ καὶ λίγο ἀργότερα, νὰ
τοὺς ἀλλάξουν οἱ ἀπόγονοί μας, τοὺς
αὐτοκαταστροφικοὺς ὀργανισμούς μας
122
καὶ τὸ DNA μας καὶ τὴν κληρονομικότητά
μας.
Καὶ τὸ κεντρικὸ νευρικὸ σύστημά μας καὶ
τὴν λειτουργία του.
Καὶ τοὺς ἀναποτελεσματικοὺς γιὰ τὸν
κύριο Στόχο μας καὶ γιὰ τὸ Πρώτιστο
Καθῆκον μας ἐγκεφάλους μας, τόσο δο-
μικά ὅσο καὶ λειτουρ-γικά.
Καὶ ὅτι θὰ πρέπει:
Νὰ τὰ προσαρμόσουμε ὂλ’ αὐτὰ, στὴν
μακροχρονέστερη δυνατὸν ἐπιβίωσή μας
καὶ στὶς ἀνάγκες μας τόσο τὶς
καθημερινὲς ὅσο καὶ κυρίως τὶς μακρο-
χρόνιες.
Καὶ ὅτι θὰ πρέπει:
Νὰ ἐπιτεθοῦμε (τὸ ταχύτερο;) συνειδητὰ
καὶ μὲ ὅλες τὶς δυνάμεις μας στὴν Μεγάλη
Ἔκρηξη (την πρώην Φύση μας).
123
Αὐτὴν ποὺ μᾶς ἐφτίαξε καὶ μᾶς
ταλαιπωρεῖ καὶ θὰ μᾶς καταστρέψει.
Καὶ στοὺς ὀργανισμοὺς μας.
Ἐπιτιθέμενοι μάλιστα πιθανότατα, πρῶτα
στὶς στὴν περιοχή μας ἐπενέργειές της
καὶ συνέπειές της.
Δηλαδὴ στὸ ἄμεσο περιβάλλον μας.
Καὶ δεύτερον, ἀργότερα οἱ ἀπόγονοί μας
(αὐτὸ ἐὰν τὸ ἐπιθυμοῦν καὶ μποροῦν)
ὅταν θὰ ἔχουν προοδεύσει ἐπιστημονικά
καὶ ἰδίως τεχνικά, στὶς βασικὲς δυνάμεις,
ἢ στὴν κύρια Δύναμη τὴν μοναδική.
Καὶ στοὺς “νόμους”, ἢ στὸν Νόμο, της.
Καὶ στὶς διαστάσεις της ὅσες κι’ ἂν εἶναι.
Καὶ σὲ ὅτι ἄλλο φανεῖ τότε σημαντικὸ καὶ
ἀπαραίτητο νὰ ἀλλάξει.
124
Καθῆκον μας, συνεπῶς, πρώτιστο καὶ κύ-
ριο εἶναι: «Ἡμῶν τῶν τωρινῶν θνητῶν»:
Νὰ ἀναλάβουμε συνειδητὰ καὶ καλοσχε-
διασμένα καὶ χωρὶς ἐνδοιασμοὺς καὶ χρο-
νο-τριβὲς τὸν «νῦν ὑπὲρ πάντων
ἀγώνα». (Ὄχι πιὰ “γιὰ τὴν σωτηρία τὴς
πόλης” ἀλλά)
Τὸν ἀγώνα τὸν ἄνισο καὶ ἄπελπι τῆς
ἐπιβίωσής μας καὶ τῆς ὕπαρξής μας καὶ
τής ζωῆς μας, ὡς γένους καὶ ὡς εἴδους.
Τὸν ἀναπότρεπτο πόλεμο γιὰ τὴν ὕπαρξη
καὶ τὴν ἐπιβολή μας καὶ τὴν εὐημερία.
Κάνοντας ὅτι μᾶς εἶναι δυνατὸ γιὰ τὸν
σκοπὸ αὐτόν, μὲ προσοχή ἀλλά αποφα-
σιστικά.
Μὴ φειδόμενοι κόπων καὶ ἐξόδων καὶ
ἀπαλλαγμένοι – συναισθηματοθρησκευ-
τικῶν – ἐνδοιασμῶν.
125
Σημειώσεις:
1) Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι κάποτε συνειδητὰ καὶ κά‐
ποτε, ὅπως καὶ τὰ ἄλλα ζῶα ὄχι, ἀπὸ τὴν πρώ‐
τη στιγμὴ τῆς ὕπαρξής μας ‐ἀκόμα καὶ στὴν
κοιλιὰ τῆς μητέρας μας‐ ἀγωνιζόμαστε γιὰ νὰ
ἐπιζήσουμε καὶ γιὰ νὰ ἁπαλύνουμε τοὺς πό‐
νους καὶ τὶς δυσφορίες μας καὶ γιὰ νὰ καλυτε‐
ρέψουμε τὶς συνθῆκες τῆς διαβίωσής μας.
Αὐτὸν τὸν ἀδυσώπητο ἐξ ἀρχῆς ἀγώνα. Αὐτὸν
τὸν ἀσταμάτητο πόλεμο. Καθῆκον μας εἶναι,
νομίζω νὰ τὸν ἀντιμετωπίζουμε γι’ αὐτὸ ποὺ
τῶρα εἶναι: «Πόλεμος ἐπιβίωσης συνειδητός».
Καὶ νὰ πάψουμε νὰ ὀνειροπολοῦμε καὶ νὰ βαφ‐
καλιζόμαστε ὅτι ὅλα πᾶνε καλά καὶ ὅτι ἐχθρὸς
δὲν ὑπάρχει. Καί θὰ ὑπάρχομε “γιὰ πάντα”.
Καὶ νὰ πάψουμε τοὺς ρεμβασμοὺς καὶ τοὺς
θαυμασμοὺς καὶ τοὺς ὕμνους γιὰ τὴν σοφία τῆς
ὕπαρξης καὶ τῆς φύσης:
126
Μίας φύσης καὶ μίας ὕπαρξης ποὺ μόνο σοφὴ
καὶ εὐχάριστη καὶ χαρούμενη καὶ λογικὴ δὲν
εἶναι.
Οἱ λίγες χαρούμενες καὶ εὐχάριστες στιγμές, ἢ
ὧρες, τῆς ζωῆς μας,εἶναι συνήθως
ἀνθρωποδημιούργημα.
Καὶ πηγάζουν περισσότερο ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς
ἴδιους καὶ τὶς συνθῆκες ποὺ φτειάξαμε καὶ τὶς
σχέσεις μεταξύ μας.
Κι’ ἀπ’ τὴν νίκη μας κατὰ τῆς Φύσης.
Καὶ λιγότερο, ἢ καθόλου, ἀπὸ τὴν ἀνύπαρκτη
σοφία τῆς ἄστοχης καὶ ἀστόχαστης φύσης.
2) Πρόκειται γιὰ μία φύση ποὺ καλὰ θὰ κάνου‐
με καὶ χρήσιμο εἶναι ἀπὸ τώρα νὰ καταλάβουμε
ὅτι ἔχει ὡς ἔννοια ξεπεραστεῖ.
Καὶ γεράσει καὶ ξεφτίσει καὶ δὲν ἐξυπηρετεῖ.
Καὶ θὰ πρέπει ὁ ὅρος «Φύση», ὁ κατὰ τ’ ἄλλα
τόσο ὡραῖος καὶ εὔηχος καὶ παλαιὸς καὶ
127
συγκινητικὸς καὶ ρομαντικὸς ποὺ δείχνει τὸ με‐
γάλωμα, ὀ Ἑλληνικός καὶ ἀκόμα ὁ ἐξίσου
παραστατικὸς ὁ Λατινικὸς, «natura» ν’
ἀντικατασταθεῖ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ‐δυστυχῶς‐
πραγματικὰ καὶ στὴν πραγματικότητά μας τὴν
τωρινὴ τὴν ἐπιστημονικὴ ὑπάρχει καὶ εἶναι:
Τὸ Big‐Bang στὶς διάφορες ἐκφάνσεις τοῦ, στὴν
περιοχή μας.
Δυστυχῶς καὶ πολύ δυστυχῶς:
Ἡ Φύση, (ἀπ’ τὸ φύω καὶ φύομαι, γράφει τὸ
λεξικὸ) καὶ ἡ Natura (ἀπὸ τὴν γέννηση τῶν Λα‐
τίνων) ἔχουν ἐπιστημονικὰ ξεπεραστεῖ.
Αὐτὰ βεβαίως ἂν θέλουμε νὰ βρισκόμαστε
στὴν σύγχρονη πραγματικότητά μας.
Ὅμως ἱστορικά καὶ καλλιτεχνικά καὶ ρομαντικά
δὲν βλάπτει καὶ ἴσως νὰ ὠφελεῖ, τὸ νὰ θυμόμα‐
στε τὴν παλαιὰ ἀγαπητή μας φύση.
128
Τὴν φύση τῶν παππούδων μας, τὴν δῆθεν
ἀρμονική καὶ εἰρηνική καὶ σοφή.
3) Οἱ λόγοι τοῦ ξεπεράσματος τῆς
ἀπαρχαιωμένης ἔννοιας τῆς φύσης εἶναι πολ‐
λοί, ὅμως ὁ κύριος πιθανὸν εἶναι ὅτι αὐτὴ
ἀντιστοιχεῖ καὶ ἐκφράζει μία παλαιὰ (ἰδανική,
φανταστική, Ἑλληνική, κ.ἄ.) διάταξη τῶν
ὄντων, ἢ «φύση» ποὺ μᾶς παραπλανᾶ.
Μία διάταξη καὶ κατάταξη πραγμάτων καὶ δε‐
δομένων ὅπου κυριαρχεῖ, ἡ σοφία καὶ ἡ ἁρμονία
καὶ ὁ Στόχος καὶ ὁ Στοχασμὸς καὶ ὁ σχεδιασμὸς
καὶ τὸ Τέλος. Πρὸς τὸ ὁποῖο τελεολογικὰ (ὅπως
διδάσκει ὁ Ἀριστοτέλης) ἐξ ἀρχῆς κι’ ἐξ Ἀρχῆς
τείνουν τὰ πάντα καὶ τὸ Πάν.
Τέτοια φύση πραγματικά ὅμως, δὲν ὑπάρχει,
παρὰ στὰ μυαλὰ αὐτῶν ποὺ τὴν διετύπωσαν
παλαιὰ καὶ αὐτῶν ποὺ τὴν πίστευαν, καὶ τὴν
πιστεύουν, ἀκόμη καὶ σήμερα.
129
Ἀντίθετα, ἡ πραγματική, ἡ ἐπιστημονικὴ πραγ‐
ματικότητα, μᾶς διδάσκει ὅτι στὴν πραγματικό‐
τητα κυριαρχεῖ καὶ βασιλεύει μία ἀκραία
ἄστοχη καὶ ἀστόχαστη καὶ ἀτελὴς (χωρὶς τέλος
ἢ Τέλος) καὶ χωρὶς δυνατότητα τελεολογική,
αἰτιότητα καὶ ἀναγκαιότητα.
Μία πραγματικότητα τυφλὴ καὶ ἀπάνθρωπη
καὶ σκληρὴ καὶ κατὰστροφική, ὅλων τῶν
ὄντων. Ἐντελῶς ἀντίθετη ἀπ’ τὴν ἁρμονικὴ καὶ
γνωστικὴ καὶ φιλάνθρωπη καὶ σοφὴ «φύση»
τῶν προγόνων μας.
Ἡ φύση προβάλλει τὴν ἀρχαία ἀρμονία καὶ τὴν
σοφία καὶ τὸ μέτρον. Ὄπως καὶ ἡ πλάση ποῦ
ἔχει κὶ αὐτή ξεπεραστεῖ.
Ἐνῶ στὴν τωρινὴ ἐπιστημονικὴ πραγματικότη‐
τά μας, τ’ ἀντίθετὰ τους, ‐δυστυχῶς‐ πράγματι
ἐπικρατοῦν.

130
4) Καθῆκον μας ‐λοιπὸν‐ εἶναι καὶ τὸ νὰ συνει‐
δητοποιήσουμε αὐτὰ τὰ πράγματα καὶ γεγονό‐
τα καὶ δεδομένα καὶ νὰ μὴν ἔχουμε τύψεις καὶ
ἐνδοιασμούς, ὅταν ἀντιμετωπίζουμε τὸ Big‐
Bang ἢ τὴν Μεγάλη Ἔκταση, ψυχρὰ καὶ
ἀντικειμενικὰ ὅπως τὸ κάνουν οἱ εἰδικοὶ
ἐπιστήμονές μας.
Αὐτοὶ ποὺ τὴν καταπολεμοῦν πότε συνειδητὰ
καὶ πότε μή, σὲ ὅλες τὶς δύσάρεστες γιά μᾶς καὶ
βλαβερὲς ἐκφάνσεις της στὴν περιοχή μας.
Γιὰ τὴν ζωή μας καὶ ἐπιβίωσή μας.
Ὑποσημείωση 4η:
Ἡ προσπάθεια δημιουργίας ἀπ’ τὴν NASA τῆς
“Neo-Shield”= Μιᾶς ἀσπίδας προστασίας ἀπ’
τὴν πρόσκρουση, ἀστεροειδῶν ἢ κομητῶν,
στὴν Γῆ. Εἶναι σύμφωνα καὶ με τὰ παραπάνω
στὴν σωστή καὶ σωστικὴ κατεύθυνση.
131
VIII. Συμπεράσματα.
Πολλὰ καὶ διάφορα εἶναι τὰ συμπεράσμα-
τα ποὺ μᾶς προβάλλει καὶ κάποτε
ἐπιβάλλει, ἡ παραδοχὴ ἔστω καὶ λίγων
ἀπ’ τὶς παραπάνω «Ἀρχὲς» καὶ παραδοχὲς
καὶ Ἰδέες.
Γι’ αὐτὸ παρακαλῶ τοὺς
ἐνδιαφερόμενους (ἂν θὰ ὑπάρξουν)
ἀναγνῶστες μου, νὰ συμβάλουν ὅσα νο-
μίζουν ὅτι μπορεῖ νὰ εἶναι χρήσιμα.
Καὶ ποὺ ἔχουν κατὰ τὴ γνώμη τους
παραληφθεῖ.
Καθὼς καὶ νὰ γράψουν τὰ σχόλια τους.
Ἐν τῷ μεταξὺ θὰ ἀναφέρω ὁρισμένα ποὺ
νομίζω γιὰ ἐδῶ ἀπαραίτητα:
132
Ὅτι:
Μὲ δεδομένη τὴν παροῦσα κατάσταση
τῆς Γνώσης μας καὶ τῶν Ἐπιστημῶν μας
καὶ τῆς Τεχνικῆς μας, εἶναι ἀδύνατον, ἢ
πολὺ ἐπικίνδυνο, τὸ νὰ ἐπιχειρήσουμε
ἐδῶ καὶ τώρα νὰ προβοῦμε σὲ ὅλες αὐτὲς
τὶς ἀλλαγὲς ποὺ τὸ καθῆκον μας μᾶς
προβάλλει καὶ ἐπιβάλλει.
Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι βλάπτει τὸ νὰ τὶς
ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν μας. Ἀντίθετα.
Καὶ ὅτι:
Ἀνήκει στὶς ἐπερχόμενες γενεὲς -ἐὰν
ἐπέλθουν- τὸ ν’ ἀποφασίσουν, μὲ τὶς τότε
συνθῆκες, τὸ ἐὰν ἐπιθυμοῦν νὰ προβοῦν
σὲ ριζικὲς, ἢ μὴ ἀλλαγὲς καὶ σὲ πόσες καὶ
σὲ ποιές. Τόσο στὸ περιβάλλον μᾶς ὅσο
καὶ στοὺς ἀνθρώπινους ὀργανισμούς μας
και ιδίως τους εγκεφάλους μας.
133
Καὶ νὰ ἀποφασίσουν, ἂν τὸ ἐπιθυμοῦν,
νὰ ἐξακολουθήσουν νὰ ὑπάρχουν.
Καὶ νὰ ἀγωνίζονται -ἢ ὄχι- γιὰ τὴν
ἐπιβίωσή τους καὶ γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῶν
ἄλλων στόχων τους καὶ γιὰ τὴν εὐημερία.
Ἢ ἐὰν προτιμοῦν τὴν «μὴ-ὕπαρξη» (ποὺ
ὑπάρχει κι’ αὐτὴ κατὰ τὸν Ἀριστοτέλη)
ἀπ’ τὴν ὁποία ὅλα ἐμεῖς τὰ ὄντα, χωρὶς νὰ
ζητηθεῖ ἡ γνώμη μᾶς-ἄστοχα καὶ
ἀστόχαστα-προήλθαμε.
Καὶ στὴν ὁποία ἀναγκαστικὰ κάποτε θὰ
ἐπιστρέψουμε.
Καὶ τοῦτο, γιατί ἐμεῖς οἱ τωρινοὶ θνητοί
δὲν ἔχουμε οὔτε τὶς ἀπαραίτητες γνώσεις
οὔτε τὰ κατάλληλα μέσα, γιὰ τέτοιες
ζωτικὲς ἀποφάσεις καὶ δράσεις κὶ
ἀντιδράσεις.
Οὖτε καὶ τὰ κότσια.
134
Οι ἀπόγονοί μας πιθανότατα, ὅπως δεί-
χνουν τὰ πράγματα θὰ τ’ ἀποκτήσουν καὶ
μάλιστα σύντομα, γιατί ἡ πρόοδος τῶν
Ἐπιστημῶν καὶ τῆς Τεχνικῆς προχωροῦν
μὲ ἐπιταχυνόμενο ρυθμό.
Τὸ μέλλον τους -καὶ τὸ παρελθόν μας-
τοὺς ἀνήκει καὶ ἔχουν τὸ καθῆκον ν’
ἀποφασίσουν γι’ αὐτό.
Ἐκεῖνο ποὺ ἐμεῖς -οἱ παλαιὲς γενεὲς-
μποροῦμε καὶ πρέπει νὰ κάνομε, εἶναι, νὰ
βοηθήσουμε ἀπὸ πρὶν, ὅπου καὶ ὅσο
μποροῦμε, ὥστε νὰ κάνουν μία
ἀνεπηρέαστη ἀπὸ προκαταλήψεις
ἐπιλογή.
Πρέπει δηλαδὴ νὰ ξεκαθαρίσουμε κατά
τὸ δυνατὸν τὸν δρόμο καὶ νὰ προετοιμά-
σουμε τὸ ἔδαφος γιὰ τὶς ἐπιλογές τους
καὶ τὴν δράση τους.
135
Καὶ πρέπει, νὰ τοὺς μεταβιβάσομε, τὸ τα-
χύτερο, τὴν γνώση μας, τὴ λίγη, ἢ πολλή.
Καὶ πρέπει, νὰ μὴν τοὺς ἀποκρύψουμε
τίποτα τὸ σημαντικό, ἀπό αδυναμία.
Καὶ πρέπει, νὰ ἐνδυναμώσουμε τοὺς
ἀπογόνους μας δείχνοντάς τους τὶς
ἐμπειρίες μας καὶ δίνοντας τοὺς τὴν κα-
τάλληλη ἀπροκατάληπτη ἀνατροφή.
Ἰδίως ἐάν, ὅπως εἶναι πιθανότερο -γιὰ
τοὺς ἄμεσους- ἀποφασίσουν ὑπὲρ τῆς
ἐπιβίωσής τους.
Καὶ ἐναντίον τῆς ἀνυπαρξίας.
Καὶ ὑπὲρ τῆς ἐξακολούθησης τοῦ ἀγώνα
καὶ τοῦ πολέμου γιὰ τὴ ζωή.
Ἀυτό φαίνεται νὰ μᾶς ἐπιβάλλει καὶ ἡ λει-
τουργία τοῦ θηλαστικοῦ μέρους τοῦ
ἐγκεφάλου μας καὶ ὄχι μόνο, ἡ λογική
τοῦ νεοχιτωνικοῦ.
136
Καὶ ὅτι:
Πολλὰ χρήματα καὶ ἄλλα μέσα, ἀλλὰ καὶ
γνώσεις θὰ πρέπει ἀπὸ τώρα, νὰ
συγκεντρωθοῦν, γιὰ τὴν ὀργάνωση τῆς
ἐκμετάλλευσης ἄλλων πλανητῶν.
Ἢ γιὰ τὴν φυγή μας πρὸς “τὰ ἔξω”.
Χρήματα κι’ ἐφόδια καὶ ἀπασχολήσεις
ποὺ θὰ χρειαστεῖ νὰ παρθοῦν ἀπὸ ἄλλους
λιγότερο ζωτικοὺς τομεῖς καὶ πολέμους.
Πρᾶγμα ποὺ προαπαιτεῖ διαφορετική ορ-
γάνωση τῆς διακυβέρνησής μας καὶ τῆς
διανομῆς τῶν πόρων.
Καὶ ὅτι:
Πρόοδος μπορεῖ ν’ ἀποκαλεῖται καὶ εἶναι,
ὄχι μόνο τὸ θετικὸ πλησίασμα πρός τὸν
Στόχο. (Ἐδὼ καὶ τῶρα τὴν ἐπιβίωσή μας.)
Ἀλλά κὶ -ἀρνητικὰ-ἡ ἀπομάκρυνση ἀπ’ τὶς
προκαταλήψεις μας καὶ τὰ φαντασιακὰ
“ὄντα”.
137
Σημειώσεις:
1) Βέβαια χρειάζεται νὰ συνειδητοποιήσουμε
ὅτι: Εἴμαστε μόνοι κι’ ὁλομόναχοι σ’ αὐτὴν τὴν
Μεγάλη Ἔκρηξη, ἐμεῖς τὰ ὄντα, τὰ ζῶντα καὶ
τὰ μή.
Κι’ ἐμεῖς οἱ Ἄνθρωποι χωρὶς βοήθεια ἄλλη ἢ
προστασία, ἀπὸ πουθενὰ καὶ καμία.
Ἀκόμα καὶ τὰ ἐξωπλανητικὰ καὶ νοήμονα ὄντα
‐ποὺ ἴσως νὰ ὑπάρχουν (τὸ «ὑπάρχουν» ἐδῶ
σημαίνει καὶ «ὑπῆρξαν» καὶ «θὰ ὑπάρξουν»)‐
φαίνεται νὰ εἶναι πρακτικὰ πολὺ μακριὰ γιὰ νὰ
συνδράμουν.
Καὶ πιθανότατα ἀδιάφορα γιὰ τὴν τύχη μας.
Παρ’ ὅλα ταῦτα ἴσως νὰ μὴν πρέπει, ἴσως νὰ
μὴν ἦρθε ἡ ὥρα, ἴσως νὰ μὴν μποροῦμε (λόγω
κληρονομικότητας καὶ δομῆς καὶ λειτουργίας
τῶν ἐγκεφάλων μας καὶ τῆς παράδοσής μας;)
«νὰ τὸ βάλομε κάτω».
138
Καὶ νὰ παραιτηθοῦμε τοῦ ἐπιβιωτικοῦ ἀγώνα.
Ἂν καὶ αὐτά, οἱ ἀπόγονοί μας, θὰ πρέπει καλύ‐
τερα νὰ τ’ ἀποφασίσουν.

2) Γιὰ νὰ προετοιμάσομε τὸ ἔδαφος καὶ νὰ
ἐξοικονομήσομε χρόνο καὶ κόπους γιὰ τοὺς
πλησιέστερους ἀπογόνους μας πρέπει νὰ τοὺς
προειδοποιήσουμε ὅτι:
Θὰ χρειαστεῖ πιθανότατα νὰ παραμερίσουν
ταχύτατα τὶς περισσότερες ἂν μὴ ὅλες τὶς μέχρι
σήμερα κακὲς συνήθειές μας.
Καὶ τὶς ἄχρηστες καὶ βλαβερὲς «πίστεις» μας.
Πλὴν τῆς ἀνθρωπολατρείας;
Καὶ τὶς φιλοσοφίες μας, τὶς μὴ‐ἐπιστημονικές.
Καὶ τὶς Μαγεῖες καὶ μυθικὲς παραμυθίες μας.
Καὶ νὰ δημιουργήσουν νέες ἀντιλήψεις καὶ πί‐
στεις βασισμένες στὶς παραπάνω καὶ ἄλλες δι‐
κές τους Ἀρχές.
139
Πάντα ταῦτα ἐπειγόντως γιατί, ἡ οἰκονομία
χρόνου εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν μάχη τῆς
ἐπιβίωσης καὶ την ἐπιτυχία της, ἔστω καὶ τὴν
προσωρινή.
Καθὼς: τὸ καταστροφικὸ ἔργο τῆς Μεγάλης ‐
Ἔκρηξης, στην περιοχή μας καὶ ὄχι μόνο,
προχωρεῖ ἀσταμάτητα καὶ ἀκατάσχετα.
Καὶ οἱ προκαταλήψεις ἄποσποῦν τὴν Σκέψη καὶ
τὶς ἐνέργειες ἀπ’ τὸν κύριο Στόχο μας.
Κι’ ἀπ’ τὴν τωρινή πραγματικότητά μας.
Αὐτὰ δὲν σημαίνουν βέβαια ὅτι ἡ Μαγεία, οἱ
Μύθοι, οἱ θρησκεῖες, τὰ παραμύθια, ἡ Τέχνη, οἱ
Παραδόσεις κλπ. δὲν διατηροῦν τὴν ἱστορικὴ
καὶ καλλιτεχνικὴ καὶ φιλολογικὴ καὶ
συναισθηματικὴ καὶ ἄλλη ἀξία τους καὶ τὴν
χρησιμότητά τους.
Οὔτε ὅτι πρέπει νὰ ξεχαστοῦν.
140
Εἶναι ἀνθρώπινος πλοῦτος καὶ ἀνθρώπινη
ἱστορία καὶ ἀνθρώπινες γνώσεις καὶ σὰν τέ‐
τοιες χρήσιμες καὶ διδακτικές.
Ἢ καὶ διασκεδαστικές.
Ἀλλὰ, πρέπει νὰ μένουν σὲ αὐτὰ τὰ πλαίσια καὶ
σὰν τέτοιες νὰ διατηρηθοῦν.

3) Οἱ κοντινοὶ ἀπόγονοί μας χρειάζεται ἀκόμη
νὰ προειδοποιηθοῦν ἀπὸ τώρα ὅτι:
Ἡ ἐπιβίωση μπορεῖ νὰ ἀπαιτεῖ, ἐκτὸς ἀπ’ τὴν
παραίτηση ἀπὸ πολλὲς προκαταλήψεις καὶ ἀπ’
τὴν ἀποπομπὴ πολλῶν βαθιὰ ριζωμένων καὶ
προσφιλῶν νοοτροπιῶν καὶ συνηθειῶν,
πιθανὸν τὴν ἀλλαγὴ τῶν δομῶν καὶ τῆς λει‐
τουργίας τῶν ἐγκεφάλων μας, ἀνατομικά, ἤ
καὶ μηχανικά.
Καὶ ἴσως τὴν ἀναπροσαρμογή της κληρονομι‐
κοτητάς μας καὶ τοῦ DNA μας.
141
Εἶναι ἀμφίβολο τώρα πιά, ἂν ἡ διαίρεση τῶν
ἐγκεφάλων μας σὲ δύο ἠμισφαίρια καὶ σὲ διά‐
φορα ἀλλεπάλληλα στρώματα χιτώνων,
σχεδὸν ἀνεξάρτητα μεταξύ τους, βοηθᾶ
ἐπιβιωτικά.
Ἢ, ἂν εἶναι καλύτερα νὰ γίνει μία προσπάθεια
ἀλλαγῆς τους καὶ συγχρονισμοῦ κι’
ἐναρμόνισης τῶν λειτουργιῶν τους.
Ἐφ’ ὅσον εἶναι σχεδὸν βέβαιο ὅτι ἡ ἐπιλεκτικὴ
κληρονομικότητά μας, μὲ τὶς ἐξειδικεύσεις της
καὶ τὴν ἐξειδίκευσή μας, μᾶς καθιστά, μακρο‐
χρόνια εὐάλωτους στὶς ἀλλαγὲς τοῦ περιβάλ‐
λοντός μας, καὶ τῶν ὀργανισμῶν μας, μὲ
καταστροφικὲς συνέπειες.
Ἀκόμη ὅτι:
Ἡ ἀντικατάσταση πολλῶν ἐγκεφαλικῶν καὶ
ἄλλων λειτουργιῶν μας, ἀπ’ τὶς λειτουργίες
τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν μας καὶ τῶν
142
ρομπότ μας θὰ πρέπει ‐γιὰ χάρη τῆς ἐπιβίωσης
καὶ ὄχι μόνο‐ πιθανότατα νὰ πολλαπλασιαστεῖ
καὶ ἐπιταχυνθεῖ καὶ ἐνισχυθεῖ.
Μήπως ἡ θεσμοποίησή τους καὶ ἡ καθιέρωσή
τους καὶ ἡ ἐπιβολή τους, καταστήσει ἄχρηστη
τὴν ἀλλαγὴ τῶν ἐγκεφαλικῶν δομῶν μας καὶ
τῶν λειτουργιῶν τους.
Γιὰ τὴν ἀνάγκη τῶν ἀλλαγῶν αὐτῶν
συνηγορεῖ: ἡ διαπίστωση ὅτι: τελευταία γίνεται
ὁλοένα καὶ πιὸ φανερὸ ὅτι: μὲ τὶς τωρινὲς νοο‐
τροπίες μας καὶ τὴν ἀλόγιστη καὶ ἀσυλλόγιστη
καὶ ἄστοχη καὶ αὐτοκαταστροφικὴ δράση μας
ποὺ ὀφείλεται κατὰ ἕνα μεγάλο ποσοστὸ στὴν
δομὴ καὶ λειτουργία τῶν πολύπλοκων καὶ
ἀσυντόνιστων καὶ ἀνεναρμόνιστων
ἐγκεφάλων μας καὶ στὴν κάκιστη ὀργάνωση (ἢ
ἀνοργανωσιὰ) τῶν κοινωνικῶν τρόπων
ὕπαρξής μας ὁδηγούμαστε μία ὥρα ἀρχιτέρα
143
στὸν ἀφανισμὸ ἀπ’ ὅτι θά μᾶς ὁδηγοῦσε
«κανονικὰ» κι’ «ἐξελικτικὰ», ἡ Μεγάλη Ἔκρηξή
μὲ τὶς, στὴν περιοχὴ μας, ἐπενέργειές της.

4) Τὰ παιδιά μας καὶ τὰ ἐγγόνια μας δὲν πρέπει
νὰ φοβηθοῦν νὰ προβοῦν στὶς ἀλλαγὲς αὐτὲς
καὶ ἄλλες ποὺ θὰ τοὺς εἶναι ἀπαραίτητες, ἢ καὶ
ἁπλῶς χρήσιμες, γιὰ τὴν ἐπιβίωση τους (ὅπως
κάποτε φοβόμαστε ἐμεῖς) νομίζοντας ὅτι:
ἁμαρτάνουν, ἢ κάνουν ἠθικὸ ἔγκλημα, μὲ τὸ ν’
ἀλλάξουν τοὺς τωρινοὺς ὀργανισμούς μας.
Καὶ τὴν δομὴ καὶ λειτουργία τῶν ἐγκεφάλων
μας. Ἢ καὶ τὴν “Φύση” μας.
Αὐτὲς καὶ ἄλλες πολλὲς βίο‐λογικὲς καὶ βίο‐
παράλογες ἀλλαγὲς τὶς κάνουμε ἐμεῖς οἱ
τωρινοὶ, καθημερινὰ καὶ συχνότατα, μὴ‐
συνειδητά, ἢ καὶ ἀσυνείδητα, κάποτε καὶ γιὰ
κέρδος.
144
Πότε, μὲ τὰ φάρμακα καὶ τὰ γιατρικά μας.
Πότε, μὲ τὰ χημικὰ προϊόντα μας καὶ τὰ λιπά‐
σματά μας καὶ ἄλλα παρασκευάσματά.
Καὶ πότε, μὲ τὶς ἀλόγιστες ἀλλαγὲς ποὺ
ἐπιβάλαμε στὸ περιβάλλον μας καὶ τοὺς
ὀργανισμούς μας.
Ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ «κακὰ καὶ ψυχρὰ
καὶ ἀνάποδα» τὰ κάνομε ἐμεῖς οἱ τωρινοὶ, χωρὶς
γενικὸ σχεδιασμό καὶ χωρὶς ὀργάνωση καὶ
χωρὶς σκέψη καὶ στοχασμό καὶ χωρίς τὴν
ἀπαραίτητη συνεργασία καὶ καθοδήγηση.
Καὶ χωρὶς ἀξιο‐λογικὴ κλίμακα.
Καὶ χωρὶς τήν Ἔπιστήμη τῶν Ἐπιστημῶν.
Ποὺ πρέπει ἐπιτέλους νὰ δημιουργηθεῖ.
Γιὰ νὰ μᾶς: γενικὰ καθοδηγεῖ.
145
5) Ἐπαναληπτικὰ καὶ σχολαστικὰ ὅτι:
Τὸ ζητούμενο ἀπ’ τὰ ἐγγόνια μας ἀλλὰ καὶ ἀπὸ
ἐμᾶς ὅσο ὑπάρχουμε καὶ στὸ μέτρο τῶν δυνά‐
μεων μας, εἶναι νὰ ἀρχίσουν καὶ νὰ ἀρχίσουμε
τὸ ταχύτερο, γιατί δὲν ὑπάρχουν πολλὰ χρονι‐
κὰ περιθώρια, τὸν σχεδιασμό καὶ τὴν ὀργά‐
νωση γιὰ τὴν προετοιμασία τῶν πολλῶν
ἀπαραίτητων γιὰ τὴν ἐπιβίωση μας βασικῶν,
θεμελιακῶν καὶ ριζικῶν ἀλλαγῶν.
Δηλαδὴ γιὰ τὴν παραμονή τους, (καὶ τὴν δική
μας) ὅσο γίνεται πιὸ πολὺ «ἐν ζωή».
Εἴτε στὸν πλανήτη «Γῆ» εἴτε ἀλλοῦ.
Ὅσο γιὰ τὸ ἀπώτερο μέλλον οἱ ἀπώτεροι
ἀπόγονοί μας ἂς ἀποφασίσουν.
Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ προέχει γιὰ τὰ παιδιά μας
καὶ τὰ ἐγγόνια μας εἶναι:
Τὸ νὰ φροντίσουν οἱ ἀπαιτούμενες ἀλλαγὲς νὰ
γίνουν προσεκτικὰ καὶ μὲ ἐπιστημονικὰ κριτή‐
ρια καὶ μὲ κατάλληλες τεχνικές.
146
Ἀλλὰ καὶ νὰ φροντίσουν νὰ μὴν ἀφεθοῦν ἀπὸ
δειλία, ἢ ἀδράνεια, ἢ καὶ τὰ δύο, στὶς τυφλὲς
καὶ ἄστοχες καὶ ἀστόχαστες ἀλλαγὲς ποὺ
χωρὶς τὴν ἐπενέργειά τους, μᾶς ἐπιβάλλονται
καὶ θὰ μᾶς ἐπιβληθοῦν, ἀπ’ τὴν Μεγάλη‐
Ἔκρηξη, τὴν μεγαλύτερη τῶρα πιὰ ἐχθρό μας.
Ἢ τὴν «Μητέρα μας Φύση» ὅπως λέγανε πα‐
λαιά, θαυμάζοντὰς τήν.
Ἀδράνεια καὶ δειλία ποὺ καλλιεργοῦν οἱ
θρησκεῖες καὶ οἱ συντηρητικὲς
ἀντεπιστημονικὲς συμπεριφορές, οἱ δῆθεν φι‐
λοσοφικές.
Ἐπίσης θα πρέπει νὰ πάψουν νὰ ἀσχολοῦνται
μὲ τὶς άστοχες πολιτικές καὶ τοὺς ἐθνικισμούς
καὶ σοσιαλισμούς κι’ ἐθνικοσοσιαλισμούς κι’
ἐπεκτατισμούς, επάνω στη Γη.
Χρόνος πολύς δὲν μᾶς μένει.
147
6) Ἕνας ἀπ’ τοὺς σκοπούς, ὁ κύριος, τῆς
γραφῆς αὐτῆς, ἦταν καὶ εἶναι νὰ ξυπνήση, ‐
προειδοποιήσει‐ ὅσο γίνεται περισσότερους καὶ
σημαντικότερους συνανθρώπους μας γιὰ τὸ
ὅτι:
Εἶναι κατεπεῖγον καὶ ἀπαραίτητο καὶ ζωτικὸ τὸ
ν’ ἀφήσουν κατὰ μέρος τὶς ἄχρηστες καὶ χρο‐
νοβόρες καὶ ἐπιζήμιες ἀσχολίες καὶ «ἐργασίες»
καὶ διαβουλεύσεις καὶ μάχες καὶ διαμάχες κι’
ἐξαγορές. Καὶ τὰ βλαβερὰ καὶ διασπαστικὰ
ἠθικὰ καὶ νομικὰ καὶ λογικὰ καὶ ἄλλα ψευτο‐
προβλήματα.
Καὶ νὰ συγκεντρωθοῦν σκεπτόμενοι καὶ συ‐
νεργαζόμενοι τὸ ταχύτερο στὸ πραγματικὸ καὶ
ζωτικὸ καὶ ἐπεῖγον νὰ ἀντιμετωπιστεῖ πρόβλη‐
μα καὶ αἴτημά: τὴν ἐπιβίωσή μας.
148
Ἀφιερώνοντας μελέτες στὸν Σκοπὸ αὐτὸ καὶ
θυσιάζοντας γι’ αὐτόν, ὅσο εἶναι μπορετό, πιὸ
πολλὰ χρήματα καὶ ἐφόδια καὶ μέσα.
Κι’ ἐπιστρατεύοντας γι’ αὐτὸν ὅ,τι τὸ καλύτερο
καὶ σημαντικότερο μπορεῖ νὰ προβάλλει καὶ
ἐπιδείξει ἡ Ἀνθρωπότητα.
Ἂν μάλιστα καταφέρουμε νὰ διοχετεύσουμε
πρὸς αὐτὸν καὶ συγκεντρώσουμε καὶ χρησιμο‐
ποιήσουμε γι’ αὐτὸν, ἐκτὸς ἀπ’ τὴν νεοχιτωνικὴ
Σκέψη μας καὶ τὶς κατάλληλα μεταλλαγμένες
καὶ ἀναπροσανατολισμένες (ἐρπετικὲς) ὁρμές
μας.
Καὶ τὰ φιλάλληλα (θηλαστικὰ) ἔνστικτά μας,
τότε οἱ πιθανότητες ἐπιτυχίας μας καὶ συνεπῶς
μακροημέρευσής μας θ’ αὐξηθοῦν σημαντικά.
149
7) Οἱ σεισμοὶ στὴν Ἰαπωνία εἶναι μία μικρογρα‐
φία καὶ μία προειδοποίηση τοῦ τί, σύντομα, μᾶς
περιμένει, ἑμᾶς καὶ τοὺς ἀπογόνους μας.
Κι ἕνα ὑπόδειγμα συμπεριφορᾶς.
Καὶ ‐δυστυχῶς‐ μία ἐπιβεβαίωσή μου.

8) Πρὶν ἀπ’ τὸ «Τέλος» ἴσως εἶναι χρήσιμο νὰ
προστεθεῖ μία ὑπὸθεση κι’ ἕνα παράξενο συ‐
μπέρασμα στὸ ὁποῖο μᾶς ὁδηγοῦν ἡ παράλογη
λογική μας καὶ σχεδὸν ἀναγκαστικὰ ὁρισμένα
ἀπ’ τὰ τελευταῖα ἐπιστημονικὰ δεδομένα.
Συνδιαζόμενα μάλιστα μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν
συνειδητὴ προσπάθεια ἐπιβίωσής μας.
Ὅτι:
Εἶναι ποτὲ δυνατὸν καὶ ὅτι ὑπάρχουν ἔστω καὶ
ἐλάχιστες πιθανότητες:
Λίγα κιλὰ ἀνθρώπινης φαιᾶς οὐσίας, νὰ καθυ‐
ποτάξουν, ἢ ἀνακατευθύνουν κι’
150
ἀναδιοργανώσουν ἢ “ξεγελάσουν”πρὸς
ὄφελός μας, μέσω ἠμῶν τῶν Ἀνθρώπων καὶ
τῆς στοχαστικῆς δράσης μας καὶ τῶν
ἐνεργειῶν μας:
Τὴν Μεγάλη‐Ἔκρηξη.
Μὲ τὴν τεράστια καὶ ἀμέτρητη ‐ἀκόμη‐ Δύναμή
της κι’ ἐνέργειά της κι’ Ἔκτασή της.
Καὶ μὲ ὅλα τὰ συμπαρομαρτούμενά της.
Ὅτι δηλαδὴ εἶναι μπορετό:
Λίγα κιλὰ ἀνθρώπινων, ἐγκεφαλικῶν,
νεοχιτωνικῶν κυττάρων μὲ τὴν ἀσταμάτητη
λειτουργία τους καὶ τοὺς διάφορους συνδια‐
σμούς τους: Νὰ καταβάλουν μέσω τῶν
ἐνεργειῶν μας κι’ ἐκμεταλλευτοῦν, τόσο τοπικὰ
καὶ τμηματικὰ καὶ προοδευτικά, ὅσο καὶ (ἰδοὺ τὸ
πιὸ ἀπίθανο) συνολικὰ καὶ ὁριστικὰ καὶ καθο‐
ριστικά: Τὸ Big‐Bang.
Τὸ «λίγα κιλὰ» ἀπὸ‐δείχνει ὅτι:
151
Αὐτὴν τὴν στιγμή, ἐδῶ καὶ τώρα, λίγοι εἶναι οἱ
Ἄνθρωποι ἐπιστήμονες, ἢ μή, ποὺ μποροῦν νὰ
παραδεχτοῦν τὴν ὕπαρξη τοῦ ζωτικοῦ αὐτοῦ
καὶ πρωταρχικοῦ καὶ τελειωτικοῦ «πολέμου»
(ἂν πόλεμος μπορεῖ νὰ ὀνομαστεῖ), ἢ ἀγώνα,
γιὰ τὴν Ὕπαρξὴ μας.
Καὶ ἀκόμα λιγότεροι, ὅσοι μποροῦν ν’
ἀναλάβουν ὑπεύθυνα τὴν προετοιμασία του ἢ
τὴν διεξαγωγή του.
Οἱ δὲ ἐλάχιστοι αὐτοὶ διαθέτουν, ὁ καθένας
τους (ὅπως καὶ ὁ καθένας μας) κάμποσα γραμ‐
μάρια ἐγκεφαλικῶν, νεοχιτωνικῶν κυττάρων
καὶ τίποτ’ ἄλλο τὸ σημαντικὸ, ὡς ὅπλο.
Κυττάρων ποὺ ἀποτελοῦν καὶ συνθέτουν τὴν
νόησή μας καὶ τὴν συνείδησή μας καὶ τὴν
ἐννοιοποιητικὴ καὶ σχεδιαστικὴ ἱκανότητά μας.
Καὶ ὅλα τ’ ἄλλα τὰ τόσο ἀνθρώπινα χαρακτη‐
ριστικά μας κι’ ἐφόδιά μας.
152
Τὸ νὰ συμβεῖ κάτι τέτοιο, εἶναι προφανῶς
ἀπίθανο κι’ «ἀδιανόητο».
Ἰδίως ὅταν συγκριθοῦν οἱ δυνάμεις τους καὶ τ’
ἀντίστοιχα μεγέθη τους.
“’Ἔλα ὄμως” ποῦ:
Ἡ νίκη στὸν ἀγώνα, ἢ πόλεμο αὐτόν, τῆς
ὕπαρξής μας, εἶναι ἡ μόνη μας πραγματικὴ
σημαντικὴ ἐλπίδα.
Καὶ τοῦτο γιατί ἂν δὲν νικήσομε κι’ ἂν δὲν
ἐξακολουθοῦμε νὰ νικοῦμε, ἔστω καὶ
προσωρινὰ καὶ τμηματικὰ τὶς μάχες τῆς
ἐπιβίωσής μας, θὰ κατὰ‐στραφοῦμε κι’
ἐξαφανιστοῦμε σίγουρα ἀπ’ τὴν Μ.Ε. καὶ τὶς
στὴν περιοχὴ μας ἐκφάνσεις κι’ ἐπενέργειες καὶ
μεταβολές της.
(Αὐτά: Ἂν βέβαια, δὲν προλάβουμε
ν’αὐτοκαταστραφοῦμε ἀπ’ τὶς δικές μας
αὐτοκαταστροφικὲς ἐνέργειες.)
153
Εἴμαστε συνεπῶς ἀναγκασμένοι ὅσοι
ἐπιθυμοῦμε νὰ ἐξακολουθήσουμε νὰ
ὑπάρχουμε, συνολικά.
Καὶ ὅσοι δὲν αὐτοκτονοῦμε.
Νὰ συνεχίσομε τὸν ἀγώνα καὶ τὴν ἀγωνία τῆς
ὕπαρξης ἔστω καὶ γνωρίζοντας ὅτι ἀσφαλῶς
ἀτομικὰ θὰ πεθάνουμε.
Καὶ πιθανότατα καὶ συλλογικὰ καὶ συνολικὰ
θὰ ἡττηθοῦμε κι’ ἐξαφανιστοῦμε.
Ἀλλὰ, θὰ ὑπάρξουν κι’ αὐτοὶ καὶ ὑπάρχουν
ἤδη, (μεταξὺ τῶν ὁποίων κάποιες φορὲς κι’
ἐγὼ) ποὺ ἐπίμονα παρ’ ἐλπίδα ἐλπίζουν, ἀκόμη
σὲ μία συνολικὴ, συλλογικὴ καὶ ὁριστικὴ, νίκη.
Στηριζόμενοι σὲ διάφορες παρηγορητικὲς σκέ‐
ψεις καὶ σὲ ὑπεραισιόδοξους συλλογισμούς.
Ἀλλὰ καὶ σὲ ὁρισμένα ἐπιστημονικὰ καὶ
πειραματικὰ βεβαιωμένα γεγονότα:
154
Ὅτι:
Ὁ ἀγώνας αὐτός, ἢ καὶ ὁ «πόλεμος» αὐτὸς (ὁ
Ζωροαστρικοπαρμενιδικὸς) τοῦ Καλοῦ κατὰ
τοῦ κακοῦ καὶ τῆς Ὕπαρξης κατὰ τῆς
ἀνυπαρξίας τῶν ὄντων.
Καὶ τῆς ἐπιβίωσής μας ἐμᾶς τῶν ζώντων
ὄντων, ὑπῆρχε καὶ ὑπάρχει ἐξ ἀρχῆς τῆς
Ὕπαρξης μας.
Συχνότατα βέβαια μὴ συνειδητός:
Καὶ ὅτι:
Ὁ «πόλεμος» αὐτὸς ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπ’
τὴν πὰρ‐οὐσία μας ἐδῶ στὸν πλανήτη μας Γῆ,
ἔχει γενικὰ μέχρι τώρα ἀπὸ μᾶς κερδιθεῖ.
Τόσο γιὰ τὸ γένος, ὅσο καὶ γιὰ τὸ εἶδος μας.
Κι’ ἐλπίζεται ὅτι θὰ ἐξακολουθήσει νὰ κερδίζε‐
ται, ἀκόμη γιὰ πολύ.
Καὶ μάλιστα τῶρα συνειδητά.
155
Ἐπίσης ὅτι:
Στὴν προσπάθεια διατήρησης καὶ ἀνάπτυξης
καὶ προαγωγῆς καὶ χειραγώγησης, ὁρισμένων
μορφῶν καὶ συνδιασμῶν ὄντων, τῆς ἐπιλογῆς
μας καὶ στὴν περιοχή μας.
Εἰς βάρος (ἴσως δυστυχῶς) ἄλλων πολλῶν:
«Ἐμπλέκονται» (γιατί δὲν μπορεῖ νὰ γραφεῖ
«ἀντιμετωπίζονται» μιάς καὶ εἴμαστε μέσα σ’
Αὐτὴν τὴν Μ.Ε.) δύο πολὺ διαφορετικὲς
συστατικὰ δυνάμεις καὶ ὀντότητες:
Τὰ νεοχιτωνικὰ κυτταράκια μας καὶ ἡ Μεγάλη‐
Ἔκρηξη.
Γεγονὸς ποὺ ἀπ’ τὴν μία δυσκολεύει τὸν
χαρακτηρισμὸ τῆς ἀντιπαλότητας αὐτῆς, σὲ
πόλεμο.
Ἀλλ’, ἂπ’ τὴν ἄλλη μᾶς ἐνισχύει κάπως τὶς
ἐλπίδες μας κάποιας ἐπιτυχίας.
156
Κυρίως γιατί, ἐμεῖς οἱ Ἄνθρωποι εἴμαστε μὲν μι‐
κροτατοι καὶ ἀδυνατότατοι.
Ἀλλὰ χάρις στὰ ἐγκεφαλικά νεοχιτωνικὰ κυτ‐
ταράκια μας καὶ μαζὶ μ’ αὐτά:
Εἴμαστε νοήμονες καὶ στοχαστικοί.
Κι’ ἔχομε στόχους καὶ σκοποὺς συνειδητούς.
Καὶ μποροῦμε νὰ σχεδιάζομε καὶ νὰ προβλέπο‐
με καὶ νὰ ὑπολογίζομε καὶ νὰ προοδεύομε κι’
ἐξοπλιζόμαστε κι’ ἐφοδιαζόμαστε.
Καὶ πολεμᾶμε σθεναρὰ καὶ μέχρι τώρα
ἐπιτυχῶς.
Ἐνῶ, ἡ τεράστια ἀντίπαλη Δύναμη, ἢ Ἐνέργεια:
Μὴ ἔχοντας δικά της ἀτομικά, καθοδηγητικά,
νεοχιτωνικά, ἐγκεφαλικὰ κυτταράκια (ἄλλα
απ’ τὰ δικά μας.) Οὔτε κι’ ἐγκέφαλο σὰν τὸν
δικό μας, ἢ παραπλήσιο: Ἐκτείνεται
ἐξασθενώντας, ἄστοχα καὶ ἀστόχαστα.
Μὴ γνωρίζοντας «τί τῆς γίνεται».
157
Καὶ ἀμέριμνα (κι’ ἂς εἴμαστε μέσα της καὶ δημι‐
ουργήματά της) κι’ ἀνυποψίαστα.
Χωρὶς νὰ ξέρει ἀπὸ ποῦ καὶ πὼς καὶ γιατί νὰ
φυλαχτεῖ.
Ἀγνοώντας τὰ πάντα καὶ τὸ τί εἶναι δυνατὸ νὰ
τῆς ἐπιφυλάξουν ὁρισμένα ἀνθρώπινα μυαλά.
Κάποιο πλεονέκτημά μας δὲν εἶναι κι’ αὐτό;

9) Ἄλλο, αἴσιο γεγονὸς καὶ ἄλλη παρηγορητικὴ
σκέψη εἶναι, τὸ ὅτι:
Ἐμεῖς οἱ Ἄνθρωποι (ἀντίθετα ἀπ’ τ’ ἄλλα
ἀνώτερα θηλαστικά, φάλαινες, δελφίνια κ.ἄ.)
ἔχουμε κάνει τεράστιες γνωστικὲς κι’
ἐπιστημονικὲς καὶ κυρίως τεχνικὲς προόδους.
Κι’ ἐπιβαλλόμαστε στὸ καὶ μεταβάλλομε τὸ, πε‐
ριβάλλον μας.
Καὶ ὅτι: Τὰ πράγματα ‐ἡ πραγματικότητα‐ μᾶς
δείχνουν ὅτι θὰ συνεχίσουμε, πιθανόν, κυριαρ‐
158
χώντας κατακτητικὰ καὶ δυναμώνοντας τεχνι‐
κά, μὲ γεωμετρικὴ πρόοδο γιὰ κάμποσο διάστη‐
μα, ἀκόμη.

10) Μᾶλλον ὕβρη συνθέτουν οἱ παραπάνω πι‐
θανολογήσεις. Ὄμως, μήπως “ὕβρις” δὲν εἶναι
ἡ οὐσία, παρ‐ουσία μας, στην Ὕπαρξη (τῶρα
πιὰ;) ἡμῶν τῶν ὄντων;
Ἰδοῦ τὶ λέει σχετικὰ ὁ Ἀναξίμανδρος:
«Ἀρχήν εἴρηκε τῶν ὄντων τὸ ἄπειρον.
Ἐξ ὧν δὲ ἡ γένεσίς ἐστι τοῖς οὖσι.
Καὶ τὴν φθορὰν εἰς ταῦτα γίνεσθαι κατὰ τὸ
χρεών.
Διδόναι γὰρ αὐτὰ δίκην καὶ τίσιν ἀλλήλοις τῆς
ἀδικίας κατὰ τὴν τοῦ χρόνου τάξιν.» DK1
Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο γνωστό ἀπόσπασμα τοῦ
Αναξίμανδρου, τοῦ πρῶτου πραγματικοῦ
σημαντικοῦ Ἕλληνα φιλόσοφου.
Καὶ ἀυτή ἡ Ἄνοιξη τῆς Ἑλληνικῆς Φιλοσοφίας.
159
Δὲν τολμῶ οὔτε νὰ τὸ ἀνασυντάξω οὔτε νὰ τὸ
παραφράσω οὔτε νὰ τὸ ἐρμηνεύσω ἐκτενῶς.
Ὅμως πιστεύω ὅτι ἴσως θεωρούσε τὴν γένεση
καὶ ὕπαρξη τῶν ὄντων ὡς ἀδικία ‐ὕβριν‐ ποὺ
πρέπει νὰ διορθωθεῖ μὲ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν
ὄντων (ὡς μὴ ὄντων;) “ὅπως πρέπει”, στὴν
ἀπέραντη ἀνυπαρξία –“τὸ ἄπειρον”‐ ἢ τὴν
ἀπεραντοσύνη: Ἀπ’ ὅπου προῆλθαν.
Δηλαδή, στὸν ἄπέραντο χῶρο, ἀπ’ ὄπου ἴσως
προέρχεται καὶ το Big‐Bang, τῆς τωρινῆς
ἐπιστημονικῆς πραγματικότητάς μας.
Πάντως, ὁ Παρμενίδης τὴν Ὑπαρξη, τῶν
ὄντων, τὴν ἀξιολόγησε ὡς: “Ὑπέρτατη‐Ἀρχή”
του καὶ συνεπῶς καὶ ὡς “Δίκη”.
Ἔτσι, στὸ καίριο καὶ ζωτικὸ (καὶ ἠθικό;)
ἐρώτημα τοῦ Hamlet: “To be or not to be?”.
Ἄλλά καὶ στὸ ἀντίστοιχο τοῦ Ἀναξίμανδρου:
160
Ἤδη ἐξ αρχῆς κὶ ἐξ Ἀρχῆς τῆς Ἑλληνικῆς σο‐
φίας, πιθανότατα ἀπό ἔνστικτο ἐπιβιωτικό,
ἀντιπαρατάχθηκε μὲ τὴν σκέψη του καὶ τὴν
ποίησή του, ὁ Παρμενίδης στὸν Ἀναξίμανδρο.
Κὶ ἔτσι γεννήθηκε ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία
161
Ἐπίλογος.
Τήν 1η Ἰουλίου τοῦ 1986 πέθανε στήν
Βοστόνη, στό Boston Hospital, ἀπό ὄγκο
τοῦ ἐγκεφάλου, ὁ ἀγαπημένος μας Πέ-
τρος - Παντιᾶς Σκαραμαγκᾶς, σέ ἡλικία
26 ἐτῶν, ὅταν σπούδαζε γιά τό Master
του στά Οἰκονομικά στό Boston
University (B.U.).
Ὁ θάνατος του ἦταν ξαφνικός καί ἀναπά-
ντεχος γιατί μέχρι καί πρίν ἀπό λίγο και-
ρό φαινόταν νά εἶναι πολύ καλά καί
εὐδιάθετος.
Ὁ Πέτρος ἦταν ὑιός τῆς “ὁσίας” Ἰλεάνας,
Δρακούλη, Σκαραμαγκᾶ, Παπαδημητρίου
καί δικός μου, καί ἀδελφός ὲκ μητρὸς
τῶν Ἕκτωρα καὶ Νίκου Δρακούλη καὶ τῆς
Μαρίνας Δρακούλη Κουλουκουντῆ, καὶ ἔκ
πατρός τοῦ Ἀλέξανδρου Σκαραμαγκᾶ.
162
Ἡ Μαρίνα ἔχασε τὸν θαυμάσιο ἄνδρα της,
Μηνὰ Κουλουκουντή, παραμονές Χρι-
στουγέννων του 1988, στην δολιοφθορά
ποῦ ἔγινε στὸ ἀεροπλάνο της PANAM,
ἐπάνω ἀπό τὸ Λόκερμπι τῆς Σκωτίας.
Ἔμεινε χήρα μὲ τρία μικρὰ ἀγοράκια (τὸν
Γιάννη, τὸν Κωνσταντίνο καὶ τὸν Ἠλία)
ποῦ τὰ μεγάλωσε μόνη, χωρίς νὰ
ξαναπαντρευτεῖ.
Ὁ Πέτρος ἦταν πολύ ἀγαπητός σέ ὅλους
πού τόν γνώριζαν καί εἶχε πολλούς φί-
λους. Σέ αὐτό συνέβαλλε ὁ ἤπιος,
ἀνοιχτόκαρδος καί γενναιόδωρος χαρα-
κτήρας του. Τό χιοῦμορ του, ἡ
εὐθυκρισία του καθώς καί τά πολλά ἄλλα
πνευματικά καί σωματικά χαρίσματά του.
(Γιατί ἦταν καί ὡραῖος νέος.)
163
Ὁ θάνατος τοῦ Πέτρου: Μας βύθισε
ὅλους τους κοντινούς του, σκληρά καί
ξαφνικά, σέ μεγάλη ἀπελπισία.
Καί ἴσως γιά μένα προσωπικὰ νά εἶναι ἡ
κύρια αἰτία γιά τήν: περι-φρόνησή μου κι’
ἀπέχθειά μου (καί ἴσως καί τό μίσος μου)
γιά τόν ἀνύπαρκτο Θεό καὶ τὸν Μῦθο του.
Καί γιά τό Σύμπαν καί γιά τίς θρησκεῖες.
Καί γιά πολλὰ φαντασιακά «ὄντα» καί τίς
πίστεις μας, τὶς παραπλανητικὲς.
Καί γιά τήν ζωή μου.
Θά προτιμοῦσα νά μήν ἔχω ζήσει.
Ἡ ὕπαρξη μου ἥταν γεμάτη πίκρες,
τραγικοὺς θανάτους, ἀπογοητεύσεις,
ἀρρώστιες, πόνους, εὐθύνες, προσπάθει-
ες μὲ συχνότατα ἀποτυχίες.
Καὶ τώρα, μὲ πνίγουν ἡ ντροπὴ καὶ οἱ τύ-
ψεις γιὰ τὶς τόσες βλακώδεις σκέψεις κὶ
164
ἐνέργειές μου καὶ τὶς -ἀθέλητα-
καταστροφικὲς συμπεριφορές μου.
Μ’ ἐλάχιστες καλές ὧρες καί μέρες ποὺ
ἔλπιζα μάταια ὅτι θά ξανάρθουν.
Ἐνῶ, ἡ ἀπέραντη ἀνυπαρξία εἶναι
ἀπαλλαγμένη ἀπό ὅλα αὐτά. Κι’ ἀπ’ Ὅλα!
Ἀντίθετα, ὁ θάνατος τοῦ Πέτρου μας καί
ἡ συμπεριφορά τῶν συνανθρώπων μας,
νοσοκόμων καί γιατρῶν καί ἄλλων,
Ἑλλήνων καί Ἀμερικανῶν.
Τόσο κατά τήν ἀρρώστια ὅσο καί μετά.
Μέ γέμισε ἀγάπη κι ἐλπίδα κι ἀφοσίωση
στόν καί γιά τόν Ἄνθρωπο γενικά.
Ποὺ τόν φαντάζομαι νά ἔχει ὅλα τά προ-
τερήματα τοῦ Πέτρου μας καί ἄλλα.
(Παραμερίζοντας τά μειονεκτήματα τῶν
συγκεκριμένων, πού γνώρισα κατά και-
ρούς, ἀτόμων καὶ ὄχλων).
165
Φαίνεται ὅτι εἶναι δύσκολο -ἄν μή
ἀδύνατο- σέ ἐμᾶς τοῦ θνητούς ν’
ἀντιμετωπίζουμε κι ἑρμηνεύουμε τόσο
ἀτομικά ὅσο καί συλλογικά, τήν ὕπαρξη
καί τήν ἀνυπαρξία καί τά πάντα καί τό
Πᾶν, ἄσχετα καί ἀνεπηρέαστα, ἀπό τίς
ἐπικρατοῦσες γνώσεις καί συνθῆκες καί
ἐμπειρίες μας.
Πράγμα πού μέ ὁδήγησε νά ἐξηγήσω -
«κατά χρέος»- τήν κύρια, ὅπως πιστεύω,
ἀφετηρία πολλῶν απ’ τὰ παραπάνω:
Πάντως, ἡ ἀτομικὴ ἐμπειρία μου καὶ ἡ
προτίμησή μου γιὰ τήν μή-γέννησή μου
καὶ τὴν ἀνυπαρξία μου, δὲν μπορεῖ
-εὐτυχῶς;- νὰ ἐπηρεάσει τὶς ἐπιλογές
ἄλλων πιὸ ἐπιτυχημένων καὶ τυχερῶν κι’
αἰσιόδοξων συν-ἀνθρώπων μας.
Οὔτε νὰ καταργήσει τὸν ἐπιβιωτισμό.
166
Οὔτε νὰ ὁδηγήση σὲ αὐτοκτονία:
“Μιάς καὶ ἀφοῦ γεννηθήκαμε σίγουρα,
σύντομα, θά ἀποσυντεθοῦμε.
Τότε γιατί νὰ βιαστοῦμε;”
Ἡ περιέργεια εἶναι κάποτε ἐπιβιωτική καὶ
συχνά καταστροφική ἀλλά σχεδὸν πάντα
διδακτική.
Καὶ ἡ φιλία= ἡ ἀγάπη μας, γιὰ ὁρισμένα
κατ’ ἔμάς ὑπέροχα, ζώντα καὶ μὴ,
ἀνθρώπινα καὶ μὴ ὄντα.
Μᾶς δίνει κάποιο λόγο Ὕπαρξης.
Καὶ νόημα στὴν ζωή μας.
Τέλος:
Τὶ εἶναι λίγες δεκάδες χρόνια ὕπαρξης
μπροστά στὴν σίγουρη, νηφάλια, παντο-
τινή ἀνυπαρξία;:
Ἔχει κάποια ἀξία, ἡ φανταστική, ταυτο-
λογική ὑπόθεση-θεωρία, ὅτι:
167
“Ἕνα ΟΝ ποὺ ὑπῆρξε, δὲν μπορεῖ νά μὴν
ὑπῆρξε”.
Ὑπόθεση ποὺ μᾶς περιλαμβάνει καὶ γίνε-
ται ἔτσι καὶ παραμένει, ἡ μόνη μας
ὑπόμνηση, ἀνάμνηση, παρηγοριά κι’
ἐλπίδα.
Ὁ Πέτρος ὑπῆρξε.
Ὅταν καὶ ὅσο ὅλα σας πᾶνε καλὰ: χαρεῖτε
πλέρια καὶ συνειδητά, ὅπως κι Ἐκεῖνος.
“Ζωή σὲ λόγου σας”.
168


Πέτρος ‐ Παντιᾶς Σκαραμαγκᾶς
169